ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ὁ ΜΥΡΟΒΛΥΤΗΣ, μεγαλομάρτυς
Πολιοῦχος τῆς Θεσσαλονίκης, προστάτης τῶν ῾Ελλήνων καὶ ὑπέρμαχος ᾿Ορθοδοξίας.
῾Η τιμή του μεταξὺ τῶν Σλάβων. ῾Ελληνικὲς ἐπιδράσεις
26 ᾿Οκτωβρίου
῾Η παραδοσιακὴ ἁγιολογικὴ φιλολογία γνωρίζει τρία εἴδη ἔργων ποὺ ἀναφέρονται στὸν ἀθλοφόρο Δημήτριο, ὅπως παρατήρησε καὶ ὁ F. Halkin. ῾Η ἁγιολογικὴ φιλολογία περιλαμβάνει Μαρτύρια (Passiones), Θαύματα (Miracula), καὶ ᾿Εγκωμιαστικοὺς Λόγους (Laudationes). Στὰ ἔργα αὐτὰ θὰ πρέπει νὰ προσθέσουμε ὄχι μόνο τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους ἀλλὰ καὶ τὰ θρησκευτικὰ λαϊκὰ ἄσματα.
Οἱ πηγὲς αὐτὲς εἶναι πλούσιες σὲ ὑλικὸ ἀπὸ τὸ ὁποῖο φαίνεται ὄχι μόνο ἡ εὐρεία διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὸν ἑλληνικὸ χῶρο, ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Σλάβους. ῾Η τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶναι γνωστὴ καὶ στὴ Δύση.
᾿Απὸ ἕνα Μαρτύριο ποὺ γράφηκε ἀπὸ ἀνώνυμο συγγραφέα, ἔχουμε ὑλικὸ ἀναγόμενο στὰ τέλη τοῦ πέμπτου ἢ ἀρχὲς τοῦ ἕκτου αἰώνα. Στὸ Μαρτύριο αὐτὸ ὑπάρχουν πληροφορίες ποὺ ἀναφέρονται στὴν κοινωνικὴ ζωὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ στὴν τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Οἱ ἱστορικοὶ στέκονται μὲ ἐνδιαφέρον στὸ κείμενο αὐτὸ γιατὶ βρίσκουν ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες, ποὺ διαφωτίζουν πλευρὲς τῆς Θεσσαλονίκης ποὺ τοὺς ἐνδιαφέρουν.
Τὰ βιβλία τῶν “Θαυμάτων” τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ περιέχουν θρύλους καὶ μιλοῦν γιὰ τὰ θαύματα τοῦ ῾Αγίου, ἀποτελοῦν βασικὴ πηγὴ γνώσεως τῆς ῾Ιστορίας τῶν Σλάβων καὶ τῶν Βουλγάρων. Τὸ ὑλικὸ τῶν βιβλίων αὐτῶν ἀποτέλεσε ἀντικείμενο ἔρευνας ἐπειδὴ ἀπ᾿ αὐτὰ (τὰ βιβλία) πληροφορούμαστε γιὰ τὴ στρατιωτικὴ ὀργάνωση, τὴν τοπογραφία τῆς πόλεως, ὅπως ἐπίσης καὶ γιὰ τὸν τεχνικὸ πολεμικὸ ἐξοπλισμὸ στὴ Βαλκανική. Τὰ βιβλία τῶν “Θαυμάτων” εἶναι τρία. Τὸ πρῶτο γράφηκε ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης ᾿Ιωάννη στὰ τέλη τοῦ ἕκτου ἢ ἀρχὲς τοῦ ἑβδόμου αἰώνα. ᾿Αποτελεῖται ἀπὸ δέκα τρεῖς διδακτικοὺς λόγους καὶ διαιρεῖται σὲ δέκα πέντε κεφάλαια. Τὸ δεύτερο βιβλίο ἀποτελεῖται ἀπὸ ἕξι διαλέξεις, ποὺ κάθε μία διηγεῖται κι ἕνα θαῦμα. ῾Ο συγγραφέας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ δὲν εἶναι ἀκόμη γνωστός. Πιθανότατα πρόκειται γιὰ κληρικό. Κατὰ τὶς νεότερες ἐκδοχὲς ὁ συγγραφέας τοῦ δευτέρου αὐτοῦ βιβλίου εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ὁ ἐπίσκοπος ᾿Ιωάννης, ποὺ πῆρε μέρος στὴν ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 680 στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐπὶ Κωνσταντίνου Πωγωνάτου. Μὲ τὸ συγγραφέα τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἀσχολήθηκαν ὁ G. Byei, ὁ Th. Tafel, ὁ E. Murelt καὶ ὁ V. Laurent. Τὸ τρίτο βιβλίο τῶν “Θαυμάτων” εἶναι ἔργο μεταγενέστερο τοῦ δεκάτου αἰώνα, καὶ δὲν ἐνδιαφέρει ἰδιαίτερα τοὺς Σλάβους ἱστορικούς.
Τὰ “Θαύματα” τοῦ ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης παρέχουν πληροφορίες γιὰ τὶς σλαβικὲς ἐπιδρομὲς καὶ γιὰ τὴν κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση. Οἱ πληροφορίες ποὺ παρέχουν τὰ βιβλία τῶν “Θαυμάτων” συμπληρώνονται κι ἀπ᾿ ἐκεῖνες τοῦ Παρισινοῦ 1517 ὑπὸ τὸ ὄνομα ᾿Ιωάννης, ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Μὲ τὸ ἐνδιαφέρον αὐτὸ κείμενο ἀσχολήθηκε ἰδιαιτέρως ὁ P. Lemerle, ὁ ὁποῖος τελικῶς ἐξέδωσε τὸ κείμενο ἐκ τοῦ κώδικα. ᾿Εκτὸς ἀπὸ τοὺς παραπάνω ἐρευνητές, μὲ τὰ βιβλία τῶν “Θαυμάτων” καὶ τὴ χρονολόγηση τῶν σλαβικῶν ἐπιδρομῶν, ἀσχολήθηκαν ὁ O. Tafrali, ὁ H. Gelzer, ὁ F. Uspenski, ὁ I. Burmov, ὁ St. Maslev καὶ ἄλλοι. ᾿Απὸ τοὺς ἡμετέρους ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε τὸ ὄνομα τοῦ Ε. Χρυσουλόπουλου, καὶ προσφάτως τοῦ Παναγιώτη Χρήστου.
Γιὰ τὴ διάδοση καὶ ἑδραίωση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου μεταξὺ τῶν Σλάβων καὶ εἰδικότερα μεταξὺ τῶν Βουλγάρων, ἰδιάζουσα σημασία ἔχουν ὁ Βίος τοῦ Κυρίλλου καὶ τοῦ Μεθοδίου, ἕνας Κανόνας στὸν ἅγιο Δημήτριο, γραμμένος ἀπὸ τοὺς δύο Θεσσαλονικεῖς ἀδελφούς, καὶ ἕνα ᾿Εγκώμιο τοῦ ἁγίου Κλήμεντος ᾿Αχρίδος.
Μεταγενέστερη ἐπεξεργασία τῶν “Θαυμάτων” καὶ τοῦ ἀρχαίου Μαρτυρίου ποὺ ἀναφέραμε, ἔγινε ἀπὸ τὸν ᾿Αναστάσιο Βιβλιοθηκάριο τὸν ἔνατο αἰώνα, πρὸς χάρη τοῦ Φράγκου αὐτοκράτορα Καρόλου Calvus στὴ λατινική. ῾Η ἐπεξεργασία αὐτὴ τοῦ ᾿Αναστασίου εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα τὴ διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ Δύση. ᾿Επίσης τὰ κείμενα τοῦ Συμεὼν Μεταφραστῆ (10ος αἰ.), τοῦ Νικήτα, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (12ος αἰ.), τοῦ ᾿Ιωάννου Σταυρακίου (13ος αἰ.), τοῦ Κωνσταντίνου ᾿Ακροπολίτου (13ος - 14ος αἰ.), τοῦ Συμεών, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (15ος αἰ.) καὶ τοῦ Μάρκου Εὐγενικοῦ (15ος αἰ.), συμπληρώνουν τὶς πληροφορίες τῶν “Θαυμάτων”. ᾿Ιδιαίτερα ἐνδιαφέρουσες εἶναι οἱ πληροφορίες τοῦ Νικήτα Χωνιάτη, τοῦ Εὐσταθίου Θεσσαλονίκης, τὸ ἐπίγραμμα τοῦ Θεοδώρου Βαλσαμῶνος, τὰ νομίσματα καὶ οἱ σφραγίδες, καὶ τέλος ἕνας ἀπόκρυφος Βίος καὶ δύο Λόγοι τοῦ Γρηγορίου Τσαμπλάκ. Τὰ παραπάνω κείμενα, μαζὶ μὲ τὶς σφραγίδες καὶ τὰ νομίσματα, διαφωτίζουν τὴν περίοδο τῆς δημιουργίας τοῦ Δευτέρου Βουλγαρικοῦ Κράτους, σὲ σχέση μὲ τὸ σφετερισμὸ τοῦ ἁγίου ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους. Πλούσιες ἐπίσης παραδόσεις βρίσκει ὁ ἐρευνητὴς καὶ στὰ ἔργα ἐκεῖνα ποὺ ἀναφέρονται στὴ διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ Ρωσία.
᾿Απὸ τὰ κείμενα ἐκεῖνα ποὺ μᾆς πληροφοροῦν γιὰ τὴν εὐρεία διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ῾Αγίου στὸ σλαβικὸ κόσμο καὶ ἰδιαίτερα μεταξὺ τῶν Βουλγάρων, ἐγείρονται ὁρισμένα προβλήματα. Τὰ προβλήματα ἀναφέρονται στὶς σχέσεις Σλάβων καὶ ῾Ελλήνων κατὰ τὴ μακρὰ περίοδο ἀπὸ τὸν 6ο ἕως τὸν 15ο αἰώνα. Εἰδικότερα γιὰ τοὺς Βουλγάρους πρέπει νὰ ἀναφερθοῦμε καὶ στὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας, κατὰ τὴν ὁποία ἀσκεῖ μεγάλη ἐπίδραση ὁ “Θησαυρός” τοῦ Δαμασκηνοῦ Στουδίτου (16ος αἰ.) μεταξὺ τῶν Σλάβων, ὅπως ἐπίσης καὶ στὰ λοιπὰ φιλολογικά τους κείμενα.
Οἱ πληροφορίες ποὺ παρέχουν οἱ ἀρχαιότερες πηγὲς καὶ οἱ ὁποῖες ἐπιβεβαιώνονται ἀπὸ τὴν ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη καὶ τὴν ἔρευνα, δὲν ἀφήνουν σήμερα καμμιὰ ἀμφιβολία περὶ τῆς καταγωγῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη, στὴν ὁποία γεννήθηκε γύρω στὸ 280 μ.Χ. καὶ στὴν ὁποία μαρτύρησε κατὰ τὸν μεγάλο διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ.
Οἱ πηγὲς ἀναφέρουν ὅτι ἡ λαμπρὰ καὶ ἐπιφανὴς πόλη τῆς Μακεδονίας, ἡ κορυφὴ τῆς Θεσσαλίας, ἡ “ὑπεριδρυμένη καὶ ὑπερέχουσα πάσης ἄλλης”, ἡ Θεσσαλονίκη, εὐτύχησε νὰ εἶναι ἡ γενέτειρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Σ᾿ αὐτὴν τὴν πόλη γεννήθηκε καὶ ἀναγεννήθηκε μὲ τὸ θεῖο λουτρὸ τοῦ βαπτίσματος. Εὐθὺς ἀμέσως, ἔχοντας καὶ τὸ χάρισμα τοῦ λόγου, ἐμφανίζεται καὶ διδάσκει στοὺς Θεσσαλονικεῖς. Διδάσκει ὄχι μὲ φόβο, ὅπως ἀναφέρουν οἱ πηγές, μήπως τὸν καταγγείλουν καὶ συλληφθεῖ ἢ μήπως χάσει τὸ ὑψηλό του ἀξίωμα, μὲ τὸ ὁποῖο τὸν περιβάλλει ἡ ρωμαϊκὴ πολιτεία, ἀλλὰ εὐθαρσῶς. Διδάσκει ὄχι τὴ νύκτα στὶς γωνίες κρυπτόμενος, ἀλλὰ τὴ μέρα “εὐπαρουσιάστως μηδεμίαν ἀνθρωπίνην δόξαν λογιζόμενος”.
Στὴ διδασκαλία του ὁ Δημήτριος εἶναι γλυκύς, ἑλκυστικός, πειστικότατος. Διαλύει τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων· ἀποκρούει τὶς κακοδοξίες, ἀνοίγει τὸ δρόμο πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. ῾Ο ἴδιος ἐπισφραγίζει τὴ ζωή του μὲ τὴ θυσία του. ῾Ομολογεῖ μὲ θάρρος τὴν πίστη του μπροστὰ στὸν ἔκπληκτο Μαξιμιανό· ὑπομένει ἀγογγύστως τὰ πρῶτα βασανιστήρια καὶ τέλος δέχεται τὸ μαρτύριο “χαίρων καὶ ἀγαλλόμενος”, διότι καταξιώνεται νὰ διωχθεῖ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας του. Προσφέρει τὴν πλευρά του καὶ χύνει τὸ αἷμα του, μιμούμενος ἔτσι τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ. ᾿Απὸ τὴ λογχισμένη πλευρά του τρέχει αἷμα, μὲ τὸ ὁποῖο ποτίζει τὸ ἀγλαόκαρπο δένδρο τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Η ὕπαρξη ναοῦ ποὺ χρονολογεῖται ἀπὸ τὴν πρώϊμη Κωνστάντεια ἐποχή, μαρτυρεῖ γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ ἀπέδιδαν οἱ Θεσσαλονικεῖς στὸν συμπατριώτη τους μάρτυρα. ᾿Αργότερα ὁ ἔπαρχος τοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ Λεόντιος, ἀφοῦ θεραπεύτηκε ἀπὸ βαρειὰ νόσο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Δημητρίου, ἀνήγειρε ναὸ πρὸς τιμὴ τοῦ μάρτυρα γύρω στὰ 412-413.
῾Ο δοξάσας τὸν Θεὸ ἀντιδοξάζεται ἀπ᾿ Αὐτόν. ῾Ο λύχνος δὲν κεῖται πολὺ ὑπὸ τὸν μόδιο, ἀλλὰ τοποθετεῖται “ἐπὶ τῇ λυχνίᾳ” γιὰ νὰ λάμπει καὶ φωτίζει πρὸς πᾆσα κατεύθυνση. ῎Ετσι συνδέεται μὲ τὴ γενέτειρά του, τὴ Θεσσαλονίκη, μὲ τὰ προβλήματα τοῦ ῾Ελληνισμοῦ καὶ ἀποβαίνει ὑπέρμαχος τῆς ᾿Ορθοδοξίας. ᾿Ακόμη πολὺ γρήγορα ἡ τιμή του διαδίδεται στὸν κόσμο τῶν Σλάβων συνδεόμενη ἰδιαιτέρως μὲ τοὺς Βουλγάρους καὶ τοὺς Ρώσους. ῎Ετσι, ἡ ἐπίδραση τῶν ῾Ελλήνων ἐπὶ τῶν Σλάβων διὰ τοῦ ἁγίου Δημητρίου, εἶναι μεγάλη.
῏Ηταν φυσικὸ ὁ ἅγιος Δημήτριος νὰ συνδεθεῖ μὲ τὴν πόλη στὴν ὁποία γεννήθηκε καὶ στὴν ὁποία μιμήθηκε μὲ πάθος τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Θεσσαλονικεῖς καταφεύγοντας στὸ “θεοπάροχο” μνῆμα του, τὸν περικαλῆ ναό του, παρακαλοῦσαν τὸν μεγαλομάρτυρα συμπατριώτη τους νὰ πρεσβεύει στὸ Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τους.
Σπανίως ἅγιος συνέδεσε τὴ μνήμη του τόσο πολὺ μὲ τὶς περιπέτειες καὶ ἀγωνίες τῆς πατρίδος του, ὅσο ὁ ἅγιος Δημήτριος. Στὶς ἀλλεπάλληλες ἐπιθέσεις τῶν Σλάβων καὶ ᾿Αβάρων, ᾿Αράβων καὶ Βουλγάρων, ὁ ἅγιος Δημήτριος πρωταγωνιστεῖ καὶ προστατεύει τὴν πόλη του ἀπὸ τοὺς ἐπιδρομεῖς. Βαρβαρικὲς φάλαγγες ἐπιτίθενται κατὰ καιροὺς μὲ μανία. ῾Ως ἄμμος τῆς θαλάσσης, ἀναφέρουν οἱ πηγές, ἐμφανίζονται οἱ ἐχθροί. Καταλαμβάνουν περιοχὲς τῆς Θράκης καὶ τῆς Μακεδονίας. Πλησιάζουν μὲ ἀκάθεκτη ὁρμὴ πρὸς τὴ Θεσσαλονίκη, κυριεύουν φρούρια καὶ προάστεια τῆς πόλεως. Πάνοπλοι οἱ ἐχθροὶ προετοιμάζονται γιὰ τὴν τελικὴ ἔφοδο κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης. Οἱ κάτοικοι ζητοῦν ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Δημητρίου βοήθεια. Παρακαλοῦν τὸ Θεὸ μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Δημητρίου νὰ μὴν πέσουν στὰ χέρια τῶν ἀλλοπίστων. ῎Εφιππος τότε ἐμφανίζεται ὁ ῞Αγιος, διατρέχοντας τὰ τείχη, καὶ συντρίβει μὲ δόρυ τοὺς ἐπιτιθεμένους. Τὰ σχέδια τῶν ἐχθρῶν ματαιώνονται. ῾Ο Θεὸς τοῦ Δημητρίου διατηρεῖ τὴν πόλη “ἀτάραχον” καὶ “ἄτρωτον”. Οἱ Θεσσαλονικεῖς δέχονται τὴ σωτηρία τους “θεόθεν”.
Σ᾿ ἄλλες περιπτώσεις, κρίσιμες γιὰ τὴν πόλη, ὁ ἅγιος Δημήτριος ἀποδεικνύεται ἐπίσης προστάτης. ᾿Απαλλάσσει ἀπὸ λιμοὺς καὶ ἀσθένειες τὴν πόλη του καὶ τὴ διατηρεῖ “ἐν εὐταξίᾳ”.
᾿Απὸ μεταγενέστερες ἱστορικὲς πηγές, ὁ ἅγιος Δημήτριος παρουσιάζεται νὰ θρηνεῖ ὅταν ἡ πόλη πέφτει στὰ χέρια τῶν ᾿Αγαρηνῶν. ᾿Αποκαλεῖ τὴ Θεσσαλονίκη “πόλιν του”. “῾Εάλω μοι ἡ πόλις” λέγει θλιμμένος στὸν ἅγιο ᾿Αχίλλειο, “ἑάλω μοι παραδοθεῖσα εἰς ἀφανισμόν. Βεβήλωταί μοι ὁ ναός· κατεπατήθη τὰ ἱερὰ ποσὶ βεβήλοις”.
῾Ο ἅγιος Δημήτριος ἀποβαίνει γιὰ τοὺς Θεσσαλονικεῖς “ἀκριβὴς φρουρός”, φύλαξ ἄυπνος, τεῖχος ἄσειστο κατὰ τῶν βαρβάρων, φιλόπολις καὶ κηδεμών, πολιοῦχος καὶ προϊστάμενος. ῾Η Θεσσαλονίκη ἀναδεικνύεται μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τοῦ μεγαλομάρτυρος, “θεοφύλακτος”, “θεοφρούρητος”, “θεόσωστος”.
᾿Αργότερα σὲ μέρες χαλεπές, σὲ στιγμὲς κρίσιμες γιὰ τὴν πόλη, οἱ πνευματικοὶ αὐτῆς ὁδηγοί, παρότρυναν τοὺς Θεσσαλονικεῖς νὰ θυμοῦνται τὶς εὐεργεσίες τοῦ μάρτυρος καὶ νὰ μιμοῦνται τὸ βίο του· νὰ ἀσκοῦνται στὴν ἀρετή, γιὰ νὰ ἔχουν τὸ θάρρος, ὑψώνοντας τὴ φωνή τους, νὰ ἀναφωνοῦν· “῾Ο Θεὸς τοῦ Δημητρίου βοήθει ἡμῖν”.
῾Ο τάφος τοῦ μάρτυρος μεταβάλλεται μὲ τὸν καιρὸ σὲ θαυματοφόρο τόπο. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος γίνεται χορηγὸς ἀγαθῶν. Πολλοὶ ποὺ προστρέχουν μὲ πίστη, λαμβάνουν τὴ θεραπεία τους ἀπὸ νόσους, ἐνῶ ταυτόχρονα, εὐαγγελίζονται τὴν παρουσία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος ἀποβαίνει γιὰ ὅλους τοὺς πιστοὺς “σῖτος τῶν πεινόντων”, “ἰατρὸς τῶν ἀσθενῶν”, “λυτρωτὴς τῶν αἰχμαλώτων”, “μεσίτης”.
Αὐτοκράτορες ὅπως ὁ ᾿Ιουστινιανὸς καὶ ὁ Μαυρίκιος, πιστεύουν ὅτι ἡ ἀσφάλεια τοῦ κράτους θὰ ἦταν βεβαία, ἂν εἶχαν καὶ τὴν προστασία τοῦ ἁγίου Δημητρίου, διὰ τῆς παρουσίας μέρους τῶν ἁγίων λειψάνων του. Ζητοῦν εὐλαβικὰ μέρος τῶν λειψάνων του, ἀλλὰ ὁ ἅγιος Δημήτριος δὲν τὸ ἐπιτρέπει, γιατὶ θέλει τὸ λείψανό του νὰ διατηρηθεῖ ἀκέραιο. ῎Αλλοι ἀποδίδοντας τὶς νίκες τους κατὰ τῶν ἐχθρῶν στὸν ῞Αγιο, τὸν τιμοῦν μὲ δωρεές, ὅπως ὁ ᾿Ιουστινιανὸς Β¢, ἢ μὲ ἐπιγράμματα καὶ ἀφιερώματα, ὅπως ὁ ᾿Ισαάκιος Β¢ ὁ ῎Αγγελος, ἐνῶ μεταφέρεται ἡ εἰκόνα του στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῆς πόλεως. Πλῆθος ναῶν ἀνεγείρονται πρὸς τιμὴν τοῦ ῾Αγίου καὶ πολλὲς εἰκόνες ἀνευρίσκονται σ᾿ ὅλα τὰ μέρη τῆς ἑλληνικῆς αὐτοκρατορίας “ὑπομνήματα ζήλου” πρὸς τὸν μάρτυρα.
Κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Φραγκοκρατίας, ἂν καὶ τὸ ἔ-θνος παρουσιάζει σημεῖα κάμψεως καὶ μελανὰ σύννεφα ἐμφανίζονται στὸν ὁρίζοντα, δημιουργοῦνται νέες τάσεις, ποὺ συντελοῦν στὴ δημιουργία τοῦ Νέου ῾Ελληνισμοῦ. Τὶς τάσεις αὐτὲς τὶς βρίσκουμε καὶ στὰ κείμενα ἐκεῖνα ποὺ ἀφιερώνονται στὸν ἅγιο Δημήτριο, γιὰ νὰ ὑπογραμμισθεῖ, ὅπως λέγει ὁ Νικόλαος Καβάσιλας, ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος κόσμησε τὴν ῾Ελλάδα μὲ νίκες καὶ δόξασε τοὺς ῞Ελληνες. ῾Ελλάδα γιὰ τὸ Νικόλαο Καβάσιλα εἶναι ὅλη ἡ αὐτοκρατορία καὶ ῞Ελληνες οἱ κάτοικοι αὐτῆς.
῾Ο ἅγιος Δημήτριος ἐμψυχώνει τοὺς ῞Ελληνες κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας. Αὐτὸ διαπιστώνεται ἀπὸ τὴν πίστη τῶν ῾Ελλήνων, ὅπως ἀποτυπώνεται στὰ μεταβυζαντινὰ κείμενα, στὰ ὁποῖα βρίσκουμε τὰ αἰτήματα τῶν ῾Ελλήνων γιὰ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τοὺς ᾿Αγαρηνούς. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος ἐμπνέει καὶ τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ 1821 στὸν τιτάνιο ἀγώνα τους κατὰ τῶν Τούρκων. ῾Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης θεωροῦσε τὸν ἅγιο Δημήτριο προστάτη του. Τέλος, δὲν εἶναι τυχαῖο καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Θεσσαλονίκη ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὶς 26 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 1912, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ πολιούχου της.
Τὰ γεγονότα ποὺ παραθέτουν οἱ πλούσιες πηγὲς ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἀπέβη προστάτης ὄχι μόνο τῆς πατρίδας του ἀλλὰ καὶ τῆς χώρας ἁπάσης, ἁπάντων τῶν ῾Ελλήνων καὶ τῆς ῾Ελλάδος. Τὸ δέκατο τέταρτο αἰώνα, σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενα τοῦ Νικολάου Καβάσιλα ἀλλὰ κι ἄλλες πηγές, ὅπως ἔδειξαν ἄλλοι ἐρευνητὲς τῆς περιόδου αὐτῆς, ἡ αὐτοκρατορία εἶναι πλέον ῾Ελληνική. Οἱ κάτοικοί της ῞Ελληνες. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος εἶναι ῞Ελλην.
Κατὰ τὶς πλούσιες πηγὲς ὁ ἅγιος Δημήτριος δὲν ὑπῆρξε μόνο προστάτης καὶ πολιοῦχος τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τῆς “χώρας ἁπάσης”, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀποφασιστικὸς πολέμιος τῶν αἱρέσεων καὶ διδάσκαλος τῆς ᾿Ορθοδοξίας.
῾Ο καθαρὸς καὶ ἄμεμπτος βίος του, τὸ διδακτικό του χάρισμα, μὲ τὸ ὁποῖο κήρυττε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ διέλυε τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων καὶ συνέτριβε τὶς αἱρετικὲς κακοδοξίες, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ “χριστομίμητο” μαρτύριό του, ἀπετέλεσε γιὰ τοὺς ὑπέρμαχους τῆς ᾿Ορθοδοξίας, πηγὴ ἐμπνεύσεως. ᾿Εγκωμιαστὲς τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ὑπεύθυνοι ποιμενάρχες, ἀντιμετωπίζοντας πολλὲς καὶ ποικίλες αἱρέσεις, ποὺ συγκλόνιζαν τὴν ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης, ἔθεταν στὸ στόμα τοῦ μάρτυρος τὴν ὀρθὴ τῆς ᾿Εκκλησίας διδασκαλία. ῎Ετσι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἐμφανίζεται παρὼν σὲ μεταγενέστερες ἐποχές, πολὺ μετὰ τὸ μαρτυρικό του θάνατο, ν᾿ ἀντιμετωπίζει θεολογικὲς καὶ χριστολογικὲς αἱρέσεις, ἐνῶ ταυτόχρονα διετύπωνε τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀλήθεια, ὅπως αὐτὴ εἶχε διατυπωθεῖ στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους. ῎Αλλοτε πάλι, ὑμνογράφοι ὅπως ὁ Ρωμανὸς ὁ Μελωδὸς καὶ ἄλλοι, ἔχοντας ὑπόψη τους τὸ φωτεινὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ βίο του καὶ τὸ μαρτύριό του στοιχεῖα πρὸς καταπολέμηση φοβερῶν γιὰ τὴν ἐποχή τους κακοδοξιῶν. ᾿Αργότερα οἱ φωτιστὲς τῶν Σλάβων Κύριλλος καὶ Μεθόδιος, Θεσσαλονικεῖς ῞Ελληνες ἀδελφοί, μεταφέροντας τὴ λαμπάδα τῆς πίστεως στὴ Μοραβία καὶ ἀντιμετωπίζοντας πολλαπλὲς δυσκολίες, ἔστρεφαν νοσταλγικὰ τὰ βλέμματά τους πρὸς τὸ ναὸ τοῦ Δημητρίου γιὰ νὰ ἀντλήσουν δύναμη καὶ θάρρος. ῎Ετσι μὲ τὴ βοήθεια καὶ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ῾Αγίου συμπατριώτη τους, οἱ δύο ἀδελφοὶ κρατοῦσαν ψηλὰ τὸ λάβαρο τῆς ᾿Ορθοδοξίας ποὺ κινδύνευε ἀπὸ τοὺς Λατίνους. Κατὰ τὸ 14ο αἰ., ὅταν ἡ ᾿Ορθοδοξία ἀγωνιζόταν κατὰ τοῦ σχολαστικισμοῦ, ἡσυχαστὲς πατέρες, μὲ πρῶτο τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾆ, ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, ἀπέδιδαν στὸ μεγαλομάρτυρα μοναχικὲς ἀρετὲς γιὰ νὰ ἐξάρουν τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμὸ καὶ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ποὺ βάλλονταν ἀπὸ τοὺς σχολαστικούς.
Διδάσκαλο καὶ προφήτη ἀποκαλεῖ τὸν ἅγιο Δημήτριο ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾆς, ἐπειδὴ δίδαξε τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἐνέπνευσε τοὺς διδασκάλους τῆς πίστεως. Κήρυκα τῶν μυστηρίων τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ᾿Ορθοδοξίας ὁ ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης, ἐνῶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ῾Αγιορείτης τὸν ἀποκαλεῖ καταλύτη τῶν αἱρέσεων.
῾Η Θεσσαλονίκη, δεύτερη πόλη μετὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀναπτύχθηκε σὲ πολιτιστικὸ κέντρο στὰ Βαλκάνια. Οἱ Σλάβοι, ἐρχόμενοι σὲ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ῞Ελληνες, εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ δημιουργήσουν “μιὰ δεύτερη Θεσσαλονίκη” μὲ ἀνάλογες παραδόσεις ποὺ ὑπῆρχαν στὴν πόλη τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
Τὰ δύο βιβλία τῶν “Θαυμάτων” ποὺ περιγράφουν τὶς ἐπιδρομὲς τῶν ᾿Αβαροσλάβων, ἐμφανίζουν τὸν ἅγιο Δημήτριο πρωταγωνιστή, ἐπεμβαίνοντα καὶ σώζοντα τὴν πατρίδα του. ῾Η πεποίθησις αὐτὴ ποὺ καλλιεργήθηκε καὶ βιώθηκε ἀπὸ τὸ λαό, γινόταν μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου καὶ πίστη τῶν Σλάβων ἐπιδρομέων. Οἱ πόλεμοι κατὰ τῶν ῾Ελλήνων καὶ ἡ ἐπέμβαση τοῦ ἁγίου Δημητρίου ὑπὲρ τῆς πατρίδος του, ἔπαιρναν χαρακτήρα θρησκευτικό. Οἱ Σλάβοι μὲ τὶς ἐπιδρομές τους κατέστρεφαν ναοὺς καὶ ἐπέφεραν φοβερὲς δηώσεις. Οἱ χριστιανοὶ ἐπικαλούμενοι πρῶτα τὸ Θεὸ καὶ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας καὶ τοῦ ἁγίου Δημητρίου, συνέβαλαν στὴ διάδοση τῆς χριστιανικῆς θρησκείας μεταξὺ τῶν Σλάβων καὶ φυσικὰ τῆς τιμῆς τοῦ ῾Αγίου. Τὰ βιβλία τῶν “Θαυμάτων” μιλοῦν γιὰ περιπτώσεις μεμονωμένων Σλάβων ποὺ ἀσπάσθηκαν τὴ χριστιανικὴ θρησκεία, τιμώντας στὴ συνέχεια τὸν μάρτυρα Δημήτριο.
῾Η διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου μεταξὺ τῶν Σλάβων, πρέπει νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἔγινε καὶ σὲ ὁμαδικὲς περιπτώσεις. ῞Οσοι κάτοικοι εἶχαν αἰχμαλωτισθεῖ ἀπὸ τὸν Χαγᾆνο κατὰ τὸν δεύτερο σλαβικὸ πόλεμο καὶ μεταφέρθηκαν στὴν Παννονία δὲ λησμόνησαν τὴν πίστη τους. ῞Ολοι αὐτοὶ μετέδιδαν καὶ τὴν τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴν Παννονία καὶ στὴ Δαλματία. Στὸ Σίρμιο, στὰ μέσα τοῦ 11ου αἰ., ὑπῆρχε μοναστήρι στὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἐνῶ στὶς σερβικὲς χῶρες ἄρχισαν νὰ ἐμφανίζονται ἐκκλησίες καὶ μοναστήρια στὸ ὄνομά του. ᾿Απὸ τὶς περιοχὲς αὐτές, ἡ τιμὴ τοῦ μάρτυρος μεταδόθηκε ἀργότερα καὶ στοὺς Μαγυάρους. ᾿Απὸ ἱστορικοὺς λέγεται ὅτι οἱ Σλάβοι ποὺ ἡττήθηκαν στὸ Στρυμόνα ἀπὸ τὸν ᾿Ιουστινιανὸ Β¢, εἶχαν ἀκούσει γιὰ τὴν προστασία τοῦ ἁγίου Δημητρίου πρὸς τοὺς πατριῶτες του, τοὺς Θεσσαλονικεῖς. Στὶς ἀγαθὲς ἐπιδράσεις τῶν ῾Ελλήνων ἐπὶ τῶν Σλάβων καὶ στὴ διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου μεταξὺ αὐτῶν, ἀναφέρεται καὶ ὁ ᾿Ιωάννης Καμενιάτης.
Τὴν τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου μεταξὺ τῶν Σλάβων ἑδραίωσαν οἱ δύο ῞Ελληνες Θεσσαλονικεῖς ἀδελφοί, Κύριλλος καὶ Μεθόδιος. ᾿Απὸ τὸ Βίο τοῦ Μεθοδίου καταφαίνεται ὅτι οἱ δύο ἀδελφοὶ τιμοῦσαν ἰδιαίτερα τὸν ἅγιο συμπατριώτη τους. Στὸ 15ο κεφάλαιο τοῦ Βίου τοῦ Μεθοδίου ἀναφέρεται ὅτι ὁ Μεθόδιος ἀφοῦ συμπλήρωσε τὸ ἔργο τῆς μεταφράσεως τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, “ἀπέδωκεν εἰς τὸν Θεὸν τὴν κατ᾿ ἀξίαν δόξαν καὶ τιμήν, διότι ἐχάρισε αὐτῷ τὴν χάριν καὶ τὴν δύναμιν τούτου”. ᾿Επίσης “μετὰ τοῦ κλήρου αὐτοῦ ἐτέλεσε τὴν θείαν λειτουργίαν πανηγυρίσας τὴν μνήμην τοῦ ἁγίου Δημητρίου”.
Στοὺς δύο ἀδελφοὺς ἀποδίδεται ἀπὸ τοὺς εἰδικοὺς καὶ ἕνας Κανόνας στὸν ἅγιο Δημήτριο. Στὴν ἐνάτη ὠδὴ τοῦ Κανόνος ἐκφράζεται μὲ ὡραιότατο λυρικὸ τρόπο ἡ νοσταλγία τῶν δύο ἱεραποστόλων γιὰ τὴν πατρίδα τους, τὴ Θεσσαλονίκη. ᾿Απὸ τὸ περιεχόμενο τοῦ Κανόνα φαίνεται, ὅτι οἱ δύο ἀδελφοὶ διαδίδοντας τὴν τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου μεταξὺ τῶν Σλάβων ἐνεφάνιζαν αὐτὸν ὄχι μόνον ὡς ἅγιο προστάτη τῆς πόλης, ἀλλὰ καὶ ὡς “ἥλιον” ποὺ μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία του κατεφώτισε τοὺς ἀνθρώπους, διαλύοντας κάθε πλάνη. ᾿Επίσης στὸν Κανόνα ἐπαναλαμβάνεται ὅτι ὁ ῞Αγιος ὑπῆρξε πρόμαχος τῆς ῾Αγίας Τριάδος, διδασκαλία ποὺ δὲ στερεῖται σημασίας, ἀφοῦ ὅλα τὰ ἀρχαῖα Μαρτύρια θέλουν τὸν ἅγιο Δημήτριο διδάσκαλο τῆς ῾Αγίας Τριάδος. Οἱ δύο ἱεραπόστολοι τῶν Σλάβων, διαδίδοντας τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ μορφώνοντας ὀρθόδοξα τὸ λαὸ ἀντιμετώπιζαν πολλὰ προβλήματα. ᾿Απὸ τὴ μιὰ πλευρὰ ἔπρεπε νὰ ξεπεράσουν τοὺς ἀντιφρονοῦντες στὸ τριαδικὸ δόγμα καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τοὺς Λατίνους ποὺ ὑποστήριζαν τὴν προσθήκη τοῦ Filioque στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως. Εἶναι ἐπίσης γνωστὸ ὅτι οἱ δύο ἀδελφοὶ εἶχαν ὑποστεῖ δεινὰ ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τῆς “τριγλωσσίας”. Γνωρίζοντας ὅμως ὅτι οἱ πηγὲς καὶ τὰ ἐγκώμια πρόβαλλαν τὸν ῞Αγιο ὡς διδάσκαλο καὶ ὑπέρμαχο τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ἦταν φυσικῶς ἑπόμενο νὰ συνεχίσουν τὴν παράδοση. Νὰ διδάξουν δηλ. καὶ στοὺς Σλάβους ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἦταν ὑπέρμαχος τῆς ῾Αγίας Τριάδος καὶ τῆς ᾿Ορθοδόξου πίστεως.
Στὸν Κανόνα δὲν παραλείπεται ἀκόμη νὰ τονισθεῖ ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἦταν πολὺ ὀνομαστὸς μεταξὺ τῶν βαρβάρων καὶ μάλιστα ἐκείνων ποὺ εἶχαν ἐπιτεθεῖ κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης. ᾿Αργότερα ὁ Νικόλαος Καβάσιλας θὰ τονίσει σὲ ἐγκώμιό του ὅτι ὁ συμπατριώτης του ἔπειθε ὅλους, ῞Ελληνες καὶ βαρβάρους, μὲ τὴ διδασκαλία του. ᾿Εὰν λάβουμε ὑπόψη μας ὅτι ὁ Καβάσιλας δὲν ἀναφέρεται μόνο στὴν ἐποχὴ ποὺ ἄκμασε ὁ ῞Αγιος, ἀλλὰ σ᾿ ὅλη τὴ δημιουργηθεῖσα παράδοση ποὺ θέλει τὸν ἅγιο Δημήτριο διδάσκαλο τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ ἐπίσης ὅτι ὁ μεγάλος αὐτὸς θεολόγος χρησιμοποιεῖ τὰ ὀνόματα “῞Ελλην” καὶ “῾Ελλάς” μὲ ἐθνικὴ πιὰ σημασία, καὶ μὲ τὴ λέξη “῾Ελλάς” ἐννοεῖ ὁλόκληρη τὴν αὐτοκρατορία, βάρβαροι εἶναι ὅλοι οἱ κατὰ καιροὺς ἐχθροὶ τῶν ῾Ελλήνων καὶ συνεπῶς καὶ οἱ Σλάβοι.
Εἰδικότερα, στὴ Βουλγαρία ἡ διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου. ῾Ο ἡγεμόνας τῶν Βουλγάρων Βόρις, καθὼς ἦταν διορατικὸς καὶ ἱκανός, διέβλεπε ὅτι ἡ θρησκεία τῶν συμπατριωτῶν του ἐκπροσωποῦσε τὸ σκότος, ἐνῶ ἡ χριστιανικὴ θρησκεία τὸ πνευματικὸ φῶς. Γνωρίζοντας ἐπίσης ὅτι οἱ γύρω του πολιτισμένοι λαοὶ ἦταν χριστιανοί, ἀποφάσισε ν᾿ ἀσπασθεῖ τὴ χριστιανικὴ πίστη. ῎Ετσι πίστευε ὁ Βόρις πὼς μποροῦσε ἡ χώρα του νὰ εἰσέλθει στὸν κύκλο τῶν πολιτισμένων λαῶν. ῾Ωστόσο φοβοῦνταν μήπως ἡ νέα θρησκεία ἀποβεῖ γιὰ τοὺς Βουλγάρους ἀμφίστομο μαχαίρι. Πίστευε δηλ. ὅτι ἐνῶ θὰ μποροῦσε μὲ τὴ νέα θρησκεία νὰ συνενώσει τοὺς πρωτοβουλγάρους καὶ Σλάβους, ταυτόχρονα ζοῦσε μὲ τὴν ἀγωνία μήπως ἀποδεχόμενος τὴ χριστιανικὴ θρησκεία, θὰ ἐξυπηρετοῦνταν τὰ συμφέροντα τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.
῾Η δημιουργία τοῦ Βουλγαρικοῦ κράτους εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σημαντικὰ γεγονότα τῆς μεσαιωνικῆς ἱστορίας. Σπουδαῖο ρόλο στοὺς στόχους καὶ τὶς ἐπιδιώξεις τοῦ Βόριδος διεδραμάτισε ὁ Κλήμης, ἐπίσκοπος ᾿Αχρίδος. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ διδασκάλου του Μεθοδίου τὸ 885, ὁ Κλήμης ἐπέστρεψε στὴ Βουλγαρία καὶ βρῆκε τοὺς ὁμοφύλους του σὲ κρίσιμη κατάσταση. Τὸ Βουλγαρικὸ ἔθνος εἶχε ἤδη δεχθεῖ τὸ Χριστιανισμὸ πρὶν ἀπὸ εἴκοσι χρόνια (864). ῾Η διάδοση ὅμως τῆς νέας θρησκείας προχωροῦσε μὲ βραδὺ ρυθμό. Αἰτία τῆς βραδύτητας αὐτῆς ἦταν ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ ἡ ἔλλειψη βιβλίων γραμμένων στὴ βουλγαρικὴ γλῶσσα.
῾Ο Κλήμης ἐργάστηκε μὲ ζῆλο καὶ ἀπέκτησε 3500 μαθητές. Διέδωσε τὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀνήγειρε ναούς, καὶ ἵδρυσε σχολεῖα. Μεταξὺ τῶν ἔργων τοῦ Κλήμεντος διασώζεται μέχρι σήμερα καὶ ἕνα ᾿Εγκώμιο στὸν ἅγιο Δημήτριο. ᾿Απὸ τὸ κείμενο αὐτό, ποὺ χαρακτηρίζεται κείμενο μεγάλης ἱστορικῆς σημασίας, φαίνεται ὅτι ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶχε διαδοθεῖ μεταξὺ τῶν Βουλγάρων, ἀφοῦ ἐν ὀνόματι τοῦ μεγαλομάρτυρος, συνετελεῖτο ἡ καταπολέμηση τῆς εἰδωλολατρίας. Στὸ ᾿Εγκώμιο αὐτὸ ὁ ἅγιος Δημήτριος ὑμνεῖται ὡς διδάσκαλος τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ ὡς ἀληθινὸς ὁμολογητὴς τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Δύο ἀκόμη διδακτικοὶ λόγοι εἶχαν ἐκδοθεῖ μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κλήμεντος, οἱ ὁποῖοι ἀργότερα, τὸν δέκατο πέμπτο αἰώνα, χρησιμοποιήθηκαν ὡς λόγοι ἐγκωμιαστικοὶ γιὰ τὸν ἅγιο Δημήτριο. ῾Η ἐξύμνηση τοῦ ἁγίου Δημητρίου ὡς διδασκάλου τῆς ᾿Ορθοδοξίας γίνεται ἐξ ἐπιδράσεως τῶν ἀρχαίων Μαρτυρίων τοῦ ῾Αγίου καὶ τῆς προβολῆς τοῦ μάρτυρος ἀπὸ τοὺς δύο ῞Ελληνες ἀδελφούς, Κύριλλο καὶ Μεθόδιο.
