Καθώς αναφέρεται στον Μεγάλο Συναξαριστή η γιορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου απαριθμείται στις γιορτές, πού θεσπίστηκαν προς τιμήν των Θεομητορικών αμφίων. Μεταξύ αυτών είναι η κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος (2 Ιουλίου) και η κατάθεση της Τιμίας Ζώνης (31 Αύγουστου).
Το ιστορικό της γιορτής: Η καθιέρωση της γιορτής έλαβε υπόψη, ως υπόθεση και αφορμή, την εμφάνιση της Θεομήτορος σε όραμα μέσα στο ναό των Βλαχερνών της Κωνσταντινούπολεως την εποχή του Λέοντος του Σοφού (886-911). Το όραμα αυτό ή την οπτασία είδαν δύο Μοναχοί, ο όσιος Ανδρέας, ο δια Χριστόν σαλός, και ο φίλος του Επιφάνιος.
Το βίο του Αγ. Ανδρέου και τη γιορτή της Σκέπης της Θεοτόκου γνωρίζουμε από δύο ιστορικές πηγές: Ο συγγραφέας του βίου του Αγ. Ανδρέου, στην ελληνική γλώσσα, ονομάζεται Νικηφόρος και ήταν πρεσβύτερος της μεγάλης Εκκλησίας της Αγίας του Θεού Σοφίας, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Ανδρέα [Νικηφόρου (πρεσβύτερος Κων/λεως), περί του βίου του Αγ. Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού, M PG. 111, 628-888].
Ο δεύτερος συγγραφέας είναι ο Ρώσος Θεολόγος-Αγιολόγος Σέργιος, αρχιεπίσκοπος Βλαδίμηρου, ο οποίος έγραψε ειδική μελέτη και τη δημοσίευσε σε ρωσικό περιοδικό «Στράννικ» με τον τίτλο: Ο Άγιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός και η εορτή της Σκέπης της Θεομήτορος. [Σεργίου, αρχιεπισκόπου Βλαδίμηρου, ο Άγιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός και η εορτή της Σκέπης της Θεομήτορος, περ. Στράννικ, τεύχη Σεπτ.-Δεκ. 1898 (ρωσ.) Acta SS, Μαίου VI, σ. 4-111]. Ο Σέργιος εξετάζει και ερευνά το βίο του Αγ. Ανδρέου και αποδεικνύει ότι η οπτασία της Θεοτόκου στους Μοναχούς έγινε πιθανώς κατά το β τέταρτο του Γ’ αιώνα, λίγο χρονικό διάστημα προ της κοιμήσεως του Αγ. Ανδρέου (936).
Στο κεφ. 24 του βίου του Αγ. Ανδρέου αναφέρεται το γεγονός της οπτασίας της Θεοτόκου.
Στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Βλαχερνών Κωνσταντινουπόλεως ετελείτο ολονύκτιος αγρυπνία και οι παρευρισκόμενοι πιστοί με ύμνους και προσευχές δοξολογούσαν τον Θεό. Κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας και περί την τετάρτη ώρα της νυκτός, οι άγιοι Ανδρέας και Επιφάνιος είδαν μεγαλοπρεπή γυναίκα να προχωρεί από την ωραία πύλη με συνοδεία αγγελικών Δυνάμενων, προφητών (Ιωάννης ο Πρόδρομος), αποστόλων (Ιωάννης Θεολόγος) και αγίων. Πολλοί άγιοι προπορεύονταν με λευκές στολές ψάλλοντες ιερούς ύμνους. Η γυνή αυτή γονάτισε και με δάκρυα στα μάτια προσευχόταν για πολύ χρονικό διάστημα. Μετά προχώρησε προς το θυσιαστήριο και προσευχήθηκε για το λαό, ο οποίος ήταν συγκεντρωμένος στο ναό. Κατόπιν έβγαλε το ωμοφόριον (το μαφόριον) πού είχε στο κεφάλι της και σκέπασε τον παρευρισκόμενο λαό.
Οι Μοναχοί έβλεπαν υπεράνω του λαού το εκτεταμένο μαφόριο της Θεοτόκου, το ΟΠΟΥ έλαμπε, ως αστραπή, και ήταν ένα σημείο της παρουσίας της Θεομήτορος. Μετά την αναχώρισή της η Θεοτόκος πήρε μαζί της το μαφόριο και άφησε στη θέση του τη χάρη του Θεού να προστατεύει το λαό Του.
Την εποχή εκείνη, ως είναι γνωστό, οι Χριστιανοί στο Βυζάντιο αντιμετώπιζαν τις επιβουλές των Αγαρηνών. Όταν νίκησαν τις εχθρικές αυτές δυνάμεις γιόρτασαν τη γιορτή της Σκέπης της Θεοτόκου, εκφράζοντες την ευγνωμοσύνη τους για τη βοήθεια και την προστασία της.
Έκτοτε καθιερώθηκε στην Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία την 1η Οκτωβρίου η γιορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου. Την 1η Οκτωβρίου, επίσης, θεσπίστηκε τον IB αιώνα να γιορτάζεται η μεγάλη γιορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου και στην Ρωσία. Η μετάθεση της γιορτής της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου από την 1η Οκτωβρίου στην 28η Οκτωβρίου έγινε το 1952. Η σχετική εγκύκλιος 701/31-10-1952 της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος αναφέρει τα εξής:
«Προς τους Σεβασμιωτάτους Ιεράρχας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Η Ιερά Σύνοδος εν τη συνεδρία αυτής της 21ης λήγοντος μηνός ήκουσε του Μακαριωτάτου Προέδρου αυτής εισηγουμένου, πως η εορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου, αγομένη τη 1η Οκτωβρίου, συμπανηγυρίζεται τη 28η αυτού, εν συνδυασμώ προς την κατ’ αυτήν την ημέραν τελουμένην Εθνικήν εορτήν, δεδομένου ότι το Έθνος ημών ανέκαθεν συνέδεσε τα μεγάλα αυτού εθνικά γεγονότα μετά θρησκευτικών εκδηλώσεων, και δη και μάλιστα εορταστικώς απέδωκε τα ευχαριστήρια αυτού εις την Υπέρμαχον Στρατηγόν, την αείποτε προστατεύσασαν και σωτηρίω σκέπη σκεπάσασαν το ευσεβές των Ελλήνων Γένος.»
Ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός αναγνωρίζεται μέσα από το περιεχόμενο της Εγκυκλίου, ότι ήταν πάντοτε στενά συνδεδεμένοι. Η Ορθοδοξία δίδαξε και δώρησε στον Ελληνισμό την πίστη και την αγάπη προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο. Ο Ελληνισμός προσέφερε το πνεύμα και τις ιδέες για τις αξίες της ζωής και οργάνωσε με μεγαλύτερη δικαιοσύνη την κοινωνική ζωή. Ιδιαίτερα η συνάντηση Ορθοδοξίας και Ελληνισμού υπήρξε το μέγα αγαθό της ανθρώπινης ζωής, στην ελευθερία. Οι άνθρωποι ελεύθεροι από εχθρικές δυνάμεις και κυριαρχικές εξουσίες δημιουργούν τα έργα του πολιτισμού και της ειρήνης. Γι’ αυτή την ελευθερία αγωνίζονταν οι Έλληνες στη Βυζαντινή εποχή, στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο του 1940, αλλά και σήμερα έναντι των προβλημάτων και των κινδύνων της παγκοσμιοποίησης.
Χρέος και καθήκον όλων των Ελλήνων σήμερα είναι να διαφυλάξουμε και να διατηρήσουμε την ορθόδοξη παράδοσή μας. Πρωτεύοντα ρόλο στον αγώνα αυτό και στην προσπάθεια μας παίζει το πρόσωπο της Θεοτόκου. Γιατί η Παναγία με τη χάρη, την ικεσία και την πρεσβεία της ενδυναμώνει τους πιστούς στον πνευματικό τους αγώνα κατά της αμαρτίας. Όσοι καταφεύγουν με πίστη σ’ αυτή αντλούν δύναμη και εξουδετερώνουν τους ορατούς και αόρατους εχθρούς, πού απειλούν τη ζωή τους.
Η ορθόδοξη παράδοσή μας, όπως είναι γνωστό, εκφράζεται κατεξοχήν στην εκκλησιαστική λατρεία. Οι ειδικοί ερμηνευτές τονίζουν ότι στο περιεχόμενο της εκκλησιαστικής λατρείας, εξυμνείται η θέση της Θεοτόκου μέσα στο σχέδιο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία των ανθρώπων.
Η Εκκλησία μέσω της λατρείας προβάλλει το πρόσωπο της Παναγίας, ως πρότυπο, για να μιμηθούν οι πιστοί την καθαρότητα και την αγνότητα του βίου της καθώς και την αρετή της ταπείνωσης και υπακοής στο θέλημα του Θεού. Σημειώνουμε ότι οι πιστοί έχουν μεγάλη πνευματική ωφέλεια στη ζωή τους από το περιεχόμενο των εκκλησιαστικών ύμνων και ιδιαίτερα από τους ύμνους, πού αναφέρονται στο πρόσωπο της Παναγίας.
Αναφέρω ένα ερμηνευτικό σχόλιο στον Ακάθιστο Ύμνο ενός πιστού ερμηνευτή, στο οποίο τονίζεται η πνευματική ωφέλεια και η εποικοδομητική σπουδαιότητα των ύμνων:
Ο Ακάθιστος Ύμνος αποτελεί σπάνιο σε δύναμη και ομορφιά κομμάτι της εκκλησιαστικής μας ποιήσεως, στο οποίο ιδιαίτερα αρέσκεται η ευσεβούσα καρδία της Ορθοδοξίας και στο οποίο το Έθνος ψαύει τη συνείδηση του και αφουγκράζεται τους ιστορικούς του παλμούς.
Και τελειώνοντας αναφέρω στίχους από τη Δ’ Στάση των Χαιρετισμών, οι οποίοι εξυμνούν το πρόσωπο της Θεοτόκου ως εξής:
Χαίρε, δι ης εγείρονται τρόπαια, χαίρε, δι ης εχθροί καταπίπτουσι.
Το άρθρο είναι του κ. Γεωργίου Παπατζανάκη, Δρος Θεολογίας
Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου