Είπα «προχώρα» και σώθηκα
ΟΠΟΙΟΣ ΚΟΥΡΝΙΑΖΕΙ Σ’ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΝ ΠΑΙΡΝΕΙ Η «ΜΑΚΡΟΣΤΕΝΗ»
22/12/2009
Η δύναμη της θέλησης, η πίστη στο Θεό και η αντοχή του στάθηκαν -σύμφωνα με τον πατέρα Δημήτριο Πύρρος- σωτήριες κατά την πολύωρη περιπέτειά στον Ανδρόλακα, όπου είχε πάει να μαζέψει αμανίτες με συντοπίτες του το πρωί της Παρασκευή. Έχοντας πλέον επιστρέψει στον σπίτι του και στους οικείους του σώος και αβλαβής μετά την πολύωρη, νυχτερινή περιπλάνησή του στο βουνό, περιγράφει στην “ΑΛΗΘΕΙΑ” τα γεγονότα με νηφαλιότητα.
ΕΡ: Πότε και πώς ξεκίνησε η περιπέτειά σας;
ΑΠ: Εμείς ξεκινήσαμε πρωί, μια παρέα συγχωριανών, φθάσαμε γύρω στις 11.30 το πρωί και ψάχναμε για αμανίτες. Πέρασαν 2-3 ώρες.
ΕΡ: Ήσασταν διασκορπισμένοι; Βλέπατε ο ένας τον άλλο;
ΑΠ: Ήμασταν ο ένας κοντά στον άλλο, πηγαίναμε παράπλευρα είχαμε αποστάσεις που έβλεπε ο ένας τον άλλο. Μέχρι τις 2.30 ήμασταν όλοι κοντά. Εκείνη την ώρα δύο εξ αυτών είπαν: «παπά Δημήτρη φεύγουμε». Εκείνοι είχαν προχωρήσει…
ΕΡ: Σας παρέσυραν οι αμανίτες;
ΑΠ: Ναι, άρχισα να βρίσκω αμανίτες και βλέποντάς τους είπα «μα να τους αφήσω;»
Περίπου στις 3.25 μ.μ. με βρήκε η παπαδιά στο τηλέφωνο και της είπα ότι είμαι μόνος μου και θα είναι δύσκολο να επιστρέψω γιατί δεν είχα ορατότητα και ήμουν φορτωμένος με τους αμανίτες.
ΕΡ: Όταν συνειδητοποιήσατε ότι χαθήκατε βρεθήκατε σε απόγνωση;
ΑΠ: Δεν ήλθα σε καμία απόγνωση ήξερα πλέον ότι ο δρόμος της επιστροφής
Είναι δύσκολος και είπα «προχώρα!». Αντίκρισα την κοίτη του ποταμού που ήταν λευκή με χαλίκια και μου φάνηκε σαν δρόμος και πήρα την αντίθετη πορεία από εκεί που με περίμεναν οι άλλοι. Πήγα προς τον ποταμό αλλά αυτός δεν θα με έβγαζε εκεί που ήταν το αυτοκίνητο.
ΕΡ: Ποιες ήταν οι πρώτες κινήσεις που κάνατε;
ΑΠ: Έψαξα να δω αν είχα αναπτήρα. Ήμουν βρεγμένος. Κρύωνα. Ήξερα ότι μόνο κινούμενος θα μπορούσα να έχω τη θερμοκρασία
ΕΡ: Δεν κουραστήκατε;
ΑΠ: Ήταν επίπονο, κοπιώδες, οδύσσεια πραγματική. Αν είχα αναπτήρα θα άναβα φρύγανα να ζεσταθώ λίγο έστω να ξεκουραστώ… Ακολούθησα τη ροή του ποταμού.
ΕΡ: Έχετε βρεθεί άλλοτε στη ζωή σας σε παρόμοια κατάσταση;
ΑΠ: Κι άλλες φορές βρέθηκα σε παρόμοια κατάσταση, όχι όμως να έχω χάσει τον έλεγχο. Ήταν στο Πελινναίο ήμουνα με ένα συγχωριανό, τον Γ. Σίμο από τη Λαγκάδα και βρεθήκαμε μία η ώρα στο βουνό επειδή έπαθε βλάβη το αυτοκίνητο και μείναμε εκεί όλη τη νύχτα. Τώρα όμως οδηγούμουν προς το άγνωστο, πήγαινα με αβεβαιότητα.
ΕΡ: Ο φόβος δεν σας κυρίευσε;
ΑΠ: Ουδένας φόβος. Η δύναμη της θελήσεώς μου ήταν, είπα «αν είναι θέλημα Θεού να επιζήσω, θα ζήσω. Φθάνει να μη με εγκαταλείψουν οι δυνάμεις μου, να έχω αντοχή». Δεν έχασα το θάρρος και την ψυχραιμία μου, τι να κάνω είπα, να παραδώσω το πνεύμα μου και να με βρούνε το πρωί νεκρό;
ΕΡ: Νιώσατε τον κίνδυνο;
ΑΠ: Βεβαίως και ένιωσα τον κίνδυνο. Μου έδωσε μια παρηγοριά ότι ξημέρωσε η νέα μέρα. Η νύχτα ήταν δύσκολη για μένα, διότι από τις 4 η ώρα νύχτωσε και έκανε κρύο, έβρεχε…
ΕΡ: Πότε άρχισε να διαφαίνεται μια ελπίδα;
ΑΠ: Όταν βρέθηκα στο τέλος του ποταμού που οδηγεί από τον Ανάβατο στη γέφυρα της Ελίντας. Είναι ένα καινούριο γεφύρι, δεν το γνώρισα, όταν έφτασα στην άσφαλτο σκέφτηκα να βρω τρόπο να ειδοποιήσω.
ΕΡ: Σκεπτόσασταν αυτούς που είχατε αφήσει πίσω;
ΑΠ: Αυτό περισσότερο μου έκοβε τη δύναμη, αισθανόμουν την ανησυχία και το άγχος που τους είχα φέρει.
ΕΡ: Τι έγινε στη συνέχεια;
ΑΠ: Όταν βρέθηκα στην άσφαλτο ήταν 7-7:30 το πρωί. Δεν εκάθισα για να ξεκουραστώ για να βρω το πρώτο σπίτι. Μέχρι που έφτασα στο δρόμο προς Ελίντα πέρασε μια παρέα από το Λιθί που επίσης πήγαιναν για Αμανίτες και με πήγαν στη Σιδηρούντα.
ΕΡ: Τι σκεφθήκατε όταν είδατε το αυτοκίνητο;
ΑΠ: Όταν είδα το αυτοκίνητο ήταν… άγγελος. Είπα «έστειλε ο Θεός τον άγγελό του να με προφυλάξει. Ήταν η μόνη μου παρηγοριά. Στάθηκα στη μέση του δρόμου για να με πάρει να πάω να βρω ένα κατάλυμα και να πάρω τηλέφωνο.
ΕΡ: Η πρώτη σας επικοινωνία ήταν με την πρεσβυτέρα;
ΑΠ: Ναι, εν τω μεταξύ είχαν έλθει περιπολικά, αστυνομία, ασθενοφόρο.
ΕΡ: Πώς κρίνετε την κινητοποίηση που έγινε για τη διάσωσή σας;
ΑΠ: Μόνος μου διασώθηκα, καμία βοήθεια δεν είχα. Εγώ βγήκα μόνος από την κάμινο της απελπισίας. Μόνος μου σώθηκα. Δε λειτούργησαν ως φαίνεται καλά, γιατί δεν μπορείς να χτενίζεις μια περιοχή μόνο όπου είχα πάει για αμανίτες. Μπορούσαν να συγκροτήσουν 2-3 μέτωπα αφού δεν με εύρισκαν στο σημείο. Δεν έγινε καμία περαιτέρω ενέργεια εξεύρεσης του προσώπου μου.
ΕΡ: Τι θα είχατε να πείτε για τους συγχωριανούς σας που έσπευσαν να σας αναζητήσουν;
ΑΠ: Ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου, ήταν συγκινητική η πράξη τους αυτή που επέδειξαν τόσο ενδιαφέρον και τόση αγάπη. Η ηθική ικανοποίηση ήταν μεγάλη.
ΕΡ: Ήταν η πιο συγκινητική στιγμή που ζήσατε τα χρόνια που είστε ιερέας;
ΑΠ: Ναι, στα 48 χρόνια που υπηρετώ το χωριό ήταν η πλέον συγκινητική. Ήταν η επιβράβευση της προσφοράς μου. Πέρασαν όλη τη νύχτα στο βουνό. Αυτό με συγκίνησε περισσότερο από όλα.
ΕΡ: Θα ξαναπάτε για αμανίτες;
ΑΠ: Βεβαίως και θα ξαναπάω. Είναι ένα χόμπυ, όπως το κυνήγι. Ένα από αυτά που μου αρέσει.
ΕΡ: Τι θα παίρνατε μαζί σας αν ανεβαίνατε ξανά στο βουνό;
ΑΠ: Δε θα φεύγαμε έτσι ανοργάνωτα. Χρειάζεται μια οργάνωση, έναν αναπτήρα, έναν μικρό φακό, ένα μαχαίρι ή ένα πριόνι για να κόψεις κάποιο κλαδί και βέβαια νερό. Εγώ είχα 20 ώρες να πιω νερό.
ΕΡ: Είχατε αφυδατωθεί;
ΑΠ: Σχεδόν είχα αφυδατωθεί. Βρήκα έναν νερόλιθο, έβαλα το πρόσωπό μου στην πέτρα και ήπια σαν την κατσίκα.
ΕΡ : Τελικά τι σας έσωσε;
ΑΠ: Η δύναμη της θελήσεώς μου και της πίστης στο Θεό. Είπα «γενηθήτω το θέλημά σου. Αν είναι θέλημα Θεού να επιζήσω, θα επιζήσω και η αντοχή που είχα. Δεν το έβαζα κάτω. Έλεγα πρέπει να ζήσω. Λέω αν κουρνιάσω σε μια γωνιά…Σήμερα θα ήμουν στην μακρόστενη…
Ευγ. Κ.