῎Ετσι, μὲ τὴν καθιέρωση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ Βουλγαρία, ἀγωνιστοῦ κατὰ τῆς πλάνης καὶ ὑπερμάχου τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας, ὁ ῞Αγιος ἀπέβαινε λαμπρὸ παράδειγμα χριστιανικῆς πίστεως. Κατόπιν, μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Σχολῆς τῆς ᾿Αχρίδος, πρὸς τὴν ὁποία ἀπεστάλη ὁ Κλήμης ἀπὸ τὸν Συμεών, βασιλέα τῶν Βουλγάρων (893-927), φαίνεται ὅτι ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου διαδιδόταν καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Βουλγαρίας. Στὶς μέρες τοῦ Συμεὼν Βούλγαροι ἱερεῖς πήγαιναν στὸ Κίεβο, ὅπως τοῦτο μαρτυρεῖται ἀπὸ παλιὰ βουλγαρικὰ χρονικά, καὶ διέδιδαν τὴν τιμὴ τοῦ μεγαλομάρτυρος.
᾿Αναφερόμενοι στὶς τεταμένες σχέσεις ῾Ελλήνων καὶ Βουλγάρων ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ Σαμουήλ, παρατηροῦμε τὰ ἑξῆς: Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ Βασίλειος Β¢ ταπείνωσε τοὺς Βουλγάρους τὸ 1014, ἀφοῦ προηγουμένως ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ζήτησε τὴ βοήθεια τοῦ μάρτυρος. Πρωτεργάτης τῶν Βουλγάρων κατὰ τῶν ῾Ελλήνων ἦταν ὁ γιὸς τοῦ Σαμουὴλ Γαβριήλ-Ραδομῖρος. ῾Ο Σταυράκιος ἀποκαλεῖ τὸν Ραδομῖρο “ἄνδρα θηριώδη”, “μανιακόν”, “φόνιον τὴν γνώμην”, ἐνῶ ὁ Κωνσταντῖνος ᾿Ακροπολίτης “δυσώδη”, “κακοῦ κόρακος ὠόν”, “ἔκγονον ἐχίδνης”, καὶ “γέννημα θηρὸς ἀτίθασον”. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος ποὺ ἄκουσε τὴν ἐπίκληση τῶν συμπατριωτῶν του “Σῶσον Δημήτριε”, ἔσπευσε πρὸς βοήθεια τῆς πόλεως. Τότε ἐμφανίσθηκε ἔφιππος νὰ φονεύει τὸν Ραδομῖρο. Εἶναι ἀποδεκτὸ ὅτι ὁ Ραδομῖρος φονεύτηκε ἀπὸ τὸν ἐξάδελφό του ᾿Ιωάννη, τὸν ἀποκαλούμενο Βλαδισλάβο ἢ ᾿Ααρών. Στὸν εἰκονογραφικὸ κύκλο ὑπάρχει ἀνάλογη παράσταση, ποὺ ἐμφανίζει τὸν ἅγιο Δημήτριο νὰ φονεύει ἔφιππος τὸν Ραδομῖρο. Οἱ Βούλγαροι μέχρι τὴν ὁριστικὴ καὶ ἀποφασιστική του ἐξέγερση τὸ 1186 ἔκαναν καὶ ἄλλες προσπάθειες, ἀλλὰ ἀπέτυχαν.
Οἱ πρωτεργάτες τῆς βουλγαρικῆς ἐπαναστάσεως “ὁμογενεῖς καὶ ταυτόσποροι” ᾿Ασὲν Α¢ καὶ Πέτρος, κατὰ τὸν Νικήτα Χωνιάτη, παρουσιάστηκαν στὸν αὐτοκράτορα ᾿Ισαάκιο Β¢ ῎Αγγελο καὶ ἀπαίτησαν ἴση στρατολογικὴ μεταχείριση. Μετὰ τὴν ἀποτυχία τους ἐπέστρεψαν στὸ Τύρνοβο καὶ ἐκεῖ μελετοῦσαν τὸν τρόπο δράσεως καὶ ἐκδικήσεως τῶν ῾Ελλήνων. Τὰ γεγονότα ποὺ στὸ μεταξὺ μεσολάβησαν τοὺς βοήθησαν στὶς ἐνέργειές τους. ῾Ο αὐτοκράτορας ᾿Ισαάκιος Β¢ ῎Αγγελος (1185-1195) βρῆκε τὴν αὐτοκρατορία σὲ δυσχερῆ θέση. Οἱ Νορμανδοὶ εἶχαν καταλάβει τὸν ᾿Ιούνιο τοῦ 1185 τὸ Δυρράχιο καὶ στὶς 24 Αὐγούστου τοῦ ἑπόμενου ἔτους τὴ δεύτερη πόλη τῆς αὐτοκρατορίας, τὴ Θεσσαλονίκη. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ θεωρήθηκε ἐξαιρετικὰ σημαντικό. ᾿Ενέπνευσε τοὺς δύο ἀδελφούς, Πέτρο καὶ ᾿Ασέν, νὰ προχωρήσουν στὸ ἐγχείρημά τους. Αὐτοὶ ἡγήθηκαν τοῦ ἐπαναστατικοῦ κινήματος. Οἱ δύο ἀδελφοὶ γνώριζαν ὅτι ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἦταν διαδεδομένη τόσο στὴ Βουλγαρία ὅσο καὶ στὴ Ρωσία. ῎Ηξευραν ἀκόμη ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος θεωροῦνταν προστάτης τῆς Θεσσαλονίκης τιμούμενος ἀπὸ ὅλη τὴν αὐτοκρατορία. ᾿Επίσης γνώριζαν ὅτι ὁ μεγαλομάρτυρας ἦταν ἕνας ῞Αγιος οἰκουμενικὸς τιμώμενος ἀπὸ τοὺς ᾿Ορθοδόξους. Οἱ ἁγιογραφίες τοῦ μάρτυρος καὶ τὰ ἀνάγλυφα ποὺ σώζονται ἀπὸ τὸν ἑνδέκατο αἰώνα καὶ στὴ Βουλγαρία, ἀποτελοῦν ἀπόδειξη τῆς εὐρύτατα διαδεδομένης τιμῆς του στὴ Βουλγαρία.
῾Η Θεσσαλονίκη ὅμως, τὴν ὁποία ἐπὶ αἰῶνες προστάτευε ὁ ῞Αγιος, ἔπεσε στοὺς Νορμανδούς. Τὸ ἐξαιρετικὸ αὐτὸ γεγονὸς φρόντισαν νὰ ἐκμεταλλευθοῦν κατάλληλα οἱ δύο πρωτεργάτες. Διέδιδαν ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἐγκατέλειψε τὴ Θεσσαλονίκη καὶ τοὺς ῞Ελληνες ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους καὶ ὅτι ὁ Θεὸς τὸν ἔστειλε προστάτη ἑνὸς ὑπόδουλου λαοῦ, ποὺ πίστευε στὸ Χριστὸ καὶ ἦταν ὀρθόδοξος. Τὸ σφετερισμὸ αὐτὸ ἐξυπηρετοῦσαν καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Θεσσαλονικεῖς μὲ ὅσα πίστευαν ἢ ἔλεγαν, ὅτι ὁ ῞Αγιος καὶ ἡ Παναγία τοὺς ἐγκατέλειψαν ἐξ αἰτίας τῶν ἀνομιῶν τους.
῾Ο Εὐστάθιος Θεσσαλονίκης, ποὺ περιγράφει τὴν ἅλωση τῆς πόλεως ἀπὸ τοὺς Νορμανδοὺς, εἶχε προειδοποιήσει τοὺς συμπατριῶτες του ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος θὰ τοὺς ἐγκατέλειπε, ἂν δὲν μετανοοῦσαν. Οἱ Θεσσαλονικεῖς αἰσθάνθηκαν τὴν ἐγκατάλειψη αὐτὴ μετὰ τὴν ἅλωση. Καὶ ὁ Μιχαὴλ Χωνιάτης, στὴ Μονωδία του θρηνεῖ τὴ Θεσσαλονίκη γιὰ τὴν ἅλωση ἀπὸ τοὺς Νορμανδούς. ῾Η Θεσσαλονίκη ἦταν μιὰ εὐδαίμων πόλη, γιατὶ εἶχε κοντά της τὸν καλό της ποιμένα, τὸν καθηγητή της, τὸν σοφό, τὸν “σωτῆρα”, τὸν πολιοῦχο, τὸν πρόβολο καὶ κίονα, τὸν ἅγιο Δημήτριο. Μετὰ τὴν ἅλωση, λέγει ὁ Χωνιάτης, ἡ πόλη ἔμεινε χήρα, χωρὶς προστάτη, γυμνὴ ἀπὸ προστασία.
῏Ηταν, λοιπόν, πολὺ φυσικὸ οἱ Βούλγαροι νὰ ἐκμεταλλευθοῦν τὰ γεγονότα. Γρήγορα-γρήγορα ἀνήγειραν ναὸ στὸ Τύρνοβο στὸ ὄνομα τοῦ μάρτυρος, φροντίζοντες ἔτσι μὲ τὴν ἀναζωπύρωση τοῦ θρησκευτικοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος νὰ ἐπιτύχουν τοὺς στόχους τους. ῾Ο Νικήτας Χωνιάτης, ποὺ ἀφηγεῖται τὴν ἐξέγερση τῶν ᾿Ασενοβιτῶν, μιλάει γιὰ τὸν τρόπο ἐκμεταλλεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ ἁγίου Δημητρίου, στὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου ἐξεγέρθηκαν οἱ Βούλγαροι. Γιὰ τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τοῦ Τυρνόβου προσκλήθηκαν τρεῖς ῞Ελληνες μητροπολίτες, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἦταν καὶ ὁ Βιδύνης. Οἱ μητροπολίτες αὐτοί, ποὺ δὲ γνώριζαν τὶς προθέσεις τῶν ἐπαναστατῶν, ὄχι μόνον ὑποχρεώθηκαν νὰ καθαγιάσουν τὸ ναό, ἀλλὰ κυρίως νὰ χειροτονήσουν κάποιο Βασίλειο καὶ νὰ τὸν ἀνυψώσουν σὲ ἀρχιεπίσκοπο Τυρνόβου. ῾Ο Βασίλειος στὴ συνέχεια ἔστεψε τὸν ᾿Ασὲν βασιλέα τῶν Βουλγάρων. ᾿Επειδὴ ἡ χειροτονία τοῦ Βασιλείου ἦταν πράξη βίας, φαίνεται καθαρὰ ὅτι οἱ Βούλγαροι, ἔκαναν διπλὴ ἐπανάσταση. Πολιτικὴ καὶ ἐκκλησιαστική.
Οἱ ἐξεγερθέντες κατέλαβαν ὅλη τὴν παραδουνάβια Βουλγαρία. Κάτω ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ κυριαρχία ἔμειναν μόνο μερικὲς πόλεις ποὺ ἦταν καλὰ ὀχυρωμένες. ῾Ο ᾿Ισαάκιος κατὰ τὴν ἀντεπίθεσή του πῆρε μερικὰ φρούρια, πιθανότατα καὶ στὸ Τύρνοβο. ᾿Απὸ ἕνα ἐπίγραμμα τοῦ Θεοδώρου Βαλσαμώνα φαίνεται ὅτι ὁ αὐτοκράτορας βρῆκε τὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τὴν ὁποία οἱ Βούλγαροι εἶχαν χρησιμοποιήσει κατὰ τὴν ἐξέγερσή τους.
᾿Απὸ τὸ ἐπίγραμμα ποὺ φέρει τὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ισαακίου φαίνεται ὅτι ὁ αὐτοκράτορας ἀνέλαβε ἀντεπίθεση κατὰ τῶν Βουλγάρων ἐπικαλούμενος τὴν προστασία τοῦ ἀθλοφόρου. ῾Ο αὐτοκράτορας ἀποκαλεῖ τὸν ἅγιο Δημήτριο “προστάτην μέγαν ἐν ταῖς κατ᾿ ἐχθρῶν συμπλοκοστρατηγίαις”. Θέτοντας τὸν ἅγιο Δημήτριο ὁ αὐτοκράτορας προστάτη του, λέγει, ὅτι δὲν ἰδιοποιεῖται τὸν ἅγιο ἀπὸ φθόνο. Καὶ ἀπὸ τὸ ἐπίγραμμα αὐτὸ διαπιστώνει ὁ μελετητὴς ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος εἶχε εἰσέλθει στὴ ζωὴ ὁλόκληρης τῆς αὐτοκρατορίας μὲ τὴν ὁποία εἶχε συνδεθεῖ.
᾿Αποφασιστικὸς συνεχιστὴς τῶν δύο ἀδελφῶν Πέτρου καὶ ᾿Ασὲν Α¢ ὑπῆρξε ὁ τρίτος ἀδελφός τους ᾿Ιωάννης ἢ ᾿Ιωαννίτζης, γνωστὸς μὲ τὸ ὄνομα Καλογιάννης ἢ Σκυλογιάννης. ῾Ο Καλογιάννης προχώρησε ἀκόμη περισσότερο στὶς προσδοκίες τῶν Βουλγάρων. ᾿Απευθύνθηκε πρὸς τὸν πάπα ᾿Ιννοκέντιο Γ¢ καὶ ζήτησε νὰ τοῦ ἀποδοθεῖ τὸ τσαρικὸ στέμμα καὶ νὰ ἀναγνωρισθεῖ ἡ ἀνεξαρτησία τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Επίσης ζήτησε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Τυρνόβου νὰ λάβει τὴν πατριαρχικὴ ἀξία.
᾿Επὶ Καλογιάννη τὸ Βουλγαρικὸ κράτος διηύρυνε τὰ ὅριά του. Αὐτὰ ἐπεκτάθηκαν πρὸς δυσμάς, νότια καὶ νοτιοδυτικὰ καὶ συμπεριέλαβε τὴ Μακεδονία μὲ τὰ Σκόπια, τὴν ᾿Αχρίδα καὶ τὴ Βέροια. ῾Ο Καλογιάννης ἦταν ἡγεμόνας τῶν Βουλγάρων, τὴν ἐποχὴ ποὺ ἡ Κωνσταντινούπολη βρισκόταν κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Φράγκων. Οἱ ῞Ελληνες αἰσθάνονταν τὴν ἀνάγκη νὰ ἀγωνισθοῦν καὶ νὰ ἀνασυστήσουν διὰ τοῦ δεσποτάτου τῆς ᾿Ηπείρου τὴν αὐτοκρατορία. ῾Ο Καλογιάννης ὅμως ἦταν τὸ μεγάλο ἐμπόδιο. ῞Υστερα ἀπὸ πολλές του ἐπιτυχίες ἐπιχείρησε νὰ καταλάβει καὶ τὴ Θεσσαλονίκη. Πέθανε ὅμως ἀπὸ πλευρίτιδα τὸ 1206. Οἱ ῞Ελληνες ἀπέδωσαν τὸ θάνατό του σὲ θεία δίκη. ᾿Ενῶ ὁ ᾿Ακροπολίτης μιλάει γιὰ νόσο ἀπὸ τὴν ὁποία πέθανε ὁ Καλογιάννης, ὁ Σταυράκιος παραδίδει τὰ ἑξῆς· λίγο πρὶν ἐπιτεθεῖ ὁ Καλογιάννης κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ἅγιος Δημήτριος “ἔφιππος ἐφ᾿ ἵππου λευκοῦ τῷ βουλγαράνακτι φαίνεται καὶ καιρίαν ἀκοντίζει παρὰ χρῆμα τὸν ἄθλιον”. Τὸ γεγονὸς αὐτό, ὅπως καὶ πολλὰ ἄλλα, εἰσῆλθε στὸν εἰκονογραφικὸ κύκλο τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
῾Ο ἀνταγωνισμὸς Βουλγάρων καὶ ῾Ελλήνων, κατὰ τὴν ἱστορικὴ αὐτὴ φάση, ἀπεικονίζεται στὰ νομίσματα καὶ τὶς σφραγίδες. Οἱ Βούλγαροι τσάροι μιμοῦνται τοὺς βυζαντινοὺς στὴν κοπὴ νομισμάτων. Φέρουν τὰ ἴδια διακριτικὰ ποὺ φέρουν καὶ οἱ βυζαντινοί, φέρουν δηλ. σταυρό, λάβαρο, σφαίρα κ.ἄ. ῎Εχοντας κι αὐτοὶ προστάτη τους τὸν ἅγιο Δημήτριο, ἀντέγραφαν τοὺς ῞Ελληνες καὶ ὡς πρὸς τὴν κατασκευὴ σφραγίδων καὶ νομισμάτων. ῾Η μορφὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου κυριαρχεῖ. Στὰ νομίσματα στὴ μιὰ πλευρὰ εἰκονίζεται ὁ ῞Αγιος καὶ στὴν ἄλλη οἱ βασιλεῖς.
᾿Απὸ τοὺς ἡγεμόνες τῆς ᾿Ηπείρου διακρίθηκε ἰδιαιτέρως ὁ Θεόδωρος Α¢ ῎Αγγελος Κομνηνὸς Δούκας, ἐπειδὴ εἶχε ἐπιτυχίες καὶ κατὰ τῶν Λατίνων καὶ κατὰ τῶν Βουλγάρων. ῾Η Συνοδικὴ Πράξη μὲ τὴν ὁποία ἀναγορεύτηκε ὁ Θεόδωρος αὐτοκράτορας, λέγει ὅτι ἔγινε “ρύστης μετὰ Θεὸν καὶ σωτὴρ ἡμέτερος” καὶ ὅτι “ὑπὲρ ἀφανισμοῦ μὲν τελείου τῶν καταπολεμησάντων ἡμᾆς ἀθέων Λατίνων, ἔτι δὲ καὶ τῶν ἐκ τοῦ Αἴμου Σκυθῶν” ἀγωνίστηκε μὲ γενναιότητα. ᾿Απὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Θεοδώρου ὑπάρχουν νομίσματα, μὲ τὴ μορφὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου. ᾿Ανάλογα νομίσματα ἔκοψαν καὶ οἱ Βούλγαροι. Τὸ ἴδιο ἔκαναν καὶ ὡς πρὸς τὶς σφραγίδες. Στὶς σφραγίδες εἰκονίζεται ἄλλοτε ὁ βασιλιὰς ᾿Ασὲν Β¢ καὶ ἄλλοτε ὁ Μπορὺλ (1207-1218). Δίπλα στοὺς Βουλγάρους βασιλεῖς εἰκονίζεται ὁ ἅγιος Δημήτριος. Σὲ χρυσὲς σφραγίδες μὲ τὴ μορφὴ τοῦ ᾿Ασὲν Β¢ ὁ βασιλιὰς εἰκονίζεται ὄρθιος φέροντας πλούσια ἐνδύματα καὶ στέμμα. Στὸ δεξιό του χέρι κρατεῖ λάβαρο, ἐνῶ ἡ ἐπιγραφὴ χαρακτηρίζει τὸν ᾿Ιβὰν ᾿Ασὲν Β¢, “βασιλέα Βουλγάρων καὶ ῾Ελλήνων”. Στὴν ἄλλη πλευρὰ κάθεται ὁ ἅγιος Δημήτριος πάνω σὲ θρόνο φέροντας φωτοστέφανο. ῾Η χρυσὴ αὐτὴ σφραγίδα ἔχει ἰδιάζουσα σημασία γιατὶ σ᾿ αὐτὴν εἰκονίζεται ὁ ᾿Ιβὰν ᾿Ασὲν Β¢, ὁ ὁποῖος νίκησε τὸν Θεόδωρο. ῞Οπως εἶναι γνωστὸ ὁ Θεόδωρος φιλοδοξοῦσε ν᾿ ἀνακτήσει τὴν Κωνσταντινούπολη. ῎Ετσι ὁ ᾿Ιβὰν ᾿Ασὲν Β¢ μποροῦσε πιὰ σὰν θριαμβευτὴς νὰ ἀναγορεύεται “βασιλεὺς Βουλγάρων καὶ ῾Ελλήνων”. Καταβάλλεται δηλ. μιὰ προσπάθεια ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους, ἐπειδὴ σημείωσαν κάποιες ἐπιτυχίες, σφετεριζόμενοι τὸν ἅγιο Δημήτριο, νὰ δημιουργήσουν Νέα Ρώμη, τῆς ὁποίας κέντρο νομίζουν ὅτι μποροῦσε νὰ εἶναι τὸ Τύρνοβο.
Στὴν περίοδο τῆς δημιουργίας τοῦ δευτέρου Βουλγαρικοῦ κράτους, οἱ Βούλγαροι ἐπιδιώκουν νὰ στηριχθοῦν ἀκόμη περισσότερο στὸν ἅγιο Δημήτριο. Γύρω στὰ 1335 ὁ πατριάρχης Τυρνόβου Θεοδόσιος, ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὶς ἀντιλήψεις μιᾆς ἰσχυρῆς βουλγαρικῆς κινήσεως, ἔπαυσε νὰ μνημονεύει στὰ Δίπτυχα τὸ ὄνομα τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχη καὶ νὰ παίρνει τὸ ἅγιο μύρο ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. ᾿Αντὶ γιὰ ἅγιο μύρο χρησιμοποίησε μύρο ἀπὸ τὰ λείψανα τῶν ἁγίων καὶ ἰδιαιτέρως τοῦ ἁγίου Δημητρίου. ῎Ετσι καὶ μὲ τὴν πράξη αὐτὴ ὁ ἅγιος Δημήτριος χρησιμοποιήθηκε ἀκόμη μιὰ φορὰ γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν συμφερόντων τῶν Βουλγάρων. ῾Ο πατριάρχης Θεοδόσιος εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὴ Θεσσαλονίκη, ὅταν ἀκόμη ἦταν μοναχός, γνώριζε τὸ στενὸ σύνδεσμο τῶν Θεσσαλονικέων μὲ τὸν Πολιοῦχο τους καὶ γι᾿ αὐτὸ χρησιμοποίησε τὸ μύρο του. ῾Υπὸ τὴν αὐτὴ ἐπίδραση τελώντας καὶ ὁ πατριάρχης Εὐθύμιος μετέφρασε τὸ Βίο τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
Μὲ ὅσα ἀναπτύξαμε, φαίνεται, ὅτι οἱ Βούλγαροι, κατὰ τὴ δημιουργία καὶ ἑδραίωση τοῦ δευτέρου κράτους τους, αἰσθάνθηκαν τὴν ἀνάγκη νὰ στηρίξουν καλὰ τὶς ἐπιδιώξεις τους. Τότε ἔρριψαν καὶ τὴν ἰδέα περὶ καταγωγῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἀπὸ σλαβικὴ οἰκογένεια.
Σὲ χειρόγραφο τοῦ δέκατου ἕκτου αἰώνα τῆς πατριαρχικῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Κάρλοβιτς βρέθηκε ἕνας Βίος τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ χαρακτηρίσθηκε ἀπὸ τὸν ἐκδότη του K. RadcÚenko ὡς ἀπόκρυφος. ῾Ο ἀπόκρυφος αὐτὸς Βίος τοῦ ἁγίου Δημητρίου χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν δέκατο τέταρτο αἰώνα. ῎Αξια προσοχῆς εἶναι τὰ ἑξῆς σημεῖα: α) ῾Ο ἄριστος σύνδεσμος τῆς οἰκογενείας τοῦ Δημητρίου καὶ τοῦ ἴδιου μὲ τοὺς κορυφαίους ᾿Αποστόλους Πέτρο καὶ Παῦλο. β) ῾Ο τονισμὸς σὲ τρία καὶ περισσότερα σημεῖα τοῦ κειμένου, ὅτι οἱ ᾿Απόστολοι κήρυτταν τὸν τριαδικὸ Θεό. 3) ῾Ο ἐνταφιασμὸς τοῦ σώματος τοῦ Δημητρίου μετὰ τὸ μαρτύριο ἔγινε ἐντὸς φρέατος, καὶ 4) ῾Η καταγωγὴ τοῦ πατέρα τοῦ Δημητρίου ἀπὸ βουλγαρικὴ οἰκογένεια. ᾿Ακόμη, ὁ πατέρας τοῦ Δημητρίου κατεῖχε τὴν πρώτη θέση στὴ Θεσσαλονίκη. ᾿Εκεῖνο ποὺ ἀξίζει νὰ ὑπογραμμισθεῖ δὲν εἶναι τόσο ὁ “ἀναχρονισμός” καὶ οἱ “συγχύσεις” ποὺ ὑπάρχουν στὸ Βίο αὐτό, ὅπως παρατήρησαν τόσο ὁ K. RadcÚenko καὶ ἡ ῾Ηλιάδου, οὔτε πάλι οἱ ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὴ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἀλλὰ ἡ “πληροφορία” ὅτι ὁ πατέρας τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἦταν Βούλγαρος. ῞Υστερα ἀπ᾿ ὅσα εἴπαμε γιὰ τὶς προσπάθειες τῶν Βουλγάρων νὰ σφετερισθοῦν τὸν ἅγιο Δημήτριο, δὲν δυσκολευόμαστε νὰ ἐξηγήσουμε τὸν “θρύλο” αὐτό. Οἱ Βούλγαροι, ἀφοῦ προσπάθησαν νὰ οἰκειοποιηθοῦν τὸν ἅγιο Δημήτριο καὶ νὰ τὸν ἐμφανίσουν προστάτη τους, δὲ δίστασαν νὰ πλάσσουν τὸ μύθο τῆς καταγωγῆς του ἀπὸ Βούλγαρο πατέρα. Τὸ ἴδιο ἄλλωστε ἔκαναν καὶ περὶ τῆς καταγωγῆς τῶν Θεσσαλονικέων ἀδελφῶν Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου.
῾Ο ἅγιος Δημήτριος βρίσκεται στὸ ἐπίκεντρο τοῦ βίου τῶν χειμαζομένων Βουλγάρων, κατὰ τὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας. Τοῦτο διαπιστοῦται ἀπὸ τὰ φιλολογικὰ κείμενα τῆς περιόδου αὐτῆς. ῾Ο ῞Αγιος ἀποβαίνει γιὰ τοὺς δεινοπαθοῦντες σύμβολο ἀγωνιστῆ καὶ μάρτυρος, ὅπως ἄλλωστε τὸ ἴδιο συνέβη νωρίτερα γιὰ τοὺς ῞Ελληνες. Οἱ ὑπόδουλοι Βούλγαροι ἔστρεψαν τὰ βλέμματά τους στὸ παρελθὸν προσπαθώντας ν᾿ ἀντλήσουν δυνάμεις καὶ θάρρος ἀπὸ τὴν ῾Ιστορία τους. ῞Ολως ἰδιαιτέρως ζητοῦσαν τὴν προστασία τῶν ἁγίων τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὁποία ἀποβαίνει πηγὴ κάθε εὐλογίας.
Σὲ χειρόγραφους Βίους καὶ Λόγους περὶ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ αὐτή, βρίσκει ὁ μελετητὴς ἀρκετὲς παραλλαγές. Στοὺς μεταφρασμένους Βίους τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἀναφέρονται πολλὰ γνωστὰ σημεῖα ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα Μαρτύρια, τὰ “Θαύματα” καὶ τὰ ᾿Εγκώμια. ῾Υπάρχουν ὅμως καὶ τὰ στοιχεῖα ποὺ ὀφείλονται στοὺς μεταφραστές. Σὲ χειρόγραφους κώδικες τῆς ᾿Εθνικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Σόφιας, τῆς ᾿Εθνικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Φιλιππουπόλεως, τῆς Βιβλιοθήκης τῆς ῾Ι. Συνόδου στὴ Σόφια, τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ρίλας, καὶ σ᾿ ἄλλες Βιβλιοθῆκες τῆς Βουλγαρίας ὑπάρχουν μεταφρασμένοι λόγοι τοῦ Δαμασκηνοῦ Στουδίτου ἀπὸ τὸ ἔργο του “Θησαυρός”. ᾿Απὸ τὴ μελέτη τῶν χειρογράφων διαπιστώνει ὁ ἐρευνητὴς ὅτι πολλὲς μεταφράσεις εἶναι πιστὲς πρὸς τὸ κείμενο, ἐνῶ ἄλλες περιέχουν νεώτερα στοιχεῖα καὶ περιγράφουν ἐπεισόδια ποὺ δὲν ὑπάρχουν στὰ πρωτότυπα κείμενα. ῾Ο “Θησαυρός”, ἐπειδὴ εἶχε ἠθικοθρησκευτικὸ χαρακτήρα καὶ ἦταν γραμμένος σὲ ἁπλὴ γλῶσσα, βρῆκε εὐρεία ἀπήχηση καὶ εἶχε μεγάλη διάδοση ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ δέκατου ἕκτου αἰώνα ὡς καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ δέκατου ἔνατου στὴ Βουλγαρία.
Οἱ πρῶτες μεταφράσεις τοῦ “Θησαυροῦ” στὴ Βουλγαρία, ποὺ ἔγιναν στὴ μονὴ τῆς Ρίλας, ὅπως ἔδειξε σὲ εἰδική της μονογραφία ἡ Petkanova-Toteva, περιορίζονταν σὲ μιὰ κατὰ λέξη ἀπόδοση τοῦ ἑλληνικοῦ πρωτοτύπου στὴ βουλγαρική. ᾿Αργότερα ὅμως οἱ μεταγενέστερες μεταφράσεις παρουσιάζουν παραλλαγὲς ποὺ ὀφείλονται στὸν ἐλεύθερο τρόπο τῆς ἐργασίας τῶν μεταφραστῶν. ῎Ετσι δημιουργήθηκε ἕνα φιλολογικὸ εἶδος, τὰ “Δαμασκηνάρια”, ποὺ δὲ σημαίνει πάντοτε συλλογὴ λόγων καὶ ἔργων τοῦ Δαμασκηνοῦ, ἀλλὰ συλλογὲς ποὺ ἔχουν ποικίλο πιὰ περιεχόμενο. Στὶς συλλογὲς αὐτὲς ἐκφράζονται οἱ πόθοι τῶν Βουλγάρων. Σήμερα Βούλγαροι ἱστορικοὶ ἀναζητοῦν στὰ κείμενα αὐτὰ νὰ βροῦν τὰ πρῶτα σπέρματα τῆς μορφωτικῆς τους ἀναγεννήσεως, ὁμολογώντας ἔτσι τὴ μεγάλη ἐπίδραση τῶν ἑλληνικῶν κειμένων.
Σὲ παραλλαγὲς τοῦ Βίου τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἐκτὸς τῶν γνωστῶν στοιχείων, γίνεται λόγος γιὰ διαφύλαξη δύο εἰκόνων, τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας, ἀπὸ τοὺς γονεῖς τοῦ Δημητρίου, κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ. Μπροστὰ στὶς εἰκόνες αὐτὲς ὁ Δημήτριος διδάσκεται ἀπὸ τοὺς γονεῖς του νὰ ἐκδηλώνει εὐλάβεια. ῾Η παραλλαγὴ αὐτὴ γιὰ ἀπόκρυψη εἰκόνων ἐκφράζει τὸν θρησκευτικὸ πόθο τῶν Βουλγάρων νὰ διατηροῦν εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων κρυφὰ πρὸς προσκύνησή τους. Στὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας οἱ Τοῦρκοι κατεδάφιζαν μεγάλους ναοὺς καὶ μοναστήρια, ἐνῶ δὲν ἐπέτρεπαν τὴν ἐπισκευή τους. ῾Η ἀπαγόρευση αὐτὴ γινόταν ἀκόμη πιὸ αὐστηρή, ὅσες φορὲς οἱ Βούλγαροι ἐξεγείρονταν κατὰ τῶν Τούρκων. Πολὺ κρίσιμη ἦταν ἡ περίοδος κατὰ τὸ δέκατο ἕβδομο αἰώνα, ὅταν κατεδαφίστηκαν ὁλόκληρα μοναστήρια καὶ ναοί. Τὰ φιρμάνια ὅμως ποὺ ἐκδίδονταν τότε δὲν ἔθιγαν τὴν ἁγιογραφία. ῾Η φιλοτέχνηση ἁγίων εἰκόνων ὡς οἰκιακὴ ἐργασία καὶ ἡ ζωγραφικὴ δὲν ἀπαγορεύονταν. Σπουδαῖα κέντρα στὰ ὁποῖα διατηρήθηκαν κειμήλια, καὶ στὰ ὁποῖα γράφηκαν Βίοι ἁγίων, Χρονικά, σημειώσεις, ἦταν τὰ πιὸ ἀπομακρυσμένα μοναστήρια.
῾Ο ἅγιος Δημήτριος εἶναι γιὰ τὸ βουλγαρικὸ λαὸ ὁ ἀπελευθερωτὴς ὅλων καὶ εἰδικότερα τῶν “δούλων” (ὑπηρετῶν). ῾Ο ῞Αγιος εἰσέρχεται στὸν κοινωνικὸ βίο τῶν Βουλγάρων. Στὶς 26 ᾿Οκτωβρίου ὅλοι οἱ “δοῦλοι” ἀπελευθερώνονταν καὶ συνῆπταν νέες συμβάσεις γιὰ ἕνα ἀκόμη χρόνο μὲ παλιοὺς ἢ νέους κυρίους. Οἱ συμφωνίες αὐτὲς γίνονταν σὲ μεγάλα παζάρια. ῾Η παράδοση λέγει πὼς θεσπίστηκε ἡ μέρα τῆς γιορτῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ὡς ἡμέρα ἀπελευθερώσεως τῶν δούλων, γιατὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος ἦταν ὁ κατεξοχὴν ἐλευθερωτὴς τῶν αἰχμαλώτων. ῾Η περὶ ἀπελευθερώσεως ἡμέρα τῶν ὑπηρετῶν πιθανὸν νὰ προῆλθε ἐξ ἐπιδράσεως μιᾆς παραλλαγῆς ποὺ ἀφοροῦσε στὴν ἀπελευθέρωση δύο κοριτσιῶν, ὅπως θὰ δοῦμε λίγο παρακάτω.
῾Ο ἅγιος Δημήτριος μαζὶ μὲ ἄλλους ἁγίους εἰσέρχεται στὰ λαϊκὰ θρησκευτικὰ ἄσματα. ᾿Απ᾿ αὐτὰ καταφαίνεται γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ὁ στενὸς σύνδεσμος τῶν ἁγίων μὲ ὅλα τὰ προβλήματα τοῦ λαοῦ, ἢ ἀκριβέστερα ὁ πόθος τοῦ λαοῦ νὰ συνδέσει τὰ προβλήματά του μὲ τοὺς ἁγίους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὁ χειμαζόμενος λαὸς προσδοκεῖ βοήθεια. Οἱ περισσότερο ἀγαπημένοι ἅγιοι εἶναι ὁ ἅγιος Γεώργιος, ὁ ἅγιος Θεόδωρος, οἱ ᾿Απόστολοι, οἱ Προφῆτες, ὁ βαπτιστὴς ᾿Ιωάννης, καὶ ἰδιαιτέρως ὁ ἅγιος Δημήτριος.
Θρησκευτικὰ ἄσματα τονίζουν, ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος συνεπικουρεῖ στὴν ἀνέγερση ναῶν ποὺ τόσο πολὺ ποθοῦσαν οἱ Βούλγαροι. ῎Αλλοτε πάλι τονίζεται, ὅτι ὁ ἴδιος οἰκοδομεῖ ναούς, ἱκανοποιώντας ἔτσι ἕνα βαθὺ πόθο τοῦ βουλγαρικοῦ λαοῦ νὰ ἔχει ἐκκλησίες. Εἶναι πολὺ φυσικὸ νὰ δεχθοῦμε ἐπηρεασμὸ τῶν ἀσμάτων αὐτῶν ἀπὸ τὸ “Θησαυρό”, ὅπου ὑπάρχουν ἀνάλογα στοιχεῖα γιὰ ἀνοικοδόμηση ναῶν.
Σ᾿ ἄλλα λαϊκὰ θρησκευτικὰ ἄσματα ὁ ἅγιος Δημήτριος φέρεται νὰ εἰσέρχεται στὸν ἀγροτικὸ βίο τῶν Βουλγάρων. ᾿Εξαίρεται ἡ ἰδιαίτερη φιλία ποὺ ἔχουν οἱ ἅγιοι Πέτρος καὶ Δημήτριος. Οἱ δύο ἅγιοι ἀλληλοαγαπῶνται καὶ ἀλληλοεκτιμῶνται, γιατὶ οἱ γιορτές τους συμπίπτουν σὲ ἐποχὲς ποὺ εὐεργετοῦνται ἰδιαίτερα οἱ γεωργοί. Στὴ γιορτὴ τοῦ ἁγίου Πέτρου, τὸν ᾿Ιούνιο, ὑπάρχει ἄφθονο σιτάρι, ἐνῶ στοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἄφθονο κρασί. ῾Η ἀγάπη τοῦ ἁγίου Δημητρίου πρὸς τοὺς γεωργοὺς φαίνεται καὶ ἀπὸ ἄλλο ᾆσμα, κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἅγιος δείχνει τὴν ἀγάπη του πρὸς τὰ ποίμνια τοῦ ἁγίου Γεωργίου καὶ συμβάλλει στὴν εὐημερία τῶν ἀγροτῶν. ῞Οτι ὁ ἅγιος Δημήτριος ἐνδιαφέρεται γιὰ τοὺς ἀγρότες, φαίνεται καὶ ἀπὸ ἄλλο ᾆσμα. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος, μὲ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἀναζητεῖ καὶ φονεύει τὴ Λάμια, ποὺ προξενοῦσε μεγάλο κακό. ῾Η Λάμια, λέγει τὸ λαϊκὸ αὐτὸ τραγούδι, καταβρόχθιζε ὅ,τι ἔβρισκε. Εἶχε καταβροχθίσει τρεῖς χῶρες τῆς Βαλκανικῆς, δηλ. τὴ Βλαχία, τὴ Μολδαβία καὶ τὴ Θράκη μὲ τὴ Φιλιππούπολη. Σκοπός της ἦταν νὰ καταβροχθίσει καὶ ἄλλες χῶρες, ἀλλὰ ὁ ἅγιος Δημήτριος τὴν ἐξόντωσε καὶ τὴ διαμέλισε σὲ τρία. ᾿Απὸ τὰ μέρη αὐτὰ ἔρρευσαν τρεῖς ποταμοί. ᾿Απὸ τὸν ἕνα ἔρρευσε σῖτος, ἀπὸ τὸ δεύτερο οἶνος καὶ ἀπὸ τὸν τρίτο μέλι καὶ γάλα. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος μοίρασε τὸ σιτάρι στοὺς γεωργούς, τὸ κρασὶ στοὺς ἀμπελουργοὺς καὶ τὸ μέλι μὲ τὸ γάλα στοὺς ποιμένες. Προφανῶς ἡ Λάμια θὰ ἦταν κάποια συμφορὰ ποὺ ἔπληξε τὶς ἀναφερθεῖσες περιοχὲς καὶ ἡ ὁποία μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ῾Αγίου ἤρθη.
Στὰ λογοτεχνικὰ κείμενα τῆς ἐποχῆς αὐτῆς ὁ ἅγιος Δημήτριος χρησιμοποιεῖται καὶ γιὰ τὸ ἐθνικιστικὸ κίνημα τῶν Βουλγάρων. ῞Οπως εἶναι γνωστὸ τὸ ἔργο τοῦ Παϊσίου Χελανδαρινοῦ γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ βουλγαρικοῦ λαοῦ, ἐνῶ στερεῖται ἱστορικῆς ἀξίας, ἐνέπνευσε ὅμως τὸν Οὑγγρορῶσο ᾿Ιούλιο Βενελίνο, ὁ ὁποῖος στὴ Μόσχα τὸ 1829 δημοσίευσε τὸ ἔργο του “Οἱ ἀρχαῖοι καὶ οἱ νῦν Βούλγαροι”. Οἱ Βούλγαροι ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὶς πολλὲς ἀνακρίβειες καὶ ψευδολογίες τοῦ Βενελίνου μποροῦσαν νὰ χρησιμοποιήσουν στὰ φιλολογικά τους κείμενα ἀνάλογες ἀνακρίβειες. ῎Ετσι, στοὺς Βίους περὶ τοῦ ἁγίου Δημητρίου ποὺ γράφονται καὶ κατὰ τὴν περίοδο αὐτή, ἀναφέρεται ἐκ νέου ὅτι ὁ ἅγιος Δημήτριος καταγόταν μὲν ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ οἰκογένεια ὅμως σλαβικὴ καὶ μάλιστα βουλγαρική. Προφανῶς στὴ σύνταξη τῶν κειμένων αὐτῶν περὶ ἁγίου Δημητρίου συνέβαλε καὶ ὁ ἀπόκρυφος Βίος τοῦ δεκάτου τετάρτου αἰώνα. Προκειμένου μάλιστα νὰ γίνουν πιστευτὲς οἱ “πληροφορίες”, περὶ καταγωγῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἀπὸ οἰκογένεια σλαβική, οἱ συντάκτες τῶν Βίων ἀναφέρονται γενικῶς στὸν ᾿Ιωάννη, ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τὸ Συμεὼν Μεταφραστή, τὸν ᾿Ιωάννη Καμενιάτη καὶ ἄλλους. ᾿Επίσης ἐντύπωση κάνει στὸν ἀναγνώστη ὅτι ὅλοι οἱ ἐπιδρομεῖς Σλάβοι κατὰ τῆς Θεσσαλονίκης ἦσαν Βούλγαροι καὶ ὁ ἐξοπλισμός τους ἦταν βουλγαρικός.
Σὲ μεταγενέστερα χειρόγραφα, ἀπὸ τὸ δέκατο τέταρτο ὡς τὸ δέκατο ἕβδομο αἰώνα, ὑπάρχουν μεταφράσεις βυζαντινῶν κειμένων σχετικὲς μὲ τὸν ἅγιο Δημήτριο. Τέτοια κείμενα ὀφείλουν τὴν ὕπαρξή του σὲ Λόγο τοῦ ἀρχιεπισκόπου ᾿Ιωάννη (7ος αἰ.), Λόγο τοῦ Γεωργίου Σκυλίτση, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾆ, καὶ ἀπὸ ἀνωνύμους. ᾿Απὸ τὴν ἐπαφὴ αὐτὴ ἔχουμε τὴ μετάφραση τῶν “Θαυμάτων” τοῦ Σταυρακίου. ῾Η μετάφραση αὐτὴ ἔγινε ἀπὸ τὸ Βλαδισλάβο Γραμματικό.
Μεγάλη ἐπίδραση ἄσκησε τὸ ῞Αγιο ῎Ορος στὰ μοναστήρια τῆς Βαλκανικῆς. Στὴ Βουλγαρία ὑπάρχει ἕνα ἁγιορειτικὸ ἀποτύπωμα (ἀχνάρι) ἀπὸ τὸ 1810 στὸ ὁποῖο ἐμφανίζεται ὁ ἅγιος Δημήτριος στὴν παραδοσιακή του μορφὴ νὰ διαπερνάει μὲ τὸ δόρυ του τὸν Καλογιάννη. ῾Ο θρύλος ἀναφέρει ὅτι ὁ Καλογιάννης ἦταν ἐγκαταλελειμμένο παιδὶ τῆς Βουλγαρίας ποὺ τὸ συμμάζεψαν οἱ κάτοικοι τῆς Θεσσαλονίκης. Μεγαλώνοντας ὅμως ἄρχισε νὰ κάνει ληστεῖες, γι᾿ αὐτὸ τὸν τιμώρησε ὁ ἅγιος Δημήτριος.
Τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου συνδέεται στενότατα μὲ τὸ ρωσικὸ λαὸ κυρίως μετὰ τὸν ἑνδέκατο αἰώνα. Στὴν προμογγολικὴ περίοδο τῆς Ρωσικῆς ῾Ιστορίας ὁ ῾Ιεροσλάβος, πρίγκηπας τοῦ Κιέβου (1054-1078), ἐπέβαλε τὸ ὄνομα Δημήτριος στὰ μέλη τῆς δυναστείας του. ῾Ο ἴδιος ὁ πρίγκηπας ἔκτισε τὸ ἀρχαιότερο μοναστήρι στὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου τὸ 1054. ᾿Ακόμη ὑπάρχουν σφραγίδες τοῦ ῾Ιεροσλάβου μὲ ἑλληνικὲς ἐπιγραφὲς πάνω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Νέα περίοδος περαιτέρω ἑδραιώσεως τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἐγκαινιάζεται ἀπὸ τὸν Vsevolod Γ¢. Αὐτὸς ὅταν ἦταν ἀκόμη παιδὶ εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὴν Κωνσταντινούπολη. ῍Αν ἐπισκέφτηκε καὶ τὴ Θεσσαλονίκη δὲν τὸ γνωρίζουμε. ῾Ως πρίγκηπας (1176-1212) ἀνήγειρε καθεδρικὸ ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, στὴν πόλη Βλαδιμήρ. Σύμφωνα μὲ τὴ γνώμη Ρώσων χρονογράφων, κατὰ τὴν περίοδο τῆς βασιλείας τοῦ Λέοντος ΣΤ¢ τὸ 907, ὁ Ρῶσος πρίγκηπας ᾿Ολὲγ ἐπιτέθηκε κατὰ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἰσχυριζόμενος ὅτι εἶχε συνεργὸ τὸν ἅγιο Δημήτριο. ῾Η παρατήρηση ὅτι ὁ θρύλος αὐτὸς πρέπει νὰ εἶναι μεταγενέστερος καὶ νὰ προέρχεται ἀπὸ τὴν κιεβικὴ περίοδο τῆς Ρωσίας, μὲ βρίσκει σύμφωνο.
῾Η τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ μεσαιωνικὴ Ρωσία, ἐνισχύεται ἀπὸ πολλὰ ἁγιολογικὰ ἔργα. ῎Αλλα ἀπ᾿ αὐτὰ ἔχουν μεταφραστεῖ ἀπὸ ἑλληνικὰ καὶ ἄλλα εἶναι πρωτότυπα. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος γίνεται ὁ πιὸ δημοφιλὴς ἅγιος τοῦ Κιέβου κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Βόριδος καὶ τοῦ Γκλέμπ, παιδιὰ τοῦ ἁγίου Βλαδιμήρου. Τὸ 1015 οἱ δύο αὐτοὶ πρίγκηπες μαρτύρησαν γιὰ τὴν πατρίδα τους. ῾Ο χρονογράφος παραλληλίζει τοὺς δύο πρίγκηπες μὲ τὸν ἅγιο Δημήτριο. ῾Η πόλη Vyshgorod κοντὰ στὸ Κίεβο, ὅπου τάφηκαν ὁ Βόρις καὶ Γκλέμπ, ὀνομάζεται ἀπὸ τοὺς χρονογράφους “Μία δεύτερη Θεσσαλονίκη”.
Στὴ Ρωσία, κατὰ τὰ δύσκολα χρόνια τῶν ταταρικῶν ἐπιδρομῶν καὶ εἰσβολῶν, ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου προσλαμβάνει ἐθνικὴ σημασία. ῾Ο ἅγιος Δημήτριος εἶναι ὁ προστάτης ἅγιος τῶν Ρώσων ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ τραγούδια καὶ τὰ κείμενα. ῾Ο καθηγητὴς D. Obolensky ἀναφέρεται στὰ λαογραφικὰ στοιχεῖα γιὰ νὰ ὑπογραμμίσει τὴν εὐρεία διάδοση ποὺ εἶχε ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ Ρωσία. ᾿Επίσης ἀναφέρεται καὶ στὸ σλαβικὸ ἐκεῖνο κείμενο, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο δύο κορίτσια εἶχαν αἰχμαλωτισθεῖ ἀπὸ κάποιο εἰδωλολάτρη στρατηγὸ καὶ τὰ ὁποῖα ὑποχρεώθηκαν νὰ κεντήσουν, παρὰ τὴ θέλησή τους, τὴ μορφὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Μὲ τὴν ἐπέμβαση ὅμως τοῦ ῾Αγίου τὰ κορίτσια ἐλευθερώθηκαν καὶ βρέθηκαν θαυματουργικῶς στὴ Θεσσαλονίκη. Τέτοιο κείμενο δὲν ὑπάρχει στὴν ἑλληνική. Χρονολογεῖται ἀπὸ τὸ δέκατο ἕκτο αἰώνα. Στὴ μελέτη μας “῾Ο ῞Αγιος Δημήτριος εἰς τὴν ῾Ελληνικὴν καὶ Βουλγαρικὴν παράδοσιν”, εἴχαμε ἀναφερθεῖ στὸ θρύλο αὐτὸ καὶ ἐκθέσαμε τὴν ἄποψη ἐκείνη ποὺ θέλει ἡ παράδοση αὐτὴ νὰ ἀπηχεῖ νίκες τοῦ πρίγκηπα Δημητρίου ᾿Ιβάνοβιτς Δόνσκιϊ, δηλ. τὴ μάχη μεταξὺ Ρώσων καὶ Τατάρων ὑπὸ τὸν Χὰν Μάμαν, ποὺ διεξήχθηκε τὴν 8η Σεπτεμβρίου 1350 στὸν παραπόταμο τοῦ Δὸν Νεπριάβντι. Τότε, στὴν παραπάνω ἐργασία μας, εἴχαμε παρατηρήσει ὅτι, ἐπειδὴ γίνεται λόγος στὸ θρύλο γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη, δὲ θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἀναφερόταν στὶς μάχες καὶ στὶς νίκες τῶν Ρώσων κατὰ τῶν Τατάρων. ῞Υστερα ὅμως ἀπ᾿ ὅσα εἴπαμε γιὰ τὴ “δεύτερη Θεσσαλονίκη” ποὺ οἱ Ρῶσοι προσπάθησαν νὰ δημιουργήσουν, ὁ θρύλος δὲν ἀποκλείεται πράγματι ν᾿ ἀπηχεῖ τὶς παραδόσεις ποὺ ἐπεσήμανε ὁ καθηγητὴς D. Obolensky.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τὴν ἴδια εὐρεία διάδοση λαμβάνει ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ στὴ Σερβία, ὅπου κατὰ τοὺς χρόνους τῆς δυναστείας τῶν Δουσὰν ἡ βασιλικὴ ἐξουσία παρουσιάζεται ἰσχυρὴ καὶ σὲ ψηλὸ ἐπίπεδο. Παρατηρεῖται ἡ ἴδια ἅμιλλα μὲ τὴ βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, ὅπως ἔκαναν οἱ Βούλγαροι. ῾Η τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἐξυψώνεται ἀκόμη περισσότερο καὶ πλουτίζεται μὲ νέα στοιχεῖα. ᾿Αντιγράφονται Βίοι καὶ Λόγοι τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἄλλοτε ἀκριβεῖς καὶ ἄλλοτε μὲ παραλλαγὲς ποὺ ἐξυπηρετοῦν σκοπιμότητες.
Κατακλείοντας τὴ μεγάλη αὐτὴ περίοδο, ἀπὸ τὸν ἕκτο ὡς τὸ δέκατο πέμπτο αἰώνα, ἐπισημαίνουμε τὴν εὐρεία διάδοση ποὺ προσέλαβε ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ Βουλγαρία, τὴ Ρωσία, τὴ Σερβία, ἀκόμη καὶ στὴ Ρουμανία. ῾Η διάδοση τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὶς χῶρες αὐτὲς συνδέεται μὲ τὴν μεγάλη ἐπίδραση τοῦ ἑλληνισμοῦ στὶς χῶρες αὐτές, τόσο πολὺ ὥστε πόλη στὴ Ρωσία νὰ ὀνομάζεται “δεύτερη Θεσσαλονίκη”. Τὰ βασικότερα κέντρα τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἐκτὸς τῆς Θεσσαλονίκης, εἶναι τὸ Σίρμιο, ἡ ᾿Αχρίδα, τὸ Βλαδιμήρ, καὶ τὸ Τύρνοβο.
Νέα λαμπρὰ περίοδος ἐξάρσεως τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου ἐγκαινιάστηκε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος τοῦ Β¢. Εὐθὺς μετὰ τὴν ἐνθρόνισή του στὴν ῾Ιερὰ Μητρόπολη Θεσσαλονίκης τὸ 1974 ἐνδιαφέρθηκε νὰ συγκεντρώσει ὅ,τι ἐγράφη περὶ τὸν ῞Αγιο Πολιοῦχο τῆς Θεσσαλονίκης. Τὸ Α¢ Θεολογικὸ Συνέδριο ποὺ ὀργάνωσε ἀναφέρετο στὸν ἅγιο Δημήτριο καὶ τὸ μοναχικὸ ἰδεῶδες. ᾿Ακολούθως, ἀναζωπύρωσε τὶς ἑορτές του στὴ Θεσσαλονίκη, συνεορτάζοντας τὸν ἅγιο Δημήτριο στὶς 26 ᾿Οκτωβρίου μὲ τὴν Παναγία, ὅπως θέλουν μεγάλοι ἐγκωμιαστές του. ᾿Εκεῖνο ὅμως ποὺ ἐλάμπρυνε τὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης εἶναι ἡ ἐπανακομιδὴ τῶν χαριτοβρύτων λειψάνων τοῦ μεγαλομάρτυρος τὸ 1980.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ μεγαλομάρτυρος ἁγίου Δημητρίου ἀνακάλυψε στὴν κρύπτη τοῦ ἀββαΐου τοῦ Σὰν Λορέντζο ῍Ιν Κάμπο τῆς ᾿Ιταλίας ἡ βυζαντινολόγος-ἀρχαιολόγος Μαρία Θεοχάρη. Σχετικὴ ἀνακοίνωση ἔκανε ὁ ἀκαδημαϊκὸς ᾿Αναστάσιος ᾿Ορλάνδος στὶς 15/6/1978 στὴν ᾿Ακαδημία ᾿Αθηνῶν. Εὐθὺς ἀμέσως κινήθηκε δραστηρίως ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων ὁ Β¢ καὶ πέτυχε ἀρχικὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῆς ἁγίας κάρας (᾿Οκτώβριος 1978) καὶ ὕστερα ὁλοκλήρου τοῦ λειψάνου (24/4/1980).
῾Η ἐπανακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων χαροποίησε ὁλό-κληρο τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα ποὺ εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ πληροφορηθεῖ ὅτι ὁ πολιοῦχος τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ὑπέρμαχος τῆς ᾿Ορθοδοξίας βρίσκεται σωματικῶς στὸν ῾Ιερὸ Ναό του. ῎Εκτοτε καὶ μέχρι σήμερα ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ συρρέουν στὸ Ναό του ἀπ᾿ ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὰ χαριτόβρυτα λείψανά του.
ΟΙ ΓΙΟΡΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Γιὰ τὶς γιορτὲς τοῦ ἀθλονίκου καὶ μεγαλομάρτυρος Δημητρίου μᾆς πληροφοροῦν γιὰ μὲν τὸν δωδέκατο ἢ δέκατο τρίτο αἰώνα ἕνας ἄγνωστος συγγραφέας τοῦ ὁποίου διεσώθηκε διάλογος μὲ τὸν τίτλο “Τιμαρίων” γιὰ δὲ τὴν κυρίως ἐποχὴ ποὺ μᾆς ἐνδιαφέρει παραθέτουμε τὶς πληροφορίες τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾆ, τοῦ Κωνσταντίνου ᾿Αρμενοπούλου, τοῦ Νικηφόρου Γρηγορᾆ, τοῦ ᾿Ισιδώρου Θεσσαλονίκης, τοῦ Γαβριὴλ Θεσσαλονίκης καὶ τέλος τοῦ Συμεών, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα μὲ τὶς πληροφορίες τοῦ “Τιμαρίωνος” οἱ γιορτὲς τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ ἡ ἐμπορικὴ πανήγυρη ἄρχιζαν ἕξι μέρες πρὶν ἀπὸ τὴν κυρίως ἑορτὴ καὶ στὴ συνέχεια ἀκολουθοῦσαν ἄλλες δύο. ῾Η περίοδος ἀπὸ τὶς εἴκοσι ᾿Οκτωβρίου ὡς τὴν κυριώνυμη ἡμέρα, ἀποτελοῦσε τὰ “Προεόρτια”. ῾Ο Tafrali ἔχοντας ὑπόψη του τὶς πληροφορίες αὐτὲς μιλάει γιὰ τρεῖς περιόδους: α) Τὰ προεόρτια, ἀπὸ 10-25 ᾿Οκτωβρίου, κατὰ τὰ ὁποῖα τελοῦνταν ἐμπορικὴ πανήγυρη, β) τὴν κυρίως ἑορτή, τὸ ἀπόγευμα τῆς 25ης καὶ ὁλόκληρης τῆς 26ης ᾿Οκτωβρίου, καὶ γ) τὸ ὀκταήμερο ἀπὸ τὶς 27 ὡς τὴν 3η Νοεμβρίου.
Σύμφωνα ὅμως μὲ τὶς πληροφορίες τοῦ ᾿Αρμενοπούλου, τοῦ Γρηγορᾆ καὶ τοῦ ᾿Ισιδώρου, ὁ χρόνος τῶν προεορτίων, κατὰ τὴν περίοδο ποὺ μᾆς ἐνδιαφέρει ἦταν μακρότερος. ῾Ο ᾿Αρμενόπουλος μιλάει γιὰ διάρκεια ὁλόκληρου μήνα· “Μῆνα μὲν ὑπὲρ ὅλον συνεχῶς ὑμνουμένη, δώδεκα δ᾿ ἐν τῷ μεταξὺ προεορτίοις ἑορταῖς καὶ μεθεόρτῳ ὑπὲρ ἑορτὴν ἑκάστην ταῖς μὲν διωρισμένως ταῖς δὲ συνεχῶς ὑπερυμνουμένη”. ῾Ο Γρηγορᾆς παρατηρεῖ ὅτι γιὰ τοὺς Θεσσαλονικεῖς ὁ σπουδαιότερος μήνας ἦταν ὁ ᾿Οκτώβριος, γι᾿ αὐτὸ καὶ πρέπει ὁ μήνας αὐτὸς νὰ ὀνομάζεται “ἱερομηνία”. Μάλιστα στὶς πηγὲς τῆς περιόδου αὐτῆς γίνεται λόγος καὶ γιὰ νηστεία καὶ συνδέεται μὲ τὰ προεόρτια. ᾿Απὸ τὶς ὁμιλίες ἐξάλλου τοῦ ᾿Ισιδώρου, ποὺ ἐκφωνήθηκαν κατὰ τὴν πρώτη καὶ δεύτερη Κυριακὴ τοῦ ᾿Οκτωβρίου, ποὺ ὁ ἴδιος τὶς χαρακτηρίζει “Κυριακὲς τῶν Προεορτίων”, φαίνεται ὅτι ὁ κύκλος τῶν ἑορτῶν ἄρχιζε μὲ τὰ προεόρτια ποὺ ἐπεκτείνονταν σὲ δύο Κυριακές, κορυφώνονταν στὴν κυρίως ἑορτή, τὴν 26η ᾿Οκτωβρίου, καὶ ἔληγε μὲ τὰ ὀκταήμερα μεθεόρτια τὴν 3η Νοεμβρίου.
῾Ο “Τιμαρίων” μᾆς πληροφορεῖ ὅτι μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς θρησκευτικῆς ἑορτῆς τελοῦνταν καὶ ἐμπορικὴ πανήγυρη ποὺ τὴν ὀνομάζει “Δημήτρια” κατὰ τὰ Παναθήναια καὶ τὰ Πανιώνια. ῎Εμποροι συνέρρεαν ἀπὸ πολλὰ σημεῖα ὄχι μόνο τῆς αὐτοκρατορίας ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἄλλες χῶρες, ἔτσι ὥστε ἡ ἑορτὴ προσελάμβανε χαρακτήρα οἰκουμενικό. ᾿Εκφράζοντας τὸ θαυμασμό του ὁ “Τιμαρίων” γιὰ τὴ μεγάλη συγκέντρωση τοῦ πλήθους λέγει· “Τοσοῦτον αὐτῷ τῆς δόξης κατὰ τὴν Εὐρώπην παρίστησιν”. ῾Ο Γρηγορᾆς, ἀναφερόμενος στὴ φήμη τοῦ ἁγίου Δημητρίου, παρατηρεῖ ὅτι αὐτὴ ἦταν ξακουστὴ ὄχι μόνο στὴν Εὐρώπη, ἀλλὰ καὶ στὴν Αἴγυπτο, τὴ Λιβύη, τὴν ᾿Αραβία, τὸν Καύκασο ὡς τὶς ἐκβολὲς τῆς Τυναΐδος. Στὶς χῶρες αὐτὲς “εἰκόνες καὶ ναοὺς εὑρήσεις τοῦ μάρτυρος καὶ ὑπομνήματα ζήλου”. ῾Ο ᾿Αρμενόπουλος ἐξάλλου μᾆς πληροφορεῖ ὅτι οἱ γιορτὲς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ξεσήκωναν ὅλο τὸν κόσμο. “Καὶ πολλῷ γε μᾆλλον τὴν ξύμπασαν συνελών, ἣ τῆς οἰκουμένης τῇ μετὰ θαύματος φήμῃ τὰ πέρατα δίεισι καὶ ἣ τὴν ἐγκόσμιον τάξιν τῷ εὖ αὐτῆς διὰ πάντων ἡρμοσμένη μιμεῖται”. ῾Ο πληθυσμὸς τῆς πόλεως ἐξαιτίας τῆς κοσμοσυρροῆς κατὰ τὴν ἑορτὴ πολλαπλασιαζόταν, ἔτσι ὥστε καὶ ἡ πόλη ἀπολάμβανε “εὐωδίας πανταχόθεν”.
Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἑορτασμοῦ σχηματιζόταν μιὰ πρόσθετη πόλη. Αὐτὴ ἦταν ἐκτεταμένη, θαυμάσια σχεδιασμένη καὶ ρυμοτομημένη. ῾Η πόλη δημιουργοῦνταν ἔξω ἀπὸ τὸ δυτικὸ κάστρο τῆς πόλεως, ἀνάμεσα στὸ τεῖχος καὶ στὴ Χρυσόπορτα καὶ στὴν πεδιάδα τοῦ ᾿Αξιοῦ.
Γιὰ τὴν πνευματικὴ κίνηση τῆς Θεσσαλονίκης κάναμε λόγο ὅταν ἀναφερθήκαμε στὰ ᾿Εγκώμια τοῦ ῾Αγίου. Περιοριζόμαστε ἐδῶ ν᾿ ἀναφερθοῦμε στὸ θαυμασμὸ τῶν ἐγκωμιαστῶν ποὺ παρέχουν πληροφορίες γιὰ τὶς ἑορτές του. ῾Ο ᾿Αρμενόπουλος τονίζει ὅτι ἡ Θεσσαλονίκη θαυμάζεται ἰδιαίτερα γιὰ τὴν ἀγχίνοια καὶ τὴ σοφία τῶν ἀνθρώπων. ῾Ο ᾿Ισίδωρος θεωρεῖ τὴ Θεσσαλονίκη ἐπιφανεστέρα στὴ Δύση, ὅπως στὴν ᾿Ανατολὴ ἦταν ἡ Κωνσταντινούπολη. Στὶς στοές, τὰ θέατρα, τὰ Μουσεῖα, δίδονταν διαλέξεις καὶ διδάσκονταν διάφορα μαθήματα. Στὶς ἀνώτερες σχολὲς διδασκόταν ἡ Φιλοσοφία, ἡ Ρητορική, ἡ Νομική, ἡ ᾿Ιατρικὴ καὶ τὰ Μαθηματικά. Μὲ τὴν καλλιέργεια τόσων ἐπιστημῶν, ἡ Θεσσαλονίκη ἔδινε τὴν ἐντύπωση χώρου πανεπιστημιακοῦ.
Γιὰ τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἑορτὲς καὶ ἰδιαίτερα γιὰ τὴν παλαιολόγεια ἐποχή, πληροφορίες μᾆς παρέχουν ὁ Γρηγορᾆς, ὁ ᾿Ισίδωρος καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾆς, ἐνῶ γιὰ τὸ δέκατο πέμπτο αἰώνα ὁ ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης. ῾Ο Γρηγορᾆς καὶ ὁ ᾿Ισίδωρος μιλᾆνε γιὰ τέσσερα “συστήματα” ποὺ συμβολίζουν ἄλλοτε τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ κόσμου καὶ ἄλλοτε τὶς τέσσερις ἐποχές.
Κατὰ τὸ πρῶτο σύστημα, τὴν 26η ᾿Οκτωβρίου, παρευ-ρισκόταν ὁ ἡγεμόνας ἢ σπάνια ὁ βασιλιάς. ῾Η “βασιλικὴ πανήγυρις” κατὰ τὸ Γρηγορᾆ, ἀντιστοιχεῖ πρὸς τὶς ἀρχὲς τοῦ ἔτους. ῾Η παρουσία τοῦ βασιλιᾆ προσέδιδε λαμπρότητα στὸν ἑορτασμό, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ἐκφωνοῦνταν λόγοι ἐγκωμιαστικοί.
Κατὰ τὸ δεύτερο σύστημα, τὴν 27η ᾿Οκτωβρίου, τὴν κυρίως τιμητικὴ θέση κατεῖχε ὁ ἱεράρχης, ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν κλῆρο καὶ τοὺς μοναχούς.
῾Η τρίτη ἡμέρα ἦταν ἀφιερωμένη στοὺς μοναχούς, ἀφοῦ ἡ θέση τους ἦταν ἰδιάζουσα. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἐγκωμιαστές, ὅπως εἴδαμε, ἀπέδιδαν στὸν ἅγιο Δημήτριο, ἀσκητικὲς ἀρετές, μάλιστα ὁ ᾿Ισίδωρος ἐπιδίωξε τὴν ἀνόρθωση σφαλμάτων τοῦ μοναχικοῦ βίου μὲ τὴν προβολὴ τῶν ἀσκητικῶν ἀρετῶν τοῦ μάρτυρος.
Τέλος, ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴν κυριώνυμη ἑορτή, γιόρταζε ὁ πολὺς κόσμος. ῾Η ἑορτὴ ὀνομαζόταν “ὀκταήμερος”. Κατὰ τὴν ἑορτὴ αὐτὴ διδόταν ἡ εὐκαιρία στοὺς ὁμιλητὲς νὰ θίξουν δημόσια προβλήματα ποὺ ἀφοροῦσαν τὴν πόλη.
Οἱ ἑορτὲς τοῦ ἁγίου Δημητρίου συμβολίζουν τὸ χριστομίμητο τοῦ μαρτυρίου του. ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾆς, μιλώντας γιὰ τὴ σύλληψη τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴν Καταφυγὴ καὶ γιὰ τὸ μαρτύριό του, μᾆς λέγει τὰ ἑξῆς· “Ταῦθ᾿ ἡμεῖς εἰκονίζοντες, κατ᾿ ἔτος εἰκότως, ἐκεῖ μὲν τῆς πανηγύρεως ποιούμεθα τὴν ἀρχήν, ὧδε δὲ τὴν τελείωσιν, ἐπεὶ καὶ ὁ μάρτυς οὕτως εἶχεν, ἑλκόμενος εἰς σφαγὴν τηνικαῦτα διὰ Χριστόν”. ᾿Εξάλλου ὁ ᾿Αρμενόπουλος παρατηρεῖ· “῾Η πόλις ξύμπασα κοσμίως εὖ μάλα ἐπέτειον ἱερὰν ποιεῖται καὶ θείαν πομπὴν τὸ τούτου χριστομίμητον ἐξεικονίζουσα πάθος καὶ ἐκεῖθεν εἰς τὸ μαρτύριον αὐτοῦ μετὰ πομπῆς ἀγαγεῖν”. ῾Η μεγαλοπρεπὴς πομπὴ ἄρχιζε ἀπὸ τὸ ναὸ τῆς Καταφυγῆς, γιὰ τὴν ὁποία μιλοῦν ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾆς, ὁ ᾿Αρμενόπουλος καὶ ὁ Συμεών, ἔφθανε στὴν ᾿Αχειροποίητο καὶ κατέληγε στὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
Οἱ διῶκτες τοῦ Δημητρίου συλλαμβάνοντας, διακωμωδώντας καὶ φυλακίζοντας τὸν ῞Αγιο ἀπέβλεπαν στὴ μείωση τοῦ μάρτυρος, ὅπως εἶχαν πράξει καὶ οἱ στρατιῶτες στὸ Χριστό. Οἱ Χριστιανοὶ ὅμως κατὰ τὴ Θ. Λειτουργία ποὺ βλέπουν τὸν Κύριο νὰ σταυρώνεται, νὰ πεθαίνει καὶ ν᾿ ἀνίσταται, τὸν δοξάζουν. Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τὸν ἅγιο Δημήτριο. ῾Η ἐξεικόνιση τῶν ἑορτῶν του συμβολίζει τὸ μαρτύριό του, ποὺ ὡστόσο συνέβαλε στὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας του.
῾Ο Συμεὼν Θεσσαλονίκης, τὸ δέκατο πέμπτο αἰώνα, περιγράφει μὲ κάθε λεπτομέρεια τὴ λιτανεία τῶν ἑορτῶν τοῦ μεγαλομάρτυρος. ῾Ο ἴδιος, ἂν καὶ δὲν εἶναι ὁ εἰσηγητής, εἶναι ὅμως ὁ κύριος ἐνσαρκωτὴς τῆς ἐξομοιώσεως τῶν προεορτίων ἀκολουθιῶν καὶ τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου Δημητρίου πρὸς τὴ Μ. ῾Εβδομάδα καὶ τὸ Πάσχα. ῎Ετσι ἄλλωστε μπορεῖ νὰ αἰτιολογηθεῖ καὶ τὸ πανηγυρικὸ ὕφος τοῦ Συμεὼν μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τὴν 26η ᾿Οκτωβρίου. “Τίς ἡ λαμπρὰ αὕτη ἡμέρα, τὴν ἀνάστασιν τοῦ Σωτῆρος ἐξεικονίζουσα; Τίς ἡ τηλικαύτη λαμπροφορία, τὸ μέγα φῶς καὶ ἄδυτον προσημαίνουσα;”.
Πρόβλημα προέκυψε σχετικὰ μὲ τὴν Καταφυγή, τὴν ὁποία ὁ Συμεὼν ὀνομάζει ναὸ τῆς Θεοτόκου. Προβληματικὴ παραμένει ἡ ταύτιση τοῦ ναοῦ τῆς Θεοτόκου τῆς Καταφυγῆς πρὸς ἕνα ἀπὸ τοὺς ναοὺς ποὺ διασώζονται στὴ Θεσσαλονίκη.
Περιοριζόμαστε νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ὅσοι μᾆς παρέχουν πληροφορίες γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ ἁγίου Δημητρίου κατὰ τὴν ὑπόψη ἐποχή, ὅπως ὁ Παλαμᾆς, ὁ ᾿Αρμενόπουλος, ὁ Συμεών, μᾆς πληροφοροῦν ὅτι αὐτὴ ἦταν λαμπρή. ῾Ο ᾿Αρμενόπουλος, ἀναφερόμενος στὴν πομπή, λέγει ὅτι ἡ ἐμμέλεια τῶν ὕμνων ποὺ ψάλλονταν, ἡ φωτοχυσία, ἡ εὔρυθμη κρούση τῶν κωδώνων, τὸ πλῆθος ποὺ κρατοῦσε ἀναμμένες λαμπάδες, ὁ ἦχος τῶν σαλπίγγων καὶ ἄλλων ὀργάνων προσέδιδε μεγαλοπρέπεια. ῾Ο ᾿Αρμενόπουλος, θαυμάζοντας τὴν πομπή, λέγει ὅτι αὐτὴ ἦταν μοναδικὴ “ἧς οὐδέποτε παρ᾿ οὐδέσιν ἐξ ἴσου γέγονε, ἢ ἐγγύς, οὐδ᾿ οὕτω κατ᾿ αὐτῶν μεγαλοπρεπής”. ῞Ολοι οἱ δρόμοι καὶ μάλιστα ἡ ᾿Εγνατία ἦταν φωταγωγημένοι.
Σὲ κάθε ἐποχὴ ἡ Θεσσαλονίκη διακρινόταν ὡς σπουδαῖο κέντρο ἐμπορικό, πολιτιστικὸ καὶ προπάντων πνευματικό. Διακρίνεται γιὰ τὴν ᾿Ορθοδοξία της ἀφοῦ ὁ σπόρος τῆς ἀληθείας ρίφθηκε ἀπὸ τὸν ᾿Απ. Παῦλο καὶ ἀναπτύχθηκε ἀπὸ τὸ μεγαλομάρτυρα Πολιοῦχο Δημήτριο.
῾Η Θεσσαλονίκη θὰ πρέπει νὰ παραμείνει πάντοτε κέντρο πνευματικό, πολιτιστικὸ καὶ προπάντων προπύργιο ᾿Ορθοδοξίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ῾Ο ἀναγνώστης μπορεῖ νὰ βρεῖ πλήρη βιβλιογραφία περὶ τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὰ ἑξῆς ἔργα: Παπαδόπουλος, ᾿Α., ῾Ο ἅγιος Δημήτριος εἰς τὴν ῾Ελληνικὴν καὶ Βουλγαρικὴν παράδοσιν, Θεσσαλονίκη 1971. ῾Ο ἴδιος, Αἱ ἑορταὶ τοῦ ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1963. Obolensky, D., "The cult of St. Demetrius of Thessaloniki in the History of Byzantine Slav Relations", Balkan Studies 15 (Thessaloniki 1974) 3-20.
Α.Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου