Όλην την περίοδον την οποία διανύουμε τώρα και επεκτείνεται σε πενήντα ημέρες, εορτάζουμε την εκ νεκρών Ανάστασι του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, φανερώνοντας με την παράτασιν αυτή την υπεροχή της σε σχέσι με τις άλλες εορτές, αν και αριθμός αυτός των ημερών περιέχει και την επέτειο μνήμη της επανόδου στους ουρανούς· αλλά και αυτό δεικνύει την διαφορά του αναστάντος Δεσπότου από τους ανθρώπους εκείνους που έχουν κατά καιρούς αναβιώσει. Πράγματι, όλοι όσοι έχουν αναστηθή εκ των νεκρών, ανεστήθησαν από άλλους, και αφού πάλιν απέθαναν, επέστρεψαν, στην γη· ο δε Χριστός, αφού ανέστη εκ νεκρών «θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει». Διότι μόνον αυτός, αφού ανέστησε ο ίδιος την τρίτη ημέρα τον εαυτό του, δεν επέστρεψε πάλι στην γη, αλλά ανήθλε στον ουρανό, καθιστώντας το φύραμά μας ομόθρονο με τον Πατέρα ως ομόθεον. Για τον λόγον αυτό είναι ο μόνος που έγινε αρχή της μελλούσης κοινής αναστάσεως, «απαρχή των κεκοιμημένων», «πρωτότοκος εκ των νεκρών», και «του μέλλοντος αιώνος πατήρ». Και όπως όσοι είναι μαζί με τον Αδάμ αποθαίνουν όλοι, αμαρτωλοί και δίκαιοι, έτσι και όσοι είναι μαζί με τον Χριστό, θα ζωοποιηθούν όλοι, αμαρτωλοί και δίκαιοι, αλλά ο κάθε ένας στην τάξι του· «απαρχή Χριστός, έπειτα οι του Χριστού εν τη (δευτέρα) παρουσία αυτού, είτα το τέλος, όταν καταργήση πάσαν αρχήν και εξουσίαν και δύναμιν και θη πάντας τους εχθρούς υπό τους πόδας αυτού. Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» κατά την κοινήν ανάστασι, με την έσχατη σάλπιγγα· «δει γαρ το φθαρτόν τούτου ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν».