Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 24/10/2010
Στην Ιεραρχία του πρώτου δεκαημέρου του Οκτώβρη κατατέθηκαν προβληματισμοί που συχνάπυκνά σε παρόμοιες Συνάξεις ακούγονται. Κυρίαρχη θέση στην αγωνία αρκετών Ιεραρχών έχει η διαφαινόμενη προσπάθεια απομάκρυνσης των θρησκευτικών συμβόλων από διάφορους χώρους (νοσοκομεία, δικαστήρια, σχολεία κτλ.) και κυρίως η δικαιολογημένη καχυποψία γύρω από τη διδασκαλία των Θρησκευτικών από την εκπαίδευση.
Η Ιεραρχία άκουσε, διαλέχθηκε και αποφάσισε: Η Συνοδική Επιτροπή της Παιδείας, διευρυνόμενη με ειδικούς, να μελετήσει τα όσα στοιχεία κατατέθηκαν και να ασχοληθεί η Διαρκής Ιερά Σύνοδος προκειμένου να επικοινωνήσει με τους αρμόδιους, εάν και εφ΄ όσον προκύψει πραγματικός λόγος ανησυχίας.
Και μόνο αυτή η νουνεχής τακτική της Διοικούσας Εκκλησίας ξεσήκωσε θύελλα εμπρηστικών τίτλων όπως «Ιερά Εξέταση», «Πού αντλεί το δικαίωμα η Εκκλησία (κατά πολλούς το παπαδαριό) να ελέγχει τα βιβλία» και άλλα πολλά.
Σκέφτηκα ότι εκτός από κάποιες ραδιοφωνικές αψιμαχίες μου επιβάλλεται να αποτυπώσω τις σκέψεις μου επάνω στο καυτό θέμα που έρχεται (;), μέσα στις πολλές σκοτούρες που έχει ο λαός μας.
Κατέφυγα στον μακαρίτη Αντώνη Τρίτση. Μη νομίσει κανείς πως δεν έχω άλλες πηγές. Διάλεξα τον Τρίτση επειδή έφυγε με το στίγμα του «αιρετικού».
Ο Αντώνης Τρίτσης λοιπόν, απευθυνόμενος στο Στ΄ Πανελλήνιο Θεολογικό Συνέδριο στην Αθήνα, την 5η Σεπτεμβρίου 1986, μεταξύ άλλων τόνισε με έμφαση τα εξής:
«Η παρουσία μου στο συνέδριό σας δεν στοχεύει απλώς σε ένα τυπικό χαιρετισμό. Στοχεύει αντίθετα σε κάτι πιστεύω ουσιαστικότερο, να σας υπενθυμίσω, ως εκπρόσωπος της πολιτείας, ότι έχετε ένα σημαντικό ρόλο στο γενικότερο εθνικό γίγνεσθαι, και ότι είναι επιτακτική πλέον η ανάγκη να αναλάβετε αυτόν τον ρόλο στην ολότητά του χωρίς ολιγωρίες.
Στο σημερινό εθνικό γίγνεσθαι δεν επαρκεί πλέον η διαμαρτυρία, γιατί ισοδυναμεί με αποποίηση ευθυνών και αυτοκατάργηση.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι ζούμε όλο και περισσότερο σε καθεστώς συνευθύνης όπως αυτό διαγράφεται από τους νέους δημοκρατικούς συμμετοχικούς θεσμούς που διαμορφώνονται συνεχώς στον τόπο μας από το 1974 και που στενεύουν- οι θεσμοί αυτοί- τα περιθώρια για ρόλους απόμακρων τιμητών του γενικότερου γίγνεσθαι. Ιδιαίτερα ισχύει αυτό στον χώρο της εκπαίδευσης. Είναι πλέον χώρος συνευθύνης». «Θεωρώ υποχρέωσή μου να σας υπενθυμίσω και κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό: Εχετε χρέος, εσείς ειδικά, να είστε αισιόδοξοι, ανεξάρτητα από την κρίση των καιρών. Και τούτο, γιατί αποτελείτε εσείς τους άμεσους λειτουργούς και εκφραστές του πρώτου και ισχυρότερου μηνύματος αισιοδοξίας που άκουσε η οικουμένη, του μηνύματος της Ορθοδοξίας... Είναι ένα μήνυμα αυτό της Ορθοδοξίας ανθρώπινο, αέναα ασυμβίβαστο και αέναα επαναστατικό. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το μεγάλο αυτό μήνυμα υψώθηκε τολμηρό ενάντια στην τότε μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη, τη Ρώμη, όταν ακόμα αυτή φαινόταν παντοδύναμη...».
«Η Ορθοδοξία αποτελεί τη γόνιμη στιγμή της συνάντησης- θα έλεγα της κατακλυσμικής συνάντησης- του Χριστιανισμού με τον Ελληνισμό... Δεν υπάρχουν δύο πρότυπα! Ομιλούμε για το ίδιο πρότυπο, ενδεχομένως ιδωμένο από διαφορετικές σκοπιές. Η συνύφανση Ελληνισμού και Χριστιανισμού μέσα από την Ορθοδοξία και η μοναδική ιστορική συνέχεια και των δύο είναι τέτοια που δεν επιτρέπουν διάσταση προτύπου. Αλλωστε ούτε και η σημερινή πολιτεία το επιτρέπει: Με τον νόμο 1566, που ψηφίστηκε τον περασμένο χρόνο και ο οποίος αναφέρεται στη δομή και στη λειτουργία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθορίζεται (για πρώτη φορά στην ιστορία της εκπαίδευσής μας) η συνταγματικά κατοχυρωμένη “ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης” (άρθρο 16, παρ. 2) να γίνεται σύμφωνα με τη θεολογία της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας μας. Για αυτόν τον σκοπό γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην “Ορθόδοξη χριστιανική παράδοση” (άρθρο 1, παρ. 1α) και στο “Ορθόδοξο χριστιανικό ήθος” (άρθρο 6, παρ. 2β). Δηλαδή η χριστιανική αγωγή συμπνευματίζεται με την όλη αυτοσυνειδησία του ελληνισμού και εκφράζει τους πόθους και τα οράματα του λαού μας, που είναι πόθοι και οράματα ελευθερίας σ΄ όλες της τις διαστάσεις, την εθνική, την ηθικοθρησκευτική, την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική, την πολιτισμική».
«... Ας μην παραγνωρίζουμε και μια άλλη αιτία της σημερινής κρίσης, που αισθανόμαστε σήμερα στην Ελλάδα. Είναι πρώτη φορά στη σύγχρονη εποχή που καλούμεθα οι Ελληνες να συγκροτήσουμε ένα συνεκτικό κοινωνικό σύστημα ζωής, από το επίπεδο της οικογένειας ως το επίπεδο του Εθνους, που να μη βασίζεται στην καταπίεση και στον αυταρχισμό της όποιας κορυφής, αλλά στην ελεύθερη βούληση και επιλογή. Τι πιο κοντά στο ιδανικό της Ορθοδοξίας!..».
«... Για την εσωτερική άμυνα του Εθνους και για την καλλιέργεια της δύναμης αφομοίωσης αποφασιστικός είναι ο ρόλος της Παιδείας, της Ελληνορθόδοξης Παιδείας του Εθνους...».
Επειδή όμως κάποιοι ενδεχομένως να επιμείνουν στην άποψή τους, παρά τα όσα μεταφέραμε από τη θέση που έλαβε ο Τρίτσης, θέτω το ερώτημα: Ως πολίτης, ποιος θα μου αφαιρέσει το δικαίωμα να έχω τη δική μου άποψη; Γιατί εγώ που δίνω Διαβεβαίωση ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας να φυλάττω το Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους, δεν μπορώ να καταθέσω τη γνώμη μου; Δεν επιθυμώ και δεν δύναμαι να την επιβάλω. Μπορώ όμως να τη διατυμπανίζω και όποιος θέλει ας την ακούσει. Μήπως υπάρχει αλήθεια κάποιος που παρασύρθηκε και πιστεύει ότι ένας Ιεράρχης, που ξεπέρασε τα πενήντα χρόνια στην υπηρεσία του Λαού, είναι δεύτερης κατηγορίας πολίτης; Λέω, μήπως!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου