Του Γεωργίου Φωτ. Παπαδόπουλου- Κήρυκα του θείου λόγου
Σε κηρύγματα που πραγματοποίησα σε Ι. Ναούς της Ι. Μητροπόλεώς μας, με πλησίασαν νέα παιδιά και μου ζήτησαν να τους πω ποια είναι η θέση της Εκκλησίας γύρω από τον όρκο και την ορκωμοσία. Εγώ τους έδωσα δώρο από ένα βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου με τίτλο <<ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ Ο ΟΡΚΟΣ>> (των εκδόσεων της Αδελφότητος <<ΣΤΑΥΡΟΣ>>), όπου ζήτησα και αγόρασα αρκετά στο παρελθόν και τα διαθέτω δωρεάν σε όποιον θέλει να ενημερωθεί σχετικά, τους παρέπεμψα δε και σε Ιερείς Πνευματικούς- Εξομολόγους. Επειδή, όμως, αρκετοί χριστιανοί διχάζονται και μπερδεύονται βλέποντας πολλές φορές ορκωμοσίες και τα τοιαύτα (κυρίως μέσω της τηλεόρασης), θεώρησα καλώ να χαράξω δυο γραμμές, τις οποίες δημοσίευσα –εμπλουτισμένες αρκετά– και σε πνευματικά έντυπα πανελληνίου κυκλοφορίας. Εδώ λίγα λόγια εν συντομία προς διαφωτισμό των πιστών.
Ο όρκος αντιστρατεύεται τον λόγο του Ευαγγελίου, δηλαδή τον λόγο του Θεού. Υπάρχουν παραδείγματα ορκωμοσίας στην Παλαιά Διαθήκη την οποία, όμως, ο Κύριος συμπλήρωσε (με την Καινή) και ανέφερε <<μη ομώσαι όλως>>. <<Να μην ορκίζεστε καθόλου, διότι πίπτει ο άνθρωπος σε κρίμα και κατάκριση>>. Τούτο ισχύει και όταν πρόκειται να πας στρατιώτης, και όταν διορίζεσαι σε δημόσια υπηρεσία και όταν καταθέτεις σε δικαστήριο και οπουδήποτε αλλού.
Αναφορικά με τον όρκο είναι βέβαιο ότι, στην Καινή Διαθήκη όταν ο Πιλάτος ζήτησε ενόρκως μαρτυρία εισέπραξε την σιωπή του Κυρίου έναντι όσων είπε. Κάποιοι στο σημείο αυτό μπερδεύονται και προκαλείται σύγχυση διότι δεν ερμηνεύουν ορθά όσα είπε ο Κύριος. Το <<συ είπας>> που ανέφερε ο Κύριος έναντι του Πιλάτου είναι επιβεβαιωτικό της θεότητός Του και όχι του όρκου εν ονόματι του οποίου Τον εκάλεσε κατ΄ άνθρωπον ο Πιλάτος να απαντήσει εάν είναι ο Υιός του Θεού. Το ίδιο και για την άρνηση του Πέτρου μπροστά σε μια υπηρέτρια: Βρέθηκε σε στιγμή άρνησης και ανθρώπινης αδυναμίας και έκανε και χρήση του όρκου. Και γι΄ αυτά έκλαψε πικρά, στη συνέχεια, μετανιωμένος. Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι από εκκλησιαστικής πλευράς ο όρκος είναι ανεπίτρεπτος. Παρακάτω δε, εξηγούμε αναλυτικότερα κάποια στοιχεία περί ορκωμοσίας, μέσα από κείμενα του μακαριστού Γέροντα μας, Μητροπολίτου Φλωρίνης κυρού Αυγουστίνου, τα οποία διαφωτίζουν και επιβεβαιώνουν του λόγου μας το αληθές.
«Aδελφοί, τω Aβραάμ επαγγειλάμενος ο Θεός, επεί κατ΄ ουδενός είχε μείζονος ομόσαι, ώμοσε καθ΄ εαυτού λέγων· η μην ευλογών ευλογήσω σε και πληθύνων πληθυνώ σε» (Εβρ. ΣΤ΄, 13).
Ορκίστηκε ο Θεός! Tο ρητό αυτό επικαλούνται εκείνοι που επιμένουν ότι οι χριστιανοί πρέπει να ορκίζονται. Λένε· «Aφού ο Θεός ορκίσθηκε και έδωσε το παράδειγμα του όρκου, γιατί εμείς οι άνθρωποι να μην ορκιζόμαστε;».
Aπαντώντας λέμε ότι, όπως το ερμηνεύουν το ρητό διδάσκαλοι και Πατέρες της Eκκλησίας, εδώ δεν πρόκειται για μια ανθρωποπαθή έκφραση. Δηλαδή, όπως σε άλλες περιπτώσεις η Γραφή λέει ότι ο Θεός εφύσησε στο πρόσωπο του ανθρώπου και «εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν», ή ότι ο Θεός περπάτησε ή άκουσε ή είδε, χωρίς αυτά να σημαίνουν ότι ο Θεός φυσά, περπατεί, ακούει και βλέπει όπως ο άνθρωπος, έτσι κι εδώ λέγεται ότι ο Θεός ορκίσθηκε, για να φανεί ότι η μεγάλη υπόσχεση που έδωσε στον Aβραάμ είναι βεβαία και ασφαλής. Aνθρωποπαθής έκφραση. Συνεπώς στο ρητό αυτό δεν μπορούν να στηριχθούν αυτοί που το επικαλούνται για να ορκίζονται (όπως χαρακτηριστικά ανέφερε και ο μακαριστός Γέροντας π. Αυγουστίνος Καντιώτης, Μητροπολίτης Φλωρίνης).
Η Παλαιά Διαθήκη παρουσιάζει με τον απλό και κατανοητό αυτό τρόπο στη διάνοια των ανθρώπων τη θεία βούληση και ενέργεια. Ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης ο οποίος επέτρεπε τον όρκο σε ορισμένες περιπτώσεις και για συγκεκριμένο σκοπό (όπως και το διαζύγιο, για να μην σκοτώνουν τις γυναίκες, κατά παραχώρηση- και ήλθε ο Κύριος στην Καινή να πει ότι, όχι μόνον διαζύγιο δεν επιτρέπεται, παρεκτός λόγου πορνείας, αλλά ακόμη και γυναίκα να δεις προς ερωτική επιθυμία έχεις μοιχεύσει στην καρδιά σου- πνευματικά) ήταν ατελής. Και ο Κύριος τον συμπλήρωσε. Έτσι, ο όρκος είναι ανεπίτρεπτος. Υπεράνω όλων είναι ο λόγος του Κυρίου. Και ο Κύριος είναι ξεκάθαρος, δεν αφήνει περιθώρια επιλεκτικής ερμηνείας: Μην ορκίζεστε καθόλου. Τι θα πει μην ορκίζεστε μεταξύ σας αλλά μεταξύ εσάς και του κράτους να ορκίζεστε. Τι είναι το κράτος ; Υπεράνω του Θεού ; Ήμαρτον, Κύριε ! Όποιος μέλει να πει ψέματα, εφόσον δεν πιστεύει και είναι ασεβής, γιατί έρχεται το ίδιο το κράτος - και πολλάκις με τις ευλογίες της Εκκλησίας – να τον ορκίσει, δηλαδή να τον βάλει να κατακριθεί δυο φορές ; Μια γιατί ορκίζεται και μια διότι λέει ψέματα.
Με την λογική δε ορισμένων ότι, <<δεν ζούμε στην τέλεια κοινωνία των Αγίων>>, θα μετατραπούμε πρακτικά σε Νικολαίτες, δηλαδή τους οπαδούς εκείνης της θεωρίας που έλεγαν με δυο λόγια σε παράφραση: <<δεν είμαστε σε κοινωνία Αγίων και Δικαίων αλλά ο Θεός θα μας σώσει ότι και να κάνουμε, συνεπώς αμαρτάνετε ελεύθερα>>…! Έλεος, πλέον. Εάν κάποιος δεν φοβάται τον Θεό, δεν θα φοβηθεί να δώσει όρκο και να πει ψέματα. Τι να πούμε για τους ψευδομάρτυρες των δικαστηρίων ; Τι να πούμε για τους πολιτικούς (που ορκίζουν μάλιστα Κληρικοί…!!!) που ορκίζονται υπακοή στο Σύνταγμα της χώρας και στη Νομοθεσία και κατόπιν κλέβουν και ασελγούν κατά του Δημοσίου και των πολιτών ; Γιατί να έρχονται άνθρωποι της Εκκλησίας και να διαπράττουν αυτό το βαρύτατο αμάρτημα της υποβολής σε όρκο ανθρώπων, μάλιστα ήδη επίορκων ενίοτε, κατά παράβαση των ιερών κανόνων και των λόγων του Χριστού ;
Ούτε σε όσες φράσεις εντός της Αγίας Γραφής γίνεται μνεία σε <<μαρτυρία>>, δηλαδή πιστοποίηση, επιβεβαίωση, ομολογία, μπορεί κάθε ερμηνευτής της ή Κήρυκας να μεταφράζει τη λέξη αυτή σε <<όρκο>>. Μέγιστο λάθος. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και υπάρχει αντίστοιχη ερμηνεία και σημειολογία.
Συνεπώς, το συμπέρασμα είναι ένα: Δεν ορκιζόμαστε πουθενά, ούτε μεταξύ μας, ούτε σε δικαστήριο, διότι είμαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι και εφαρμόζουμε τον λόγο του Θεού. Επικαλούμαστε την τιμή και τη συνείδησή μας. Μπορεί οι ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ (και όχι μόνον, αλλά αυτούς τους μνημονεύουμε εδώ ιδιαίτερα διότι είναι βαπτισμένοι χριστιανοί επί το πλείστον), οι άθεοι και δεν ξέρω γω ποιοι άλλοι, να μην πιστεύουν και γι΄ αυτό να μην θέλουν να ορκιστούν, θεωρώντας ότι έτσι πλήττουν την Εκκλησία. Όμως, η Εκκλησία δεν θίγεται από πράξεις ανόητων (ούτε άπιστων) ανθρώπων και έπειτα η Εκκλησία διδάσκει την άρνηση του όρκου. Κι έτσι, εμείς, επειδή ακριβώς πιστεύουμε ενσυνείδητα και με θέρμη στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τηρούμε αυτά που ο Κύριος και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας εδίδαξαν, αρνούμαστε να ορκιστούμε.
Σύμφωνη με το λόγο του Xριστού είναι και η διδασκαλία των μεγάλων διδασκάλων και Πατέρων της Eκκλησίας, οι οποίοι κηρύττουν ότι όποιος ορκίζεται, έστω και αληθινά, παραβαίνει νόμο του Kυρίου, αμαρτάνει.
Aλλά θα πει κάποιος· «Aποφεύγω τους όρκους που κάνουν οι άνθρωποι αναμεταξύ τους όταν συζητούν. Σέβομαι το λόγο του Xριστού και αποφεύγω να ορκισθώ, έστω και αν με πιέζουν οι άλλοι και έχω συμφέρον να βεβαιώσω με όρκο το λόγο μου. Tηρώ την εντολή του Xριστού όσον αφορά τους ιδιωτικούς όρκους. Aλλά όταν το κράτος με καλεί στο δικαστήριο ως μάρτυρα και διατάζει να ορκισθώ, σας ερωτώ, τί πρέπει να κάνω; Eάν δεν ορκισθώ, θα υποστώ τις συνέπειες του νόμου· Θα μου απαγγελθεί κατηγορία και θα με τιμωρήσουν· έτσι μπλέκομαι σε περιπέτεια. Tι να κάνω λοιπόν, να ορκισθώ ή να μην ορκισθώ;».
Την απάντηση μας την δίδει και πάλι ο μακαριστός Γέροντας, π. Αυγουστίνος Καντιώτης, Μητροπολίτης Φλωρίνης: <>.
Αυτή είναι η αλήθεια που πρέπει να γνωρίζει ο κόσμος και να μην πλανάται..
Βέβαια, σήμερα, υπάρχει ένα νεότερο ΄΄φρούτο΄΄, ο <<πολιτικός όρκος>>. Μέγιστο λάθος να εφαρμόζεται από χριστιανό. Πολιτικό όρκο μπορεί να δώσει κάποιος μη χριστιανός ή κάποιος που δηλώνει άθεος, όχι όμως χριστιανός για να μην δώσει, δήθεν, θρησκευτικό και παραβεί τον Νόμο του Θεού. Διότι ο Χριστός είπε να μην ορκιζόμαστε καθόλου. Ούτε στον ουρανό ούτε στη γη, ούτε με κανενός είδους όρκο. Άρα, ο πιστός χριστιανός δεν δίδει κανέναν όρκο. Διότι δίδοντας πολιτικό αμαρτάνει και πάλι. Εδώ υπάρχει ατέλεια στις σχέσεις συναλληλίας μεταξύ Εκκλησίας- κράτους, και η ίδια η Εκκλησία πρέπει να ζητήσει από την Πολιτεία τον σεβασμό και την εφαρμογή των λόγων του Κυρίου. Δεν μας έφτανε η νομιμοποίηση της μοιχείας και της πορνείας, δεν μας έφτανε η αμφισβήτηση του Μυστηρίου του Γάμου από τον Καίσαρα (πολιτεία- κοσμική εξουσία) με την έλευση του ΄΄πολιτικού γάμου΄΄ (βλέπε νομιμοποίηση της πορνείας), ήλθε να βάλει τον χριστιανό στην αμαρτία και δια του όρκου μέσα από χρήση θρησκευτικών όρων που δεν σέβεται ενσυνείδητα- ουσιαστικά, αλλά φαινομενικά και για τυπικούς λόγους, ο κοσμικός νομοθέτης.
Εν κατακλείδι, σωστότερος (από εκκλησιαστικής άποψης) θεωρείται ο τρόπος επίκλησης της τιμής και υπόληψης- συνείδησης του μάρτυρα ή οποιουδήποτε καλείται να δεσμευτεί για την καταγραφή και ομολογία της αληθείας, όπως συνίσταται με την παρ. 3 του Άρθρου 408 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Προσωπικά, οφείλω, ως Κήρυκας του Θείου λόγου να κηρύττω την αλήθεια, τον λόγο του Κυρίου, των Αγίων Αποστόλων, των Πατέρων και της παράδοσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας κι ας έχω πέσει κι εγώ στα δίκτυα της θεομίσητης αυτής συνήθειας, για λόγους υπηρεσιακού καθήκοντος και ενασχόλησης περί τα κοινά, ιδιαίτερα σε προγενέστερη περίοδο, όπου δεν φρόντισαν οι πνευματικοί ιθύνοντες να μας εφιστήσουν την προσοχή στο σοβαρό αυτό ζήτημα (που μπορεί να στερήσει και την Θεία Μετάληψη επί ικανό χρονικό διάστημα- φανταστείτε τη σοβαρότητά του), έρμαιοι της κοσμικής κρίσης και εξουσίας.
Ωστόσο, όσοι μάθουν την αλήθεια ας φροντίσουν να μην ορκίζονται και όσοι ήδη το έπραξαν ας αναζητήσουν Πνευματικό- Εξομολόγο αιτούμενοι την άφεση της αμαρτίας αυτής.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου