Διεθνές Συνέδριο με ταυτόχρονη μετάφραση στα ελληνικά/αγγλικά
Ο θρησκευτικός εθνικισμός αποτελεί το σοβαρότερο μάλλον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την πτώση του Βυζαντίου (1453). Πρόκειται για ένα αποφασιστικό ιστορικό γεγονός που οδήγησε σε μια περίοδο εσωστρέφειας για την Ορθοδοξία, με κυρίαρχο αίτημα αυτό της επιβίωσης σε εξαιρετικά δυσμενείς και εχθρικές συνθήκες. Ορισμένες πολύ χαρακτηριστικές όψεις αυτού του προβλήματος είναι η ταύτιση Εκκλησίας και έθνους, Εκκλησίας και εθνο-πολιτισμικής ταυτότητας, Εκκλησίας και εθνικής ιδεολογίας, Εκκλησίας και κράτους και, κατά συνέπεια, η ιδέα αλλά και η πραγματικότητα των εθνικών Εκκλησιών, που υποδηλώνει, εν τέλει, την αδυναμία να σκεφτεί κάποιος την Ορθόδοξη Εκκλησία, την αποστολή και τη μαρτυρία της στον κόσμο ξέχωρα από την οπτική του έθνους και την επιμέρους εθνική ιστορία ή αφήγηση. Ως αποτέλεσμα αυτής της υποκατάστασης του εκκλησιαστικού κριτηρίου από το εθνικό, η Ορθόδοξη Εκκλησία γνωρίζει εδώ και δεκαετίες μια βαθύτατη διαίρεση ανάμεσα στις διαφορετικές εθνικές Εκκλησίες, ενώ καλείται να αναμετρηθεί με μια εξαιρετικά προβληματική εκκλησιολογική αντίληψη που κατανοεί την Ορθόδοξη Εκκλησία ως μια «συνομοσπονδία εθνικών Εκκλησιών».
Αυτή η ταύτιση Εκκλησίας και έθνους και ο «εθνικός» ρόλος της Εκκλησίας που απορρέει από την ταύτιση αυτή συνιστούν έναν νεωτερισμό για την Ορθόδοξη Εκκλησία που υπήρξε, για πολλούς αιώνες, η Εκκλησία της πολυεθνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Γενικά, μέχρι την εποχή της τουρκικής κατάκτησης (15ος-19ος αιώνας), κατά τη διάρκεια της οποίας παρατηρούνται τα πρώτα σημάδια του εθνικού αυτού ρόλου, η Ορθόδοξη Εκκλησία, παρά ή, ίσως, εξαιτίας των δεσμών της με την αυτοκρατορική εξουσία, αγνοούσε κάθε μορφής «εθνική λογική», τόσο στην εκκλησιολογική της δομή όσο και στη θεολογική αυτοσυνειδησία της. Αναλαμβάνοντας, όμως, αυτόν τον καινούργιο της ρόλο και εμπλεκόμενη στην διαμόρφωση των ιδιαίτερων εθνο-πολιτισtικών ταυτοτήτων, η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνο φαίνεται να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στην επιβεβαίωση της καθολικότητας, οικουμενικότητας και της εκκλησιαστικής της ενότητας, αλλά μοιάζει επίσης να έχει εγκαταλείψει τη βάση και το κριτήριο της εκκλησιολογίας της, που πάντοτε καθοριζόταν από την αρχή της τοπικής και όχι εθνικής Εκκλησίας.
Μέσα από μια μακρά και πολύπλοκη ιστορική διαδικασία, κυρίως μετά τη δημιουργία των σύγχρονων «ορθόδοξων» κρατών, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, και τις πολύ πιο πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, η Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται να έχει λησμονήσει την υπερεθνική της αποστολή και τις θεμελιώδεις εκκλησιολογικές της αρχές. Επιπλέον, στη συνάφεια και στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής, πλουραλιστικής, μετανεωτερικής κοινωνίας, η Ορθοδοξία εξαντλεί το θεολογικό και πνευματικό πλούτο της πατερικής και ευχαριστιακής της παράδοσης στην ρητορική των «ταυτοτήτων» και σ’ έναν ξεπερασμένο θρησκευτικό φυλετισμό, που έρχεται σε ευθεία αντίθεση προς το κάλεσμα του Ευαγγελίου για υπερφυλετικές ή ακόμη και υπερεθνικές κοινότητες. Η επιμονή πολλών «ορθοδόξων» χωρών να βλέπουν την Ορθοδοξία ως μέρος της εθνικής τους ταυτότητας και του πολιτισμού τους, που σχετίζεται με τα έθιμα και τον παραδοσιακό λαϊκό πολιτισμό τους, υπονομεύει κάθε σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπίσει επιτέλους η Ορθοδοξία τις προκλήσεις που θέτει ο σύγχρονος κόσμος, καταδικάζοντάς την έτσι στον εγκλωβισμό στην παραδοσιαρχία, τον φονταμενταλισμό, τον κοινωνικό συντηρητισμό και αναχρονισμό, την επιστροφή στην προ-νεωτερικότητα και τις αυταρχικές δομές της πατριαρχικής κοινωνίας.
Μήπως είναι καιρός η Ορθοδοξία να κλείσει την «παρένθεση» που άνοιξε το 1453 με την πτώση του Βυζαντίου και να επιστρέψει στην κυρίως αποστολή της που είναι ο ευαγγελισμός και η μεταμόρφωση του κόσμου, το κήρυγμα της ερχόμενης Βασιλείας του Θεού για τη σωτηρία και την αποκατάσταση ολάκερης της κτίσης; Ο ανανεωμένος θεολογικός λόγος πρέπει, πάντως, να έχει κατά νου ότι η Εκκλησία είναι πορεία προς τα Έσχατα και όχι επιστροφή στην ένδοξη και πονεμένη ιστορία του Βυζαντίου, της Τουρκοκρατίας ή της «χριστιανικής αυτοκρατορίας». Εάν η Εκκλησία επιθυμεί να μιλήσει στο σύγχρονο κόσμο και στους σημερινούς ανθρώπους, προκειμένου να κηρύξει το Ευαγγέλιο της Βασιλείας —και όχι στον αμετάκλητα ξεπερασμένο κόσμο του χθές— είναι επείγουσα ανάγκη να υπερβεί τον εθνοκεντρικό λόγο και να εγκαταλείψει κάθε όνειρο επιστροφής στην βυζαντινή θεοκρατία ή σε κάθε άλλη αντι-νεωτερική ρομαντική εκδοχή «χριστιανικής κοινωνίας». Η θεοκρατία και ο νεο-εθνικισμός, που δεν είναι τίποτε άλλο από εκκοσμικευμένες μορφές εσχατολογίας, συνιστούν το μόνιμο ιστορικό πειρασμό της Ορθοδοξίας και δεν μπορούν, για κανένα λόγο, να συνεχίσουν να είναι η πολιτική πρόταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στη δίψα του σύγχρονου ανθρώπου για ζωή, η Ορθόδοξη Εκκλησία μπορεί και πρέπει να απαντήσει με τις δικές της προτάσεις, με τα δικά της «ρήματα ζωής αιωνίου» (πρβλ. Ιω. 6:68), και όχι με την συνεχή επίκληση του παρελθόντος και την προσφορά της στους αγώνες και τις περιπέτειες του έθνους. Γι’ αυτό το λόγο, η υιοθέτηση ενός οικουμενικού εκκλησιαστικού λόγου, απαλλαγμένου από αναφορές στο έθνος και τα σχήματα της κωνσταντίνειας περιόδου, δεν αποτελεί απλώς ένα αίτημα γνησιότητας, αυθεντικότητας και πιστότητας προς την ορθόδοξη παράδοση· είναι ταυτοχρόνως και μια απολύτως απαραίτητη και επείγουσα προϋπόθεση, ένας απαράβατος όρος, προκειμένου να εισέλθει η Εκκλησία μας στον αιώνα που ζούμε και να μην βρίσκει εύκολο και ασφαλές καταφύγιο σε προηγούμενες εποχές. Δίχως τούτο το στοιχείο, ούτε αληθινή και διαρκής αποκάλυψη του Θεού στην κτίση και την Ιστορία υπάρχει ούτε Εκκλησία που να προσεύχεται, να διαλέγεται και να αγωνίζεται «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Χωρίς αυτό, κάθε μήνυμα συμφιλίωσης, μετάνοιας και επανευαγγελισμού δεν θα μοιάζει παρά με ψευδαίσθηση και φενακισμό.
Τα παραπάνω κρίσιμα ερωτήματα και ζητήματα πρόκειται να συζητηθούν στο πλαίσιο του διεθνούς δι-ορθόδοξου συνεδρίου με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός στη μεταμοντέρνα εποχή», το οποίο θα πραγματοποιηθεί από τις 24 έως τις 27 Μαΐου, 2012 στο Βόλο. Το συνέδριο οργανώνεται από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών σε συνεργασία με την Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Münster (Γερμανία), το Πρόγραμμα Ορθόδοξων Σπουδών του Πανεπιστημίου του Fordham (Νέα Υόρκη, Η.Π.Α.), το Ρουμανικό Ινστιτούτο Διορθόδοξων, Διομολογιακών και Διαθρησκειακών Σπουδών (INTER, Cluj-Napoca, Ρουμανία), το Χριστιανικό Πολιτιστικό Κέντρο Βελιγραδίου (Σερβία), το Βιβλικό Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Ανδρέα (Μόσχα, Ρωσία), την Ορθόδοξη Ακαδημία του Valamo (Φινλανδία) και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ορθόδοξων Θεολογικών Σχολών (EFOST, Βρυξέλλες).
Πρόγραμμα Συνεδρίου
Εισηγητές:
- Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Ware, Οικουμενικό Πατριαρχείο
- «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην»: Εθνότητα και Καθολικότητα
- Lucian Leustean, Λέκτωρ Πανεπιστημίου του Aston, Ηνωμένο Βασίλειο
- Η βυζαντινή αρχή της «συμφωνίας», η σχέση Εκκλησίας και κράτους και η διαδικασία οικοδόμησης ενός έθνους
- Πασχάλης Κιτρομιλίδης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
- Διαφωτισμός, Εθνικισμός και εθνικό κράτος, και ο αντίκτυπός τους στον Ορθόδοξο κόσμο
- Βασίλειος Μακρίδης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Erfurt, Γερμανία
- Γιατί οι Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι επιρρεπείς στην εθνικοποίηση; Παραδείγματα και υποθέσεις από τον Ελληνόφωνο κόσμο
- Bosco Bojovic, Καθηγητής στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, Παρίσι
- Ορθοδοξία και Εθνικισμός στην Νοτιοανατολική Ευρώπη
- Δημήτρης Σταματόπουλος, Επ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας
- Ορθόδοξος Οικουμενισμός: προνεωτερικό επιβίωμα, νεωτερική εργαλειακότητα ή μετανεωτερική επινόηση; Κάποιες σκέψεις πάνω στο ζήτημα της καταδίκης του «εθνοφυλετισμού» το 1872
- Daniella Kalkandjieva, Ερευνήτρια στο Τμήμα Επιστημών του Πανεπιστημίου της Σόφιας, Βουλγαρία
- Ορθοδοξία και Εθνικισμός στην Ρωσική Ορθοδοξία
- Tarek Mitri, Καθηγητής Δημόσιας Διοίκησης, Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού, Πρώην Υπουργός της Κυβέρνησης του Λιβάνου
- Κοινοτισμός και Εθνικισμός: η περίπτωση της Εκκλησίας της Αντιόχειας και της διασποράς της
- Χρήστος Καρακόλης, Επ. Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
- Εκκλησία και Έθνος στην Καινή Διαθήκη: ο σχηματισμός των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων
- π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Αν. Καθηγητής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης, Διδάσκων στο Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Cambridge
- Εκκλησία, φυλή και εθνότητα σύμφωνα με ορισμένα πατερικά παραδειγματα
- Paul Meyendorff, Καθηγητής του Θεολογικού Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδιμήρου, Νέα Υόρκη
- Εθνοφυλετισμός, Αυτοκεφαλία και Εθνικές Εκκλησίες: Θεολογική προσέγγιση και εκκλησιολογικές συνέπειες
- Dragica Tadić-Papanikolaou, Master Θεολογίας, συνεργάτις του Χριστιανικού Πολιτιστικού Κέντρου Βελιγραδίου
- Η κατασκευή της Εθνικής Ιδέας και Ταυτότητας μέσω των εκκλησιαστικών αφηγήσεων
- π. Cyril Hovorun, Καθηγητής Πανεκκλησιαστικού Τμήματος Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας
- Τοπικές και Εθνικές Εκκλησίες σε εκκλησιολογική και εσχατολογική προοπτική
- π. Γρηγόριος Παπαθωμάς, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και του Θεολογικού Ινστιτούτου Αγίου Σεργίου, Παρίσι, Πρόεδρος του EFOST,
- Ο Εθνικισμός και η λεγόμενη «Διασπορά»: Εφαρμογή της εθνικής ή γεωγραφικής αρχής;
- Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας, Ακαδημαϊκός, Οικουμενικό Πατριαρχείο
- Πρωτείο και Εθνικισμός
- Παντελής Καλαϊτζίδης, Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου
- Εκκλησιολογία και Παγκοσμιοποίηση: Σε αναζήτηση εκκλησιολογικών μοντέλων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης (σε συνέχεια των προηγούμενων μοντέλων: τοπικό, αυτοκρατορικό, εθνικό)
- Davor Džalto, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Niss, Αντιπρόεδρος τουΧριστιανικού Πολιτιστικού Κέντρου Βελιγραδίου
- Εθνικισμός και κρατική Ορθοδοξία
- Alexander Verkhovsky, Κέντρο SOVA, Μόσχα
- «Πολιτική Ορθοδοξία»: Η συμμετοχή της θρησκείας στη διαδικασία σχηματισμού της ταυτότητας
- Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Δρ Θεολογίας, Αρχισυντάκτης του περιοδικού Σύναξη,
- Σημεία Εθνικοσοσιαλισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα;
- Radu Preda, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Babes- Bolyai, Διευθυντής του INTER, Cluj-Napoca
- Θρησκευτικός Εθνικισμός, Φονταμενταλισμός και κοινωνικός αναχρονισμός
Το συνέδριο οργανώνεται σε συνεργασία με το Κέντρο Θρησκευτικών Σπουδών (CRS) και την Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Münster (Γερμανία), το Πρόγραμμα Ορθόδοξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Fordham (Νέα Υόρκη-Η.Π.Α.), το Ρουμανικό Ινστιτούτο Διορθόδοξων, Διομολογιακών και Διαθρησκειακών Σπουδών (INTER, Cluj-Napoca, Ρουμανία), το Χριστιανικό Πολιτιστικό Κέντρο Βελιγραδίου (Σερβία), το Βιβλικό Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Ανδρέα (Μόσχα, Ρωσία), την Ορθόδοξη Ακαδημία του Valamo (Φινλανδία) και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ορθόδοξων Θεολογικών Σχολών (EFOST, Βρυξέλλες)
Έναρξη: Πέμπτη 24 Μαΐου 2012, 6.30 μμ
Λήξη: Κυριακή 27 Μαΐου 2.00 μμ
Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας (Μελισσάτικα)
____________________________________________________
Χαιρετισμός στο Συνέδριο της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών: "Εκκλησιολογία και Εθνικισμός στην Μεταμοντέρνα Εποχή"
Πέμπτη, 24 Μαϊου, 2012
Μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού
κ. Ιγνατίου
Το ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας και Έθνους επανέρχεται διαρκώς με ποικίλες αφορμές στην επικαιρότητα του θεολογικού αλλά και ευρύτερα δημόσιου διαλόγου. Αφενός μεν η σοβαρότητα του θέματος, αφετέρου δε η ποικιλία των σχετικών απόψεων, επιβάλλουν την αναγκαιότητα μιας εμπεριστατωμένης και νηφάλιας, χωρίς προκαταλήψεις και ιδεολογικές αγκυλώσεις, εξέτασης των επιμέρους θεμάτων που συναπαρτίζουν το σύνθετο αυτό ζήτημα.
Πρόκειται άλλωστε, για ένα ζήτημα τόσο παλαιό, όσο και η ιστορική παρουσία της χριστιανικής πίστης. Ο ίδιος ο Ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού, ο Χριστός έλαβε σάρκα και οστά, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση του στο πλαίσιο ενός έθνους, του ιουδαϊκού. Ο Χριστιανισμός, ως Εκκλησία, ως το Σώμα του Χριστού ήδη από την πρώτη εμφανισή του θα έρθει σε γόνιμο και δημιουργικό διάλογο με τα έθνη και τους πολιτισμούς της περιοχής της Μεσογείου, πρώτα με τον Ελληνικό πολιτισμό, αλλά σύντομα μετά την εξάπλωσή του και με άλλους λαούς και πολιτισμούς. ΄Ετσι η Εκκλησία θα πορευτεί διαλογικά από την πρώτη στιγμή, αγκαλιάζοντας κάθε έθνος, κάθε λαό και κάθε πολιτισμό, κηρύσσοντας το μήνυμα της εκ νεκρών Αναστάσεως, της αιώνιας ζωής και της μεταμορφώσεως ολόκληρης της κτιστής δημιουργίας.
Στο πέρασμα των αιώνων ο Χριστιανισμός, και στην περίπτωσή μας η Ορθόδοξη Εκκλησία, συνέβαλε τα μέγιστα στη δημιουργία όχι μόνο υψηλών εκφράσεων πολιτισμού, αλλά με αποφασιστικό τρόπο και στην ανάδειξη και διαμόρφωση της ταυτότητας και της αυτοσυνειδησίας πολλών αυτόχθονων λαών στην Ασία, στην Ηπειρωτική Ευρώπη και τη Ρωσία, μπολιάζοντας τα νάματα του ευαγγελίου με τις ιδιαιτερότητες των κατά τόπους εθνικών και πολιτισμικών εκδηλώσεων. Επομένως, λιγότερο ή περισσότερο συνέβαλε στη ανάδυση του σύγχρονου ευρωπαϊκού γεωγραφικού χάρτη, όπως περίπου τον γνωρίζουμε σήμερα.
Ωστόσο, παρά την αναμφίβολα συχνά θετική συμβολή της Εκκλησίας στην πορεία ανέλιξης των εθνών και των λαών της Ευρώπης, η πτώση της χριστιανικής, πολυεθνικής αυτοκρατορίας του Βυζαντίου οδήγησε παράλληλα στην εμφάνιση ορισμένων τάσεων, οι οποίες βρίσκονταν σε πλήρη αντίθεση προς τις αξονικές προϋποθέσεις της ευχαριστιακής και εσχατολογικής εμπειρίας και συνείδησης, όπως αυτή αναπτύχθηκε και αποτυπώθηκε στον πλούτο της πατερικής, λειτουργικής και κανονικής παραδόσεως της Ορθοδοξίας. Πρόκειται για τον περίφημο εθνικό ρόλο της Εκκλησίας, η οποία στο εξής θα ενδιαφέρεται πρωτίστως για την ιδιοπροσωπία και την επιβίωση των επιμέρους εθνών, παρά για την εργώδη ιστορική συνέργεια με σκοπό την ανακεφαλαίωση των πάντων εν Χριστώ. Γενικά, μέχρι την εποχή της τουρκικής κατοχής (15ος-19ος αιώνας), κατά τη διάρκεια της οποίας μπορούμε να παρατηρήσουμε τα πρώτα σημάδια εκδήλωσης αυτού του εθνικού ρόλου, η Ορθόδοξη Εκκλησία, ανεξάρτητα, ή ίσως εξαιτίας των δεσμών της με την αυτοκρατορική εξουσία, αγνόησε κάθε είδος «εθνικής λογικής», τόσο στην εκκλησιολογική της δομή όσο και στην θεολογική αυτοσυνειδησία της. Γι' αυτό και πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτός ο εθνικός ρόλος συνιστά έναν νεωτερισμό για την Ορθόδοξη Εκκλησία, που υπήρξε, για πολλούς αιώνες, η Εκκλησία μιας πολυεθνικής Αυτοκρατορίας.
Έτσι, η ανάδυση τώρα του φαινομένου του θρησκευτικού εθνικισμού, όχι αποκλειστικά στις Δυτικές κοινωνίες, άρχισε να εμφανίζεται απειλητική, οδηγώντας συχνά στην αναδίπλωση και την εσωστρέφεια και στην ανάληψη από τις κατά τόπους Εκκλησίες (εθνικών) ρόλων, που βρίσκονται συχνά στον αντίποδα του κηρύγματος της ερχόμενης Βασιλείας. Στην εξέλιξη αυτή η Εκκλησία θα ταυτιστεί συχνά με τα εκάστοτε έθνη, υιοθετώντας εθνο-πολιτιστικές ιδεολογίες, με κύρια συνέπεια να ενδιαφέρεται περισσότερο για την εθνική ταυτότητα και επιβίωσή της παρά για την σάρκωση και την εμπέδωση της καθολικότητάς της. Ως συνέπεια της μετατόπισης του εκκλησιολογικού άξονα και κριτηρίου απο την σωτηρία των ανθρώπων ανεξαρτήτως φυλής, φύλου, κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης, στη σωτηρία και επιβίωση του έθνους και τη διατήρηση της εθνικής ιδεολογίας και συνέχειας (με τη χρήση μάλιστα προς το σκοπό αυτό και ένοπλής βίας εναντίον ομοδόξου ή μη λαού), η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιμετωπίζει εδώ και δεκαετίες μια βαθιά διαίρεση ανάμεσα στις διαφορετικές εθνικές Εκκλησίες, όπως επίσης και την αποδοχή της προβληματικής εκκλησιολογικής ιδέας που συλλαμβάνει την Ορθόδοξη Εκκλησία, ως μια «συνομοσπονδία εθνικών Εκκλησιών».
Είναι χαρακτηριστικό ότι μακριά από τις παραδοσιακά ορθόδοξες χώρες, η Ορθοδοξία παρουσιάζει το εκπληκτικό φαινόμενο να οργανώνεται όχι με βάση την πάγια εκκλησιολογική αρχή της τοπικότητας (ένας επίσκοπος, μια ευχαριστία σε κάθε τόπο), αλλά με βάση την εθνική καταβολή των μελών της, με αποτέλεσμα να έχουμε σ' αυτές τις περιοχές τόσες διαφορετικές εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες (10 ή και περισσότερους κάποιες φορές επισκόπους) όσες και εθνικές κοινότητες. Αλλά όχι μόνο στο χώρο της λεγόμενης «Διασποράς», αλλά και στις παραδοσιακά ορθόδοξες χώρες της νοτιο-ανατολικής Ευρώπης, η Εκκλησία συχνά, ακόμη και σήμερα που ο κόσμος έχει αλλάξει και διαρκώς μεταβάλλεται με ραγδαίους ρυθμούς προς ένα περισσότερο πολυπολυτισμικό και ανοικτό μοντέλο οργάνωσης του παγκοσμίου χωρού, εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται με μονολιθικό τρόπο ως ένα μέρος της εθνικής τους ταυτότητας και πολιτισμού τους, που σχετίζεται με τα έθιμα τους και τον παραδοσιακό λαϊκό πολιτισμό τους, ακυρώνοτας έτσι κάθε σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που ο σύγχρονος κόσμος θέτει στην Ορθοδοξία.
Φαίνεται, σήμερα όπου όχι μόνο η χώρα μας αλλά και ολόκληρη η Ευρώπη, βιώνει εξαιρετικά δύσκολες στιγμές, ότι ήρθε η ώρα η Ορθοδοξία να ξανακοιτάξει τις αντιλήψεις της για τον τρόπο αλλά και τη μορφή που οφείλει να έχει η σχέση προς τα εκάστοτε έθνη, προκειμένου να ανακτήσει την λησμονημένη, θεμελιώδη αποστολή της, που δεν είναι άλλη από το κήρυγμα Ιησού Χριστού και τούτου Εσταυρωμένου, για τη σωτηρία όχι των κάθε είδους καταστροφικών ιδεολογιών και των εκλεκτών εθνών αλλά του κάθε συγκεκριμένου ανθρώπου, που έχει δημιουργηθεί κατ' εικόνα του Θεού, δεδομένου ότι στο ευχαριστιακό σώμα του Κυρίου «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ...», και το μόνο που μπορεί να διακρίνει τους ανθρώπους μεταξύ τους είναι το είδος της σχέσης και στάσης τους έναντι του κάθε πλησίον, του κάθε άλλου.
Για μια ακόμη χρονιά η πόλη μας, ο Βόλος και η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών της Μητροπόλεώς μας φιλοξενεί ορισμένους από τους πλέον σημαντικούς εργάτες της ορθόδοξης θεολογίας και εκφραστές της αυτοσυνειδησίας της προκειμένου χωρίς φόβο και χωρίς πάθος να προβληματιστούμε πάνω στο κρίσιμο αυτό ζήτημα της σχέσης Εκκλησίας και έθνους, εκκλησιολογίας και εθνικισμού. Στη δύσκολη και κρίσιμη αυτή περίοδο, όπου ο νηφάλιος διάλογος στη χώρα μας φαίνεται ότι απουσιάζει παντελώς ή έχει καταστεί πολυτέλεια ή στην χειρότερη περίπτωση έχει υποκατασταθεί από ιδεολογικές αγκυλώσεις και κραυγές, το Συνέδριο αυτό, που διοργανώνεται σε συνεργασία και με άλλους σημαντικούς ορθόδοξους οργανισμούς απ' όλο τον κόσμο, καλείται με ψυχραιμία να συζητήσει προβλήματα, να αφουγκραστεί εμπειρίες και να ψηλαφήσει τις εκκλησιολογικές αρχές της Ορθοδοξίας όπως αυτές βιώνονται και αποτυπώνονται στην παράδοσή της, ανοίγοντας έναν ειλικρινή διάλογο για μια περαιτέρω και πιο βαθιά συζήτηση χωρίς σε καμιά περίπτωση να προτείνει καθολικές, τελεσίδικες και πολύ περισσότερο αλάθητες λύσεις. Πράττοντας τούτο η τοπική μας Εκκλησία δεν λησμονεί τα οξύτατα προβλήματα που προκαλεί στον τόπο μας η οικονομική κρίση, αλλά παράλληλα με την δυναμική και αποφασιστική στράτευσή της στο πλάι των αδυνάμων και των θυμάτων αυτής της κρίσης, θέλει να υπενθυμίσει την προτεραιότητα της θεολογίας, κάτι που διαχρονικά χαρακτήριζε την Ορθδοξία ακόμη και στις πιο δύσκολες ιστορικά στιγμές της.
____________________________________________________
Έναρξη Διεθνούς Συνεδρίου "Εκκλησιολογία και Εθνικισμός" της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου
Πέμπτη, 24 Μαϊου, 2012
Σήμερα, Πέμπτη 24 Μαΐου 2012 ξεκίνησε το Διεθνές Συνέδριο με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός στη μεταμοντέρνα εποχή», το οποίο διοργανώνεται από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος με τη συνεργασία επτά ακόμη Ορθόδοξων Θεολογικών Φορέων από διάφορες χώρες (Έδρα Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Munster - Γερμανία, το Πρόγραμμα Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Fordham - Η.Π.Α., το Ρουμανικό Ινστιτούτο Διορθόδοξων, Διαχριστιανικών και Διαθρησκειακών Σπουδών, INTER - Ρουμανία, το Χριστιανικό Πολιτιστικό Κέντρο του Βελιγραδίου - Σερβία, το St Andrews Biblical Theological Institute, Μόσχα - Ρωσία, την Ορθόδοξη Ακαδημία του Valamo - Φιλανδία και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών - EFOST, Βρυξέλλες). Το συνέδριο καλύπτεται ζωντανά από το διαδικτυακό τηλεοπτικό κανάλι www.intv.gr.
Οι εργασίες του συνεδρίου άρχισαν με την ανάγνωση εκ μέρους του Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου Δρ Παντελή Καλαϊτζίδη του χαιρετισμού της οργανωτικής επιτροπής του Συνεδρίου, όπου συνοπτικά περιέγραψε τη σπουδαιότητα, τους άξονες, τη θεματολογία και τον διαλογικό χαρακτήρα του Συνεδρίου. Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας ανέγνωσε τον χαιρετισμό του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου όπου αναγνωρίστηκαν τα προβλήματα που δημιουργεί ο εθνικισμός, ως ένα είδος πειρασμού και παρέκκλισης για την Εκκλησία, καθώς κυριαρχεί η λατρεία του έθνους υποκαθιστώντας την πίστη στον Χριστό, ενώ έγινε επίσης αναφορά στην καταδίκη του εθνοφυλετισμού, από τη Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1872. Ο Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Δημητριάδος ανέγνωσε στη συνέχεια το μήνυμα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ.κ. Ιερωνύμου, όπου επισημάνθηκε, στη συνάφεια του συνεδρίου, ο κίνδυνος, η σύγχρονη πολυεπίπεδη κρίση να οδηγήσει σε ανάδυση ποικίλων νέων μορφών εθνικισμού. Ο Δήμαρχος κ. Σκοτινιώτης στο σύντομο χαιρετισμό του ανέδειξε την διπλή κατανόηση της εθνικής ταυτότητας, ως ανοικτής και διαλογικής, όσο και ως εσωστρεφούς και αμυντικής κατανόησής της, λόγω της ανάγκης υπεράσπισης της εθνικής ιδιοπροσωπίας. Ο επόμενος χαιρετισμός αναγνώστηκε από τον Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο ο οποίος με συντομία ανέδειξε τον ιστορικά διαλογικό χαρακτήρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κάνοντας μια σύντομη ιστορική αναφορά στις ποικίλες εκφάνσεις που η σχέση Εκκλησίας και έθνους έλαβε στο πλαίσιο της Ανατολής. Τέλος αναγνώστηκαν από την κ. Κλαίρη Νικολάου, μέλος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, σύντομοι χαιρετισμοί εκ μέρους του Αριστοτέλη Παπανικολάου (Fordham University) και της Sirpa Koriala (Orthodox Academy of Valamo), οι οποίοι δεν κατέστη δυνατό να παραβρεθούν στο Συνέδριο.
Στην εναρκτήρια (και μοναδική) ανακοίνωση της πρώτης συνεδρίας του Συνεδρίου, ο Μητροπολίτης Διοκλείας κ. Κάλλιστος Ware ανέπτυξε το θέμα «Ουκ ενι Ιουδαίος ουδέ Έλλην'.: Εθνότητα και Καθολικότητα». Αναφερόμενος στην ανάγκη ισορροπίας μεταξύ ενότητας και πολλαπλότητας, έκανε λόγο για την ευχαριστιακή ταυτότητα της Εκκλησίας, όπου υπερβαίνονται όλα τα είδη διακρίσεων και διαιρέσεων. Σημείωσε ότι το κριτήριο οργάνωσης της Εκκλησίας ιστορικά δεν ήταν και ούτε μπορεί να αποτελέσει σε καμιά περίπτωση η εθνότητα παρά μόνο η τοπικότητα, ο γεωγραφικός παράγοντας. Αναλύοντας (ετυμολογικά και θεολογικά) την έννοια του φυλετισμού, αναφέρθηκε στην καταδικαστική απόφαση της Συνόδου του 1872. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην σημασία να υπάρξει σύνθεση μεταξύ εθνότητας και καθολικότητας, καθώς εάν η καθολικότητα αποσυνδεθεί πλήρως από την εθνότητα κινδυνεύει να μεταβληθεί σε καθαρά αφαιρετική έννοια, ενώ στην αντίστροφή περίπτωση, η προσήλωση προς το έθνος καθίσταται καθοριστικός παράγοντας θεώρησης και οργάνωσης της τοπικής Εκκλησίας, όπως συχνά συμβαίνει στην λεγόμενη «Διασπορά», αποτελώντας ένα είδος αντικανονικής πραγματικότητας ή ακόμη και «αίρεσης». Αναφερόμενος στον τρόπο που η έννοια «έθνος» χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή, επέμεινε στο ότι η εθνότητα αποτελεί όντως το πλαίσιο μέσα στο οποίο η κάθε τοπική Εκκλησία υπάρχει αλλά σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει κα προσδιορίζει και την ταυτότητα της Εκκλησίας, η οποία είναι «Μία, Αγία, Καθολική... και όχι Εθνική Εκκλησία». Η συνεδρία ολοκληρώθηκε με πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση.
___________________________________________________
Δεύτερη μέρα του Διεθνούς Συνεδρίου «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός»
Παρασκευή, 25 Μαϊου, 2012
Συνεχίστηκε για δεύτερη μέρα με ιδιαίτερη επιτυχία το Διεθνές Συνέδριο που συνδιοργανώνεται στο Βόλο από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών και άλλους διεθνείς Ορθόδοξους φορείς, με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός», το οποίο μεταδίδεται ζωντανά από το διαδικτυακό τηλεοπτικό κανάλι www.intv.gr.
Στην πρώτη πρωινή συνεδρία, υπό την προεδρία της Δρ. Έφης Φωκά, ομιλητές ήταν οι Δρ. Lucian Leustean και Δρ. Πασχάλης Μ.Κιτρομηλίδης.
Ο Δρ. Lucian Leustean, Λέκτωρ Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο Aston Centre for Europe μίλησε με θέμα “Η βυζαντινή αρχή της «συμφωνίας» και η οικοδόμηση ενός έθνους: η Αυτοκεφαλία της «Εκκλησίας της Ρουμανικής Μολδαβίας»”, όπου μελέτησε τη σχέση ανάμεσα σε Ορθόδοξες Εκκλησίες και τον εθνικισμό κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα στην Νοτιο-ανατολική Ευρώπη. Υποστήριξε ότι η βυζαντινή αρχή της συμφωνίας έχει προσδιορίσει τις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους στην περιοχή, με τη θρησκευτική και πολιτική εξουσία να νοσταλγούν εξίσου το πρότυπο αυτό κατά τη διαδικασία της οικοδόμησης του έθνους τους.
Ο δεύτερος ομιλητής Δρ. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών ανέπτυξε το θέμα «Διαφωτισμός, Εθνικισμός και εθνικό κράτος, και ο αντίκτυπός τους στον Ορθόδοξο κόσμο». Επιχειρώντας να προβεί σε μια ιστορική αποτύπωση και περιγραφή του είδους, (όπως επίσης και παραδειγμάτων), της σχέσης μεταξύ Ορθοδοξίας και Διαφωτισμού, και Ορθοδοξίας και Εθνικισμού, επεχείρησε να δείξει πως η τρέχουσα και κυρίαρχη ερμηνεία για τις σχέσεις αυτές κρίνεται τουλάχιστον ως αστήρικτη και αναχρονιστική.
Στη δεύτερη πρωινή συνεδρία υπό την προεδρία του Δρ. Alexei Bodrov ομιλητές ήταν οι Δρ. Bošco Bojovic, Δρ. Daniella Kalkandjieva, και Δρ. Δημήτρης Σταματόπουλος.
Στην πρώτη εισήγηση ο Δρ. Bošco Bojovic, Καθηγητής στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, Παρίσι, μίλησε με θέμα «Ανάμεσα στο Κράτος και το Έθνος, Οι Εκκλησίες της Νοτιο-ανατολικής Ευρώπης ανάμεσα στην εθνότητα και τον κονφεσιοναλισμό». Αναφορικά προς τη σχέση τους προς το Κράτος και το έθνος, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ακολούθησαν δρόμο αντίθετο σε σύγκριση μ’ εκείνον που ακολούθησε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ο εθνοκεντρισμός των Ορθοδόξων Εκκλησιών οφείλεται κυρίως στην ιστορική κληρονομιά της ανατολικής χριστιανοσύνης, σε αντίθεση προς τη θεοκρατία της Εκκλησίας της Ρώμης. Μετά την κατάρρευση του μαρξιστικού καθεστώτος, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες βρέθηκαν αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις, που αφορούσαν στις σχέσεις τους προς τα κράτη στα οποία παροικούσαν. Αυτή είναι κυρίως η περίπτωση της περιοχής εκείνης που ορίζεται κατ’ ευφημισμό ως «ανατολικά Βαλκάνια», όπου ο ευαγγελισμός των αποχριστιανοποιημένωνχωρών βρέθηκε αντιμέτωπος με την εργαλειοποίηση της ιεραρχίας από ταμετακομμουνιστικά καθεστώτα που νοσταλγούσε την ιδεολογία και την νομιμότητά της.
Η Δρ. Daniella Kalkandjieva, Ερευνήτρια στο Τμήμα Επιστημών του Πανεπιστημίου της Σόφιας, Βουλγαρίας ανέπτυξε το θέμα «Ορθοδοξία και Εθνικισμός στην Ρωσική Ορθοδοξία». Στην εισήγησή της ερεύνησε τη σχέση μεταξύ Ορθοδοξίας και εθνικισμού στη Ρωσική ορθόδοξη παράδοση. Η εισήγηση παρουσίασε μια κριτική ανάλυση της ευρέως διαδεδομένης αντίληψης ότι η Ορθοδοξία υπήρξε εκ γενετής συνδεδεμένη με τον εθνικισμό, ο οποίος στην περίπτωση της Ρωσίας, υποστηρίζεται ότι έκανε την εμφάνισή του ήδη από το βάπτισμα των Ρώσων του Κιέβου. Επομένως σκοπός της ομιλήτριας ήταν να καθορίσει τα προσωρινά όρια της σύζευξης ανάμεσα στον εθνικισμό και την Ορθοδοξία στην περίπτωσης της Ρωσικής Ορθοδοξίας, και να ανιχνεύσει την εξέλιξή της και τις βασικές της έννοιες.
Στην τελευταία εισήγηση της συνεδρίας ο Δρ. Δημήτρης Σταματόπουλος, Επ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ανέπτυξε το θέμα «Ορθόδοξος Οικουμενισμός: προνεωτερικό επιβίωμα, νεωτερικήεργαλειακότητα ή μετανεωτερική επινόηση; Κάποιες σκέψεις πάνω στο ζήτημα της καταδίκης του ‘εθνοφυλετισμού’ το 1872». Η προφανής ιδεολογική χρήση της επίκλησης του Βουλγαρικού Σχίσματος του 1872 τα τελευταία χρόνια, κυρίως από ένα τμήμα της νεο-ορθόδοξης διανόησης, έστρεψε κάποιους εκπρόσωπους της νεοελληνικής ιστοριογραφίας να κριτικάρουν την ειλικρίνεια των προθέσεων της Τοπικής Συνόδου που συγκλήθηκε και τον εθνοφυλετισμό ως αίρεση. Στην ανακοίνωσή ο ομιλητής προσπάθησε να αναδείξει τις προϋποθέσεις αυτής της μεταμοντέρνας μετάλλαξης αλλά ταυτόχρονα να προσδιορίσει ποιο ήταν το ιστορικό περιεχόμενο της οικουμενικής ιδεολογίας του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στα τέλη του 19ου αιώνα.
Στην απογευματινή συνεδρία υπό την προεδρία του Νικόλαου Ασπρούλη, Mth, ομιλητές ήταν οι Δρ. Βασίλειος Μακρίδης και Δρ. Assaad Kattan (στη θέση του Δρ. Tarek Mitri, ο οποίος για προσωπικούς λόγους δεν κατέστη δυνατό να παραβρεθεί ή να στείλει κείμενο στο συνέδριο).
Ο Δρ. Βασίλειος Μακρίδης, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Erfurt, Γερμανία ανέπτυξε το θέμα «Γιατί οι Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι επιρρεπείς στην εθνικοποίηση; Παραδείγματα και υποθέσεις από τον Ελληνόφωνο κόσμο». Στην παρούσα ανακοίνωση έγινε προσπάθεια να δειχθεί, με βάση παραδείγματα κυρίως από τον ελληνόφωνο Ορθόδοξο χώρο, ότι η έντονη εθνικοποίηση της Ορθοδοξίας κατά τους τελευταίους δύο αιώνες δεν θα πρέπει ουσιαστικά να εκπλήσσει. ενώ τονίστηκε η ανάγκη να θεωρηθεί το όλο θέμα σε μια πιο ουδέτερη βάση και δη πέραν του καλού και του κακού, δεδομένου ότι πρόκειται για εξελίξεις, οι οποίες δεν καθορίζονται, ούτε επιβάλλονται από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά από ευρύτερες και δη αναπόφευκτες δομικές αλλαγές στα πλαίσια της γενικότερης εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών.
Ο Δρ. Assaad Kattan Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Munster, Γερμανία, μίλησε με θέμα «Κοινοτισμός και Εθνικισμός: η περίπτωση της Εκκλησίας της Αντιόχειας». Ο τρόπος με τον οποίο οι Ορθόδοξοι του Πατριαρχείου Αντιοχείας αυτοαποκαλούνται ως Ορθόδοξοι-Ρωμιοί («Rum-Orthodox») χαρακτηρίζεται τόσο από ένα βυζαντινό όσο και από ένα αραβικό χρωματισμό. Σήμερα, οι Rum-Orthodox διχάζονται μεταξύ της κατάρρευσης της αραβικής εθνικής ιδέας, του δικτατορικού καθεστώτος της Συρίας και του συστήματος του κοινοτισμού στο Λίβανο, που αναγνωρίζει τα δικαιώματα του ατόμου, στο βαθμό που ανήκει σε μια θρησκευτική κοινότητα. Στη Διασπορά, η κατάσταση των Rum-Orthodoxπαρουσιάζει μια αμφισημία ανάμεσα στην ένταξη τους όσον αφορά στη γλώσσα και την έμφαση τους στις πολιτιστικές διαφορές, με σκοπό την καλλιέργεια αισθημάτων ανωτερότητας.
Στο τέλος κάθε συνεδρίας δόθηκε επαρκής χρόνος για πολύ ενδιαφέρουσα και ζωντανή συζήτηση μεταξύ των συνέδρων. Η πρώτη μέρα του συνεδρίου ολοκληρώθηκε με την επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο των Φθιωτίδων Θηβών (παλαιοχριστιανικά μνημεία Νέας Αγχιάλου).
__________________________________________________
Τρίτη ημέρα του Διεθνούς Συνεδρίου με θέμα: «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός»
Σάββατο, 26 Μαϊου, 2012
Συνεχίστηκε με ιδιαίτερη επιτυχία για τρίτη μέρα το Διεθνές Συνέδριο που συνδιοργανώνεται στο Βόλο από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών και άλλους διεθνείς Ορθόδοξους φορείς, με θέμα «Εκκλησιολογία και Εθνικισμός», το οποίο μεταδίδεται ζωντανά από το διαδικτυακό τηλεοπτικό κανάλι www.intv.gr.
Στην πρώτη πρωινή συνεδρία, υπό την προεδρία του Καθηγητή Χρυσόστομου Σταμούλη, ομιλητές ήταν οι Δρ. Χρήστος Καρακόλης, π. Νικόλαος Λουδοβίκος και Δρ. Paul Meyendorff.
Ο Δρ. Χρήστος Καρακόλης, Επ. Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών μίλησε με θέμα «Εκκλησία και Έθνος στην Καινή Διαθήκη: ο σχηματισμός των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων». Στην αρχή της εισήγησής του ο ομιλητής αναφέρθηκε στα χαρακτηριστικά της εθνικής ιουδαϊκής ταυτότητας εντός του πλαισίου του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου. Στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι αυτή ακριβώς η ιουδαϊκή ιδιαιτερότητα δημιουργεί προβλήματα στις νεοπαγείς πρωτοχριστιανικές κοινότητες (λ.χ. η συμμετοχή στα κοινά δείπνα). Στο επόμενο μέρος της εισήγησης εξετάστηκε ο τρόπος με τον οποίο ο Παύλος επιχειρεί να αντιμετωπίσει αυτού του είδους τα προβλήματα. Επίσης επισημάνθηκαν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της νέας υπερ-εθνικής ταυτότητας των παύλειων κοινοτήτων σύμφωνα με τη ρητορική του Παύλου. Τέλος επιχειρήθηκε να απομονωθούν κάποια στιγμιότυπα από τη μετεξέλιξη της χριστιανικής ταυτότητας εντός του βυζαντινού κράτους μέχρι και τη σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ο δεύτερος ομιλητής π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Καθηγητής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης, Διδάσκων στο Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Cambridge, ανέπτυξε το θέμα «Έθνος και Εθνικισμός στην Πατερική Θεολογία και στη σύγχρονη σκέψη. Δυνατότητες ενός διαλόγου». Ξεκινώντας από μια σύντομη περιγραφή και νοηματική διάκριση των εννοιών έθνους και εθνικισμού, ο ομιλητής επεχείρησε να απαντήσει στο εάν είναι δυνατό στα όρια της ορθόδοξης θεολογίας να διαμορφωθεί μια πρόταση πολιτικής θεολογίας. Με αφετηρία τη διαλεκτική «Ερήμου-Αυτοκρατορίας» (π. Γ. Φλωρόφσκυ), ο ομιλητής παρουσίασε συγκεκριμένα παραδείγματα από την εκκλησιαστική παράδοση (Γρηγόριος ο Θεολόγος, Αυγουστίνος) για να δείξει την ύπαρξη, μιας διαφορετικής από την τρέχουσα, εκκλησιακής κατανόησης του έθνους, στην προοπτική της χριστολογικής, εσχατολογικής μεταμόρφωσης των εθνικών διαιρέσεων και ταυτοτήτων σε χαρίσματα του Πνεύματος. Επίσης έγινε αναφορά σε ποικίλες ερμηνείες και κατανοήσεις του έθνους στο πλαίσιο της δυτικής φιλοσοφικής και πολιτικής σκέψης.
Ο Δρ. Paul Meyendorff, Καθηγητής του Θεολογικού Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδίμηρου, Νέα Υόρκη μίλησε με θέμα «Εθνοφυλετισμός, Αυτοκεφαλία και Εθνικές Εκκλησίες: Θεολογική προσέγγιση και εκκλησιολογικές συνέπειες». Επειδή η Εκκλησία είναι ‘εν τω κόσμω αλλά ουκ εκ του κόσμου’, η ταύτιση της Εκκλησίας με το κράτος, ή της Εκκλησίας με μια ιδιαίτερη εθνοτική ή εθνική ταυτότητα, δημιουργεί σοβαρά θεολογικά προβλήματα. Εκτός από τα καθαρά θεολογικά ζητήματα που η κατάσταση αυτή δημιουργεί, παρακωλύει σε μεγάλο βαθμό και τις ιεραποστολικές προσπάθειες της Εκκλησίας. Η Αυτοκεφαλία, όπως γίνεται κατανοητή και εφαρμόζεται σήμερα, έφτασε να σημαίνει την απόλυτη ανεξαρτησία, χρησιμοποιώντας ως μοντέλο τα ευρωπαϊκά κράτη-έθνη του 19ου αιώνα, επιδεινώνοντας το πρόβλημα του εθνικισμού.
Στη δεύτερη πρωινή συνεδρία υπό την προεδρία του Καθηγητή π. Εμμανουήλ Κλάψη ομιλητές ήταν οι Δρ. Dragica Tadić – Papanikolaou και π. Cyril Hovorun.
Η Dragica Tadić – Papanikolaou, Master Θεολογίας, συνεργάτις του Χριστιανικού Πολιτιστικού Κέντρου Βελιγραδίου ανέπτυξε το θέμα «Η κατασκευή της Εθνικής Ιδέας και Ταυτότητας μέσω των εκκλησιαστικών αφηγήσεων». Στην εισήγησή της η ομιλήτρια αναφέρθηκε σε ορισμένα παραδείγματα που αφορούν στην οικοδόμηση των βαλκανικών εθνών κατά την διάρκεια των 19ο και των αρχών του 20ου αιώνα. Τα παραδείγματα αυτά έδειξαν πως η χρήση των εκκλησιαστικών αφηγήσεων σε ένα γεωγραφικό χώρο δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει εδώ και 150 χρόνια. Στο τέλος διερευνήθηκε εάν και κατά πόσο η Εκκλησία και τα μοντέλα της χρησιμοποιούνται για την καλλιέργεια του εθνικού συναισθήματος.
Ο π. Cyril Hovorun, Διευθυντής του Θεολογικού Τμήματος στη Σχολή Μεταπτυχιακών και Διδακτορικών Σπουδών της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας «Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος», παρουσίασε το θέμα «Εκκλησία και έθνος από τη σκοπιά της μετα-εκκοσμίκευσης». Στα πρόσφατα χρόνια, οι κοινωνιολόγοι, οι πολιτικοί επιστήμονες και οι φιλόσοφοι άρχισαν να συζητούν ένα φαινόμενο το οποίο χαρακτηρίστηκε «μετα-εκκοσμίκευση». Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλές εκδοχές της μετα-εκκοσμίκευσης. Στην παρούσα εισήγηση το βάρος δόθηκε στην μετα-εκκοσμίκευση στο πλαίσιο των μετά-ολοκληρωτικών κοινωνιών. Η τελευταία αυτή εκδοχή χαρακτηρίζει τον δυαλισμό και την ιδεολογικοποίηση της Εκκλησίας. Ωστόσο, υπάρχουν και θετικοί ρόλοι, που η μετα-εκκοσμίκευση διαδραματίζει στις κοινωνίες και τις Εκκλησίες, όπως λ.χ. ότι ωθεί τους Χριστιανούς να πιστεύουν με έλλογο τρόπο.
Στην πρώτη απογευματινή συνεδρία υπο την προεδρία του Καθηγητή Assaad Kattan, ομιλητές ήταν οι π. Γρηγόριος Παπαθωμάς και Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας.
Ο π. Γρηγόριος Παπαθωμάς, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και του Θεολογικού Ινστιτούτου Αγίου Σεργίου ανέπτυξε το θέμα «O Εθνοφυλετισμός και [η αποκαλούμενη] Εκκλησιακή ‘Διασπορά’ Εφαρμογή του εθνικού ή γεωγραφικού κριτηρίου». Στην εισήγησή του ο ομιλητής αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην έννοια του Εθνοφυλετισμού, ως πηγή τροφοδοσίας της εκκλησιακής «Διασποράς», ενώ έκανε λόγο για το εκκλησιο-κανονικό περιγεγραμμένο της έννοιας του Αυτοκεφάλου. Επίσης αναφέρθηκε στην αναδρομική κανονική λύση του ζητήματος της «Διασποράς» και στη διπλή σχέση ανάμεσα στο Κράτος-Έθνος (État-Nation) και Έθνος-Κράτος αναφορικά προς την «Διασπορά».
Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας, Ακαδημαϊκός, Οικουμενικό Πατριαρχείο, ανέπτυξε το ζήτημα «Πρωτείο και Εθνικισμός». Ο ομιλητής επιχειρώντας να απαντήσει στο ερώτημα για τον τρόπο λειτουργίας του πρωτείου μέσα στο πλαίσιο του εθνικισμού, και τον τρόπο άσκησής του στην προοπτική αυτή περιέγραψε τους βασικές εκκλησιολογικές αρχές κατανόησης του πρωτείου (ευχαριστιακή ταυτότητα Εκκλησίας, συνοδικότητα, κλπ.). Έτσι αναδείχθηκε ο ρόλος (ιστορικά και θεολογικά) του πρωτείου στην προοπτική υπέρβασης κάθε είδους διαιρέσεως μέσα στο σώμα της Εκκλησίας, ενώ παράλληλα σημειώθηκαν οι εκκλησιολογικές εκτροπές που εμφανίζονται στο πλαίσιο της Διασποράς, λόγω της επίκλησης εθνικών και πολιτισμικών κριτηρίων συγκρότησης των τοπικών Εκκλησιών.
Στην τελευταία συνεδρία της ημέρας υπό την προεδρία του Καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη, ομιλητές ήταν οι Δρ. Davor Džalto και Δρ. Radu Preda.
Ο Δρ. Davor Džalto, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Niss, ανέπτυξε το θέμα «Εθνικισμός και κρατική Ορθοδοξία». Ο Εθνικισμός, ο εθνοφυλετισμός και ο κρατισμός αποτελούν διαρκείς προκλήσεις τις οποίες η Ορθοδοξία αντιμετωπίζει στις χώρες, όπου είναι η παραδοσιακή και κυρίαρχη πίστη. Υπάρχει μια γενική αντίληψη ότι η εθνική αρχή σε σχέση προς την οργάνωση της Εκκλησίας είναι έγκυρη και μπορεί να νομιμοποιηθεί στο πλαίσιο της ορθόδοξης θεολογίας. Αν και αυτή η αρχή βρίσκεται στον αντίποδα της ορθόδοξης εκκλησιολογίας, συνεχίζει να είναι η δεσπόζουσα έκφραση της Ορθοδοξίας σ’ ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, όπως επίσης και έξω από τις παραδοσιακά ορθόδοξες χώρες.
Ο Δρ. Radu Preda, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Babes – Bolyai μίλησε με θέμα «Θρησκευτικός Εθνικισμός, Φονταμενταλισμός και κοινωνικός αναχρονισμός». Ο εισηγητής ασχολήθηκε καταρχάς με τον θρησκευτικό εθνικισμό που, πράγματι, εκπροσωπεί ως τέτοιος την πλέον ανεπτυγμένη μορφή θρησκευτικής εκκοσμίκευσης. Στη συνέχεια έκανε λόγο για την φανέρωση ενός κοινωνικού αναχρονισμού που ήλθε στην επιφάνεια όχι μόνο από τον παλμό της εποχής μας, μιας εποχής όπου χαρακτηρίζεται από την επικοινωνία και την παγκοσμιοποίηση, αλλά επίσης από την αυθεντική παγκοσμιότητα του μηνύματος της Εκκλησίας του Χριστού. Στο τέλος έκανε λόγο για τις ποικίλες προσπάθειες εθνικής «ιδιωτικοποίησης» της πίστης, που δεν αποτελούν τίποτε περισσότερο παρά τρόπους άρνησής της.
Στο τέλος κάθε συνεδρίας δόθηκε επαρκής χρόνος για πολύ ενδιαφέρουσα και ζωντανή συζήτηση μεταξύ των συνέδρων.
Όπου υπάρχει πλήρες φωτογραφικό υλικό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου