Ιστολόγιο "Σύνδεσμος Κληρικών Χίου" 15 χρόνια (2008-2023) συνεχούς και συνεπούς παρουσίας στο διαδίκτυο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://syndesmosklchi.blogspot.gr/
Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου Ἦχος πλ. δ'. Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν, ἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετο, τὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξεν. Ἀλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύων, Πάτερ, Ἰωάννη Χρυσόστομε, πρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Σύνδεσμος Κληρικών της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου, Ψαρών και Οινουσσών, έτος ιδρύσεως 2007

Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

Γιά τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Συνέντευξη στό ρουμανικό περιοδικό «Familia Orthodoxa» 

Ερώτηση: Στό βιβλίο σας «Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς ως Αγιορείτης» γράφετε ότι ο άγιος Γρηγόριος είναι ένας άγιος, ο οποίος μπορεί νά βοηθήση πάρα πολύ τόν σύγχρονο άνθρωπο. Τί θά μπορούσαμε νά μάθουμε από τόν άγιο Γρηγόριο εμείς, οι οποίοι ζούμε σ’ έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από τόν κόσμο τού δεκάτου τετάρτου αιώνα; 

Απάντηση: Πέρα από αυτό πού λέτε, στό βιβλίο μου γράφω ότι η εποχή μας είναι παράλληλη μέ τήν εποχή στήν οποία έζησε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, δηλαδή υπάρχουν τά ίδια ρεύματα καί οι ίδιες παραδόσεις. Δηλαδή, τόν 14ο αιώνα στήν Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, τό λεγόμενο Βυζάντιο, υπήρχε μιά ζωντανή Ορθόδοξη Παράδοση, πού εξέφραζε ο άγιος Γρηγόριος, αλλά ταυτόχρονα υπήρχαν καί πολλά στοιχεία ουμανιστικά, πού σημαίνει ότι οι ουμανιστές στηρίζονταν πολύ στόν ανθρώπινο παράγοντα. Έτσι, υπήρχαν Χριστιανοί πού ζούσαν μυστηριακά καί ασκητικά, αλλά παράλληλα καί Χριστιανοί πού επηρεάζονταν από άλλες παραδόσεις καί στήν πραγματικότητα ήταν ουμανιστές, δηλαδή στηρίζονταν στόν ανθρώπινο παράγοντα.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αντιμετώπισε δύο πειρασμούς, ο ένας προερχόταν από τήν Δύση μέ τήν διδασκαλία τού Βαρλαάμ πού σαφώς ήταν ένας εκκοσμικευμένος Χριστιανισμός καί ο άλλος πειρασμός προερχόταν από τήν Ανατολή πού εκφραζόταν από τούς Οθωμανούς, στούς οποίους παρέμεινε αιχμάλωτος ένα σχεδόν χρόνο καί είχε συζητήσεις μαζί τους. Καί εμείς οι Ορθόδοξοι σήμερα δεχόμαστε προκλήσεις καί από τήν εκκοσμικευμένη χριστιανική Δύση καί από τήν ανθρωποκεντρική θρησκευτικότητα –μουσουλμανισμό– τής Ανατολής.

Έτσι, τήν εποχή τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά παρατηρείτο ένας σχολαστικισμός πού κέντρο έχει τήν λογική καί ένας ηθικισμός πού κέντρο έχει τό συναίσθημα καί τήν εξωτερική συμπεριφορά. Σέ αυτήν τήν περίπτωση ο άγιος Γρηγόριος υπεγράμμιζε τόν ορθόδοξο ησυχασμό πού είναι αναίρεση καί τού σχολαστικισμού καί τού ηθικισμού. Επίσης, τήν εποχή εκείνη υπήρχαν δύο παραδόσεις, στήν μία υπερτονίζονταν τά Μυστήρια σέ βάρος τής προσευχής, όπως δίδασκε ο Βαρλαάμ καί στήν άλλη υπερτονιζόταν η προσευχή σέ βάρος τών Μυστηρίων, όπως πίστευαν οι Μασαλιανοί.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η εποχή μας είναι παράλληλη μέ τήν εποχή τού 14ου αιώνος, όπου επικρατούν οι ίδιες παραδόσεις καί οι ίδιες επιρροές από τήν Ανατολή καί τήν Δύση, αλλά καί από εσωτερικές εγγενείς ουμανιστικές παραδόσεις. Πρόκειται γιά έναν ανθρωποκεντρισμό, μιά φιλαυτία καί ευδαιμονία πού είναι αντίθετα από τήν εκκλησιαστική παράδοση. Αυτό σημαίνει ότι θά πρέπει νά γνωρίζουμε πολύ καλά τήν Ορθόδοξη Παράδοση, όπως τήν εκφράζουν οι άγιοί μας παλαιοί καί νεώτεροι πού έχει τό πνεύμα τής προσευχής, τής λατρείας, τής θείας Κοινωνίας, τής φιλοθεΐας καί τής φιλανθρωπίας. Νά μάθουμε νά διακρίνουμε τί είναι καί τί δέν είναι ορθόδοξο, τί είναι καί τί δέν είναι εκκλησιαστικό. Διότι, ο βασικός κίνδυνος είναι ο συγκρητισμός, δηλαδή νά θεωρούμε ότι όλες οι παραδόσεις είναι ίδιες καί όλες οι θρησκείες μιλάνε γιά τόν ίδιο Θεό.

Ερώτηση: Σκεπτόμενοι τόν Κωνσταντίνο, τόν πατέρα τού Αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, στό ότι βίωνε οσίως, παρ’ όλο πού βρισκόταν μέσα στόν κόσμο καί κατείχε υπεύθυνο αξίωμα, –λόγω τού οποίου μάλλον εστερείτο τήν ειρήνη, εφόσον ήταν καί αυλικός– νομίζετε ότι εμείς ως σύγχρονοι άνθρωποι, θά μπορούσαμε σ’ αυτούς τούς καθόλου ήσυχους καιρούς νά βιώσουμε παρόμοια ζωή μέσα στήν αναταραχή τού κόσμου; Σέ τί έγκειται τέτοια ζωή;

Απάντηση: Πράγματι, ο πατέρας τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, καίτοι ήταν συγκλητικός, ζούσε μέσα στήν Ορθόδοξη Παράδοση, είχε απόλυτη πίστη στήν πρόνοια τού Θεού καί έκανε νοερά προσευχή καί κατά τήν διάρκεια τών συνεδριάσεων τής συγκλήτου. Όλοι τόν θεωρούσαν άγιο, γι' αυτό όταν συναντούσαν τά παιδιά του, όπως καί τόν Γρηγόριο, έλεγαν «τά παιδιά τού αγίου». Καί όταν βρισκόταν στά πρόθυρα τού θανάτου, στήν παράκληση τής γυναίκας του νά ζητήση από τόν αυτοκράτορα νά παραλάβη υπό τήν προστασία του τά παιδιά του, εκείνος απάντησε ότι τά αφήνει στήν Παναγία, τήν Μητέρα τού Χριστού. Αυτό δείχνει τήν μεγάλη πίστη τού ανθρώπου εκείνου.

Η χριστιανική ζωή, όπως μάς τήν παρέδωσε ο Χριστός καί τήν έζησαν οι άγιοι διά μέσου τών αιώνων, μπορεί νά βιωθή από όλους τούς ανθρώπους, σέ όλους τούς χρόνους καί τούς τόπους. Δέν έδωσε ο Χριστός άλλο Ευαγγέλιο γιά τούς μοναχούς καί άλλο Ευαγγέλιο γιά τούς εγγάμους, ούτε άλλο Ευαγγέλιο γιά τούς Χριστιανούς τής πρώτης Εκκλησίας καί άλλο γιά τούς μεταγενεστέρους. Όλοι πρέπει νά τηρούμε τήν ίδια ευαγγελική ζωή. Αυτό σημαίνει ότι θά πρέπει νά εκκλησιαζόμαστε τακτικά, νά συμμετέχουμε στά Μυστήρια τής μετανοίας καί τής θείας Ευχαριστίας, νά προσευχόμαστε στίς τακτικές, αλλά καί άλλες ώρες τής ημέρας, νά χρησιμοποιούμε τήν ευχή, τό «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», όπου καί άν βρισκόμαστε, καί νά τηρούμε τίς εντολές τού Χριστού.

Είναι πολύ χαρακτηριστικός ο επίλογος μιάς επιστολής, τήν οποία απέστειλε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στούς Χριστιανούς τής Θεσσαλονίκης, όταν ο ίδιος ήταν αιχμάλωτος στούς Οθωμανούς. Τούς λέγει ότι εμείς οι Χριστιανοί έχουμε ζωντανό καί αληθινό Θεό καί πρέπει νά έχουμε ζωντανή καί αληθινή πίστη η οποία θά εκφράζεται μέ έργα, γιατί εκείνος ο οποίος έχει νεκρά πίστη μέ τήν απραξία τών αγαθών έργων είναι νεκρός καί δέν ζή κατά Θεό. Επίσης, τούς συνιστά τόν τρόπο μέ τόν οποίον θά γίνουν υιοί τού Θεού. Όταν ο άνθρωπος απομακρύνεται από τήν κακία, παραμένη στήν χώρα τής αρετής, επιλαμβάνεται τών έργων τής μετανοίας καί προσμένη τόν Θεό, δέν θά λάβη μόνον τήν τελείωση τής ανθρώπινης αρετής, αλλά θά αποκτήση καί τίς υπερφυείς θεϊκές αρετές, διά τής ενοικήσεως μέσα του τού θείου Πνεύματος. Καί καταλήγει: «Ούτω γάρ θεοποιείται ο άνθρωπος». Αυτόν τόν λόγο ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς προσφέρει καί σέ μάς οι οποίοι θέλουμε νά είμαστε μαθητές του.

Καί κάτι ακόμη. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ως μοναχός στό Άγιον Όρος προσευχόταν μέ τήν κραυγή: «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος». Άν αισθανόμαστε ότι ο νούς μας –όχι η λογική, αλλά η νοερά ενέργεια– είναι εσκοτισμένος, άς προσευχόμαστε στόν Θεό νά τόν φωτίση, γιά νά βλέπουμε τήν ζωή μέσα από άλλη προοπτική, μέσα από τήν καθαρή καρδιά μας.

Ερώτηση: Τί είναι η καρδιά, κατά τήν Πατερική θεολογία; Πώς μπορούμε νά γνωρίσουμε τόν Θεό μέ τήν καρδιά, όχι μέ τήν διανόηση, γιά νά μήν πέσουμε στό λάθος πού έκανε ο Βαρλαάμ;

Απάντηση: Η καρδιά κατά τήν βιβλικοπατερική παράδοση είναι τό κέντρο τής υπάρξεως τού ανθρώπου, είναι ο χώρος, ο οποίος ανακαλύπτεται μέ τήν εν Χριστώ άσκηση, τήν αδιάλειπτη προσευχή καί στόν οποίον χώρο αποκαλύπτεται ο Θεός. Αυτό λέγεται πνευματική καρδιά καί είναι στό βάθος τής σωματικής καρδιάς, καί βεβαίως δέν είναι τό συναίσθημα. Ο ίδιος ο Χριστός είπε: «μακάριοι οι καθαροί τή καρδία, ότι αυτοί τόν Θεόν όψονται» (Ματθ. ε', 8).

Στήν Πατερική Παράδοση φαίνεται ότι, όταν οι Πατέρες κάνουν λόγο γιά τήν καρδιά, εννοούν κυρίως τό παθητικό μέρος τής ψυχής, πού αποτελείται από τό επιθυμητικό καί τό θυμικό. Επομένως, καρδιά είναι η δύναμη τής αγάπης καί η δύναμη τού θυμού. Μέ τήν αγάπη επιθυμούμε νά ενωθούμε μέ τόν Χριστό καί ο θυμός είναι η δύναμη εκείνη πού ενεργοποιεί αυτήν τήν επιθυμία. Δυστυχώς, αυτό τό επιθυμητικό καί τό θυμικό τό προσφέρουμε στήν κτίση καί αναπτύσσονται τά πάθη, αλλά όταν τό επαναφέρουμε πρός τόν Θεό, τότε η καρδιά καθαρίζεται. Έτσι η καρδιά λειτουργεί παρά φύσιν μέ τά πάθη καί υπέρ φύσιν, μέ τήν Χάρη τού Θεού καί τήν προσευχή.

Εκτός από τήν καρδιά υπάρχει στόν άνθρωπο τό λεγόμενο λογιστικό τής ψυχής, πού ενεργεί στόν εγκέφαλο. Μέ τήν λογική αποκτούμε γνώση τού περιβάλλοντος κόσμου, μελετούμε βιβλία, σχηματίζουμε σκέψεις γιά τόν τρόπο μέ τόν οποίο ζούμε, αλλά μέ τήν καρδιά αγαπάμε τόν Θεό καί τούς ανθρώπους. Έτσι υπάρχει η λογική ενέργεια πού δραστηριοποιείται στόν εγκέφαλο καί υπάρχει η νοερά ενέργεια, η οποία στήν φυσιολογική της κατάσταση ενεργοποιείται μέσα στόν χώρο τής καρδιάς, αυτής πού οι Πατέρες ονομάζουν βαθεία καρδία ή πνευματική καρδιά.

Τό πώς γνωρίζουμε τόν Θεό μέ τήν καρδιά καί όχι μέ τήν λογική είναι η ουσία τής πνευματικής ζωής. Συνήθως, όταν πονάμε από ένα συγκλονιστικό γεγονός, τότε ζούμε μέ τήν καρδιά. Έτσι, όταν έχουμε μετάνοια καί αναπτύσσεται ένας πόνος επειδή έχουμε απομακρυνθή από τόν Θεό, μαθαίνουμε νά ζούμε μέ τήν καρδιά. Αυτό θά μάς τό δείξη η πορεία τής πνευματικής μας ζωής. Τό γεγονός είναι ότι, όταν συνδεθούμε μέ κάποιον άνθρωπο πού ζή μέ τήν καρδιά, πού ο νούς του έχει αποδεσμευθή από τήν λογική, μπορεί νά μάθουμε νά συμπεριφερόμαστε καί εμείς καρδιακά. Αυτό γίνεται μέ όλες τίς επιστήμες, αφού χωρίς καθοδηγό, χωρίς δάσκαλο, είναι δύσκολο κανείς νά μυηθή στά μυστικά μιάς επιστήμης. Τό ίδιο γίνεται καί στά πνευματκά θέματα.

Θά πρέπει νά υπενθυμίσω τήν πορεία τών δύο Μαθητών πρός Εμμαούς μετά τήν ανάσταση τού Χριστού, όπως τό περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Οι μαθητές διακατέχονταν από πολλούς λογισμούς απελπισίας καί απογνώσεως, επειδή είχε σταυρωθή ο Χριστός, ενώ αυτοί ήλπιζαν ότι θά ήταν ο Μεσσίας πού θά τούς ελευθέρωνε από τήν κυριαρχία τών Ρωμαίων. Τότε τούς πλησίασε ο Χριστός καί άρχισε νά ερμηνεύη τίς Γραφές, πού ομιλούσαν γιά τό ότι έτσι έπρεπε νά γίνουν τά πράγματα. Καί σιγά σιγά άρχισε νά φλέγεται η καρδιά τους, όπως οι ίδιοι ομολόγησαν: «ουχί η καρδία ημών καιομένη ήν εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τή οδώ καί ως διήνοιγεν ημίν τάς γραφάς;» (Λουκ. κδ', 32).

Αυτό σημαίνει ότι οι λογισμοί πού ενεργούν στόν εγκέφαλο δημιουργούν φόβο, απελπισία καί απόγνωση, ενώ ο λόγος τού Θεού πού ενεργεί στήν καρδιά δημιουργεί αγάπη, πίστη, πόθο γιά τόν Χριστό. Καί τό θέμα είναι πώς θά απαλλαγούμε από τούς λογισμούς τής απογνώσεως καί τής απελπισίας, πώς θά φλεχθή η καρδιά μας από αγάπη γιά τόν Χριστό. Αυτό γίνεται όταν αποκτήσουμε οδηγό τόν Χριστό ή καθοδηγό κάποιον φίλο τού Χριστού καί θά μάθουμε πώς νά ζούμε εκκλησιαστικά.

Ερώτηση: Μέ τήν προοπτική τής παλαμικής διδασκαλίας, θά μπορούσατε, σέ λίγα λόγια, νά μάς πήτε ποιά είναι η ουσία τής ορθοδόξου πίστεως;

Απάντηση: Η βάση τής θεολογίας τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά είναι ότι ο Θεός είναι Φώς οι Πρωτόπλαστοι ζούσαν στόν Παράδεισο μέσα στό Φώς, μέ τήν αμαρτία απομακρύνθηκαν από τό Φώς καί σκοτίσθηκε ο νούς οι άγιοι όταν βλέπουν τόν Θεό, τόν βλέπουν μέσα στό Φώς τό Σώμα τού Χριστού μέ τήν ενανθρώπησή του έγινε πηγή τού ακτίστου Φωτός οι άνθρωποι εν Χριστώ πρέπει νά φθάσουν σέ μιά τέτοια κατάσταση ώστε νά βλέπουν τόν Χριστό ως Φώς, όπως οι τρείς Μαθητές πάνω στό Όρος Θαβώρ μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα καθαρίζεται η καρδιά καί φωτίζεται ο νούς καί μέ τήν θεία Κοινωνία λαμβάνουμε Φώς, γι' αυτό ψάλλουμε «είδομεν τό φώς τό αληθινόν...». Τό Φώς αυτό τού Θεού είναι η άκτιστη ενέργειά Του, πού σημαίνει ότι δέν έχει αρχή καί τέλος, δέν έχει δημιουργηθή, οπότε η μέθεξη αυτού τού Φωτός είναι η θέωση τού ανθρώπου. Αυτός είναι ο σκοπός τής πνευματικής ζωής.

Στήν συνέχεια ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς διδάσκει γιά τήν αξία τού ορθοδόξου ησυχασμού καί τής νηπτικής ζωής. Μέσα στά πλαίσια αυτά έκανε λόγο γιά τήν προσευχή, τήν νήψη, τήν κάθαρση τής καρδιάς, τήν αγάπη πρός τόν Θεό καί τούς ανθρώπους, τήν μετάνοια, κλπ. Είναι πολύ σημαντικό νά διαβάση κανείς τίς ομιλίες τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά πού έκανε στό ποίμνιό του στήν Θεσσαλονίκη. Σέ αυτές συνδυάζεται ο μεγάλος θεολόγος μέ τόν μεγάλο Πατέρα, ο θεόπτης διδάσκαλος μέ τόν ησυχαστή μοναχό, ο αντιρρητικός θεολόγος μέ τόν πνευματικό καθοδηγητή κλπ. Στήν πραγματικότητα μέ τίς ομιλίες αυτές ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μετέφερε όλη τήν θεοπτική καί ησυχαστική θεολογία στήν ζωή τών πιστών.

Φυσικά, δέν πρόκειται γιά δική του διδασκαλία, γι' αυτό δέν είναι απλώς «παλαμική» διδασκαλία, αλλά είναι η διδασκαλία τού Χριστού, όπως εκφράσθηκε από τόν Ίδιο, διά τών Προφητών, τών Αποστόλων καί τών αγίων διά μέσου τών αιώνων. Αυτήν τήν διδασκαλία τήν συναντάμε μέσα στήν Αγία Γραφή, τά κείμενα τών Πατέρων, τίς ευχές τών Μυστηρίων, καί τίς αποφάσεις τών Οικουμενικών Συνόδων. Έτσι συνδέεται σαφέστατα ο lex credendi (νόμος πίστεως) καί ο lex orandi (νόμος προσευχής). Δηλαδή, συνδέεται τό δόγμα μέ τήν προσευχή.

Τό σημαντικό είναι νά καταλάβουμε ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός, ότι η Εκκλησία είναι τό Σώμα τού Χριστού, ότι ο σκοπός τής ζωής μας είναι νά ενωθούμε μέ τόν Χριστό, λαμβάνοντας τό Άγιον Πνεύμα, ότι ο χρόνος τής ζωής μας είναι πολύ λίγος καί μέσα σέ αυτόν πρέπει νά θεραπευθούμε γιά νά δούμε τόν Θεό ως Φώς καί ότι η μέλλουσα ζωή είναι αιώνια καί θά πρέπει μέσα στόν λίγο χρόνο πού θά ζήσουμε νά εισέλθουμε στόν δρόμο τής μετανοίας. Θά πρέπει νά αγωνιζόμαστε νά ζούμε ως Χριστιανοί, όπως τό συνιστά τό Ευαγγέλιο, καί άν δέν μπορέσουμε νά ζήσουμε τέλεια ως Χριστιανοί, τουλάχιστον νά πεθάνουμε ως Χριστιανοί, μέ τήν μετάνοια καί τήν ελπίδα τής αιωνίου ζωής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: