Άρθρο του Νίκου Παπαχρήστου στο AMEN.gr
Ο λαός λέει ότι «δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά». Επίσης λέει ότι «το δις εξ αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού».
Όταν λίγο μετά τις εκλογές του 2009 οι πληροφορίες για φορολόγηση της Εκκλησιαστικής περιουσίας πλήθαιναν, εκκλησιαστικοί παράγοντες έσπευδαν να δηλώσουν ότι είχαν εξασφαλίσει τις κυβερνητικές «διαβεβαιώσεις» πως η φορολόγηση της Εκκλησίας θα ήταν τέτοια που δεν θα περιόριζε το φιλανθρωπικό της έργο. Επίσης δήλωναν ότι είχαν λάβει και «διαβεβαιώσεις» για την «απελευθέρωση» της δεσμευμένης εκκλησιαστικής περιουσίας.
Σύντομα όμως οι «διαβεβαιώσεις» όπως και οι ελπίδες τους αποδείχθηκαν φρούδες. Ο φόρος ήταν υψηλότερος από τον αναμενόμενο ενώ τα ακίνητα της Εκκλησίας παραμένουν δεσμευμένα.
Λίγο αργότερα κυκλοφόρησαν και πάλι νέες φήμες, αυτή την φορά για τις προσλήψεις των κληρικών και την αναλογία του 5-1. Και πάλι έγινε λόγος για κυβερνητικές «διαβεβαιώσεις» οι οποίες διέλυσαν τις εύλογες ανησυχίες της Ιεραρχίας. Αλλά όμως, «πριν αλέκτωρ λαλήσει», η αλήθεια ήρθε να διαψεύσει τις «διαβεβαιώσεις». Οι Ιερείς αντιμετωπίστηκαν ως κοινοί δημόσιοι υπάλληλοι – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάποιοι από αυτούς δεν συμπεριφέρονται έτσι - και εντάχθηκαν στην αναλογία 5-1, η οποία στην πραγματικότητα έγινε 10-1 και ουδείς γνωρίζει πόσο ακόμα θα αλλάξει στο εγγύς μέλλον. Ήδη αρκετοί νέοι κληρικοί παραμένουν αδιόριστοι ενώ από υπεύθυνα χείλη έχουν διατυπωθεί σκέψεις να συνεχίσουν την εργασία που ασκούσαν πριν την χειροτονία τους, ακόμα και αν χρειάζεται να φορούν λαϊκή περιβολή.
Στη συνέχεια ήρθε η αποκάλυψη πως η Τράπεζα της Ελλάδος ζητά και από τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ να καταθέσουν τα χρηματικά διαθέσιμά τους σε ειδικό λογαριασμό της, έτσι ώστε εκείνη αποκλειστικά να διαχειρίζεται και να επενδύει τα εν λόγω ποσά σε κινητές αξίες του ελληνικού Δημοσίου (π.χ. ομόλογα). Από την μέχρι σήμερα αλληλογραφία και τις συναντήσεις που έγιναν μεταξύ στελεχών της Ιεράς Συνόδου και του Διοικητή της ΤτΕ, τα αποτελέσματα δεν φαίνονται ενθαρρυντικά. Η Τράπεζα παραμένει ανυποχώρητη δίνοντας στην εκκλησιαστική διοίκηση διορία μέχρι το τέλος του χρόνου για να μετακινήσει τα χρηματικά της διαθέσιμα.
Και ύστερα από όλα αυτά, ήρθαν οι δημοσιογραφικές πληροφορίες που λένε ότι το υπουργείο Οικονομικών εισηγείται, μεταξύ άλλων, την περικοπή κατά 50% της μισθοδοσίας των κληρικών. Το υπόλοιπο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα αναλάβουν να καλύψουν οι Μητροπόλεις, χωρίς βέβαια να διερωτάται κανείς αν έχουν αυτή τη δυνατότητα. Αλήθεια που θα βρεθούν τα χρήματα για να καταβληθούν οι μισθοί; Από τα χρηματικά διαθέσιμα των Ναών, των Μητροπόλεων και της Συνόδου τα οποία διεκδικεί η Τράπεζα της Ελλάδος; Ή μήπως από τον χειμαζόμενο πιστό λαό που δεν αντέχει να πληρώνει άλλο;
Το δυσάρεστο είναι ότι από την πρώτη στιγμή που είδαν το φως της δημοσιότητας αυτές οι πληροφορίες, δημιούργησαν την αίσθηση ότι η εν λόγω πρόταση προωθείται ύστερα από συνεννόηση με όλους τους εμπλεκομένους.
Ότι δηλαδή και κάποιοι μέσα στην εκκλησιαστική διοίκηση κάτι έχουν ακούσει…
Το αρχικό μούδιασμα Ιεραρχών και κληρικών διαδέχθηκαν οι ανεπίσημες διαψεύσεις των σχετικών πληροφοριών της εφημερίδος δια στόματος συνεργατών του Αρχιεπισκόπου και στελεχών της Συνόδου. Μάλιστα, όπως έχω πληροφορηθεί, ζητήθηκε επίμονα από συγκεκριμένους κυβερνητικούς παράγοντες να υπάρξει επίσημη διάψευση αυτών των δημοσιογραφικών πληροφοριών. Κάτι που δεν συνέβη. Αντιθέτως, την Κυριακή ακολούθησε νεότερο δημοσίευμα, σύμφωνα με το οποίο, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός θα αναλάβει να σηκώσει το βάρος αυτής της απόφασης. Πληροφορία που επέτεινε την ανησυχία και το κλίμα ανασφάλειας μεταξύ των κληρικών.
Προφανώς διάφοροι εκκλησιαστικοί παράγοντες έχουν περιέλθει σε δύσκολη θέση. Φαίνονται να έχουν αντιληφθεί πως δεν μπορούν να εμπιστεύονται τις ποικίλες «διαβεβαιώσεις» που κατά καιρούς τους έχουν δοθεί. Μοιάζουν να μην γνωρίζουν πλέον τι θα τους ξημερώσει. Την ίδια στιγμή όλο και περισσότεροι κληρικοί διερωτώνται τι κάνει η Ιεραρχία και τι πρόκειται να συμβεί. Ο προβληματισμός τους μεγαλώνει. Και δεν έχουν άδικο.
Με τα σημαντικότερα ακίνητά της «δεσμευμένα», τα χρηματικά της διαθέσιμα να οδεύουν προς «αιχμαλωσία», με το ενδεχόμενο να κληθεί να καλύψει μισθούς κληρικών και λαϊκών και σε μια εποχή που το παγκάρι έχει αδειάσει, με ποιον τρόπο άραγε η Εκκλησία θα συνεχίσει να επιτελεί τον πολυδιάστατο κοινωνικό ρόλο της;
Και το ερώτημα αυτό, ακολουθεί ένα άλλο.
Μήπως κάποιοι επιδιώκουν να αφαιρέσουν από την Εκκλησία την εναπομείνασα περιουσία της και αφού με διάφορους τρόπους την αφήσουν απένταρη να προωθήσουν και τον χωρισμό με το Κράτος;
Αυτά τα ερωτήματα – και πολλά άλλα- βασανίζουν όλο και πιο έντονα Ιεράρχες, απλούς κληρικούς και λαϊκά μέλη της Εκκλησίας.
«Που πάμε;». Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος στο άρθρο του στην κυριακάτικη «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ». «Σε τέτοιες κρίσιμες ώρες που περνά ο τόπος μας ο δημόσιος λόγος γίνεται δύσκολο άθλημα» σημειώνει ο Αρχιεπίσκοπος ο οποίος, όμως, διαπιστώνει πως «πρέπει να αρθρωθεί λόγος».
Πράγματι, πρέπει επιτέλους να αρθρωθεί λόγος για όλα αυτά που συμβαίνουν στην Κοινωνία. Πρέπει να αρθρωθεί λόγος και για όλα αυτά που αγγίζουν και την Εκκλησία. Πρέπει να αναζητηθούν απαντήσεις πριν να είναι αργά. Πρέπει να αποτραπούν καταστάσεις που πιθανότατα θα οδηγήσουν σε δυσχερή θέση την Εκκλησία η οποία εκτός από την πνευματική αποστολή της επιτελεί και ένα τεράστιο κοινωνικό έργο.
Πρέπει, λοιπόν, να αρθρωθεί λόγος, τώρα! Γιατί αφενός «δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά» και αφετέρου, εάν τυχόν συνεχίσουν κάποιοι να επαναπαύονται σε κάθε λογής «διαβεβαιώσεις», φοβούμαι πως απλά θα επιβεβαιώσουν πως «το δις εξ αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